Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 18 Μαΐου 2025
Όσο κι αν είταν αχαμνός ο Αρκάδιος, η Ευδοξία όμως δεν τούμοιαζε, και καθώς είδαμε αυτή βασίλευε κι όχι ο άντρας της. Αν ο Χρυσόστομος είταν κι αυτός του γλυκού νερού, θάπαιρνε βέβαια η αυλοκρατία το δρόμο της ανεμπόδιστα. Και μ' όλη του όμως τη νοητική δύναμη, τη μαγική ευγλωττία, και την ασκητική αρετή, πάλε καταπονέθηκε από το Παλάτι κι από τους αυλικούς.
Και αν ερχότανε κ' εύρισκε την πόρτα σφαλιστή και το λυχνάρι σβυσμένο και την καλή του παραδομένη στον ύπνο κ' έστεκε κουρασμένος στην οξώπορτα, χτυπώντας σαν τον ξένο και τον έρημο, τι θάλεγε από μέσα του; «Εμένα με φάγανε οι δρόμοι και τα κύματα, εγώ μήνες και χρόνια ταξιδεύω κ' έρχομαι και μια ψυχή δε βρίσκεται να με προσμένη». Θα βαρηγκομούσε ο ταξιδιάρης και θάπαιρνε ξανά το δρόμο και θα τραβούσε κατά τα μάτια του.
Είταν ο Παύλος θεόσταλτος άνθρωπος παραγγελμένος να θεμελιώση θρησκεία θεόσταλτη. Δίχως το Παύλο και τους οπαδούς του, σα δύσκολο φαίνεται να κρίνουμε τι δρόμο θάπαιρνε ο Χριστιανισμός. Ως τα σωθικά της Ασίας από τη μια, ως την Ισπανία από την άλλη αντιλάλησε το μήνυμα του Χριστού.
Τότες σηκώθηκε ο γοργός γιος του Πηλέα κι' είπε «Δία πατέρα, ω τι βαριά στον κόσμο μας τυφλώνεις! 270 Ειδέ ποτές τα σπλάχνα μου δε θ' άναβε στα στήθια τόσο βαθιά τ' Ατρέα ο γιος, ούτε τη νια άθελά μου δε θάπαιρνε απ' τα χέρια μου, μα νά, ο μεγάλος Δίας, να πέσουν ίσως ήθελε πολλά μας παλικάρια. Τώρα να φάτε σύρτε πια για ν' αρχινούμε μάχη.» 275
Μούπε κι ο ξάδερφος ότι όσες φορές θα πηγαίναμε στο κυνήγι θα κρατούσα εγώ το τουφέκι του κιαυτός θάπαιρνε δανεικό. Κέτσι θάχα δικό μου τουφέκι. Πρώτη φορά που γύρισα στο χωριό από απουσία χωρίς να δείξω ανυπομονησία να δω το Βαγγελιό· κη μητέρα μου τώχε κρυφή και μεγάλη χαρά, αλλά κιαπόφυγε να μου πη τίποτε. Μόνο για το κυνήγι μιλούσα και σκεπτόμουνα.
Και σα ζωντανώτερο πράμα που είναι η γλώσσα από το μάρμαρο, βάσταξε καλλίτερα μέσα στις μύριες φουρτούνες που τον απάντεχαν τον Ελληνισμό. Όλη εκείνη την καλλιτεχνία την κάμανε θρούβαλα οι φουρτούνες, εξόν από μερικά χαλάσματα, που ακόμα τα λατρεύει ο κόσμος. Το χάρισμα της πολιτικής νοικοκυροσύνης, καθώς είπαμε, δεν το είχαμε. Αν το είχαμε, ίσως θάπαιρνε άλλο δρόμο η Ιστορία.
Ο Νίκος τούχε πη του γιατρού για την αρρώστια της Βεργινίας στο δρόμο πούρχονταν, και για την κούρα που της είχε κάνει ως τα τώρα ο άλλος ο γιατρός ο γυναικολόγος που τον είχε συστήσει ο μάστοράς του γιατ' είχε λέει κάνει θάματα στη γυναικάδερφή του. . και γι’ αυτό τον έφερνε ακόμα εξακολουθητικώς, ειδεμή και βέβαια θάπαιρνε του λόγου του πούτον και της συνοικίας.
— Καλά που δεν εκάθουντονε προς την όξω πόρτα, εψιθύρισεν εκ νέου η Σαϊτονικολίνα προς τον σύζυγόν της, αλλοιώς θάπαιρνε πάλι τα όρη κύστερα τρέχε να τόνε κυνηγάς. Ο Σαϊτονικολής μειδία με την απλότητα της γυναικός του. Μωρέ, δε φεύγει· δεν ήρθ' αυτός για να φύγη. Το πράμμα που τον είχε τραβήξει αυτή τη φορά στο χωριό ήτονε πολύ δυνατό, παντοδύναμο.
Θαρρώ και πως μείδε κίσως για να μαποφύγη μες στο χωριό, πήρε ένα πλάγιο δρόμο. Εγώ γύρισα πίσω και βιαστικά προχώρησα έξω από το χωριό. Κεπειδή καταλάβαινα προς πού θα πήγαινε και ποιό δρόμο θάπαιρνε, προσπέρασα, μπήκα σένα παράστρατο κεκεί την περίμενα. Σε λίγο φάνηκε κιόταν ξαφνικά μείδε σαπόσταση, στάθηκε, είτε από συγκίνηση, είτε γιατί φοβήθηκε να μη τη δουν μαζή μου.
— Α δεν έχω γω, ποιος θάχει!! Στο τράβηγμα της ομιλίας, ο μάγειρας άρχισε να συμβουλεύεται το Ρένα πώς θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει καλλίτερα τα χρήματά του έξω, γιατί σε λίγους μήνες θάπαιρνε τη σύνταξή του. — Δε ξέρω, είπεν, αν με συμφέρει καλλίτερα ν' ανοίξω στον Περαία καμιά ταβέρνα, ή στην Αθήνα κανένα ζαχαροπλαστείο. — Γιατί ζαχαροπλαστείο;
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν