United States or Mauritius ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ταύτην, ως φαίνεται, εγνώριζε της πανηγύρεως ο οργανωτής, διότι κατά την επιστροφήν ημών εις το υπαίθριον καφφενείον, ανέμενεν ημάς μικρός αγριόχοιρος στρεφόμενος επί της πυράς, νωπός τυρός, μέγας λέβης βραστών καστάνων καί τινες φιάλαι οίνου του τελευταίου τρυγητού, κάπως μεν θολού, αλλά γλυκού και αφρώδους ως καμπανίτου.

Πάντα ταύτα ήσαν βεβαίως ποιητικώτατα, αλλ' εις το δείπνον είχα φάγη πολλήν παλαμίδα, την οποίαν επότισα, ως βαρυστόμαχον, με δυο ή τρία ποτήρια γλυκού οίνου της Κέας.

Ο μεταξύ του γέροντος και εμού διάλογος εκινδύνευε να παύση ολοσχερώς, ότε η γραία υπηρέτρια, επικαίρως ελθούσα, έφερε δίσκον περιέχοντα, εκτός του γλυκού και του καφέ, ζυμαρικά και αμύγδαλα και σύκα. Η Κυρία Σοφία δεν ηνείχετο να μη πάρωμεν τίποτε μέχρι της αύριον. Το κατ' εμέ δεν επέδειξα επιμονήν ούτε ακαταδεξίαν.

Είδαμε πως ο Μικρός ο Θεοδόσιος απέθανε στα 450, ύστερ' από σαρανταδυό χρονώ βασιλεία. Είδαμε και πως πήρε τότες η Πουλχερία άντρα και συνεξουσιαστή της το Μαρκιανό, άρχοντα της Θράκης. Πως ο Μαρκιανός δεν είταν του γλυκού νερού το νοιώθουμε από το μήνυμα πούστειλε του Αττίλα όταν ο αχόρταγος Ούνος του ζήτησε απότομα το χρονιάτικό του.

Δε θα ’ταν βέβαια του γλυκού νερού ο τεχνίτης που τέτοια σκάλιξε δουλειά σ’ αυτήν επάνω: τον Τυφώνα που βγάζει από το στόμα φλόγες με καπνό μαύρο, της φωτιάς το στριφτό αδέρφι° και γύρου μ’ αρμαθιές είναι στρωμένο φείδια της κοιλοτούμπανής του ασπίδας το στεφάνι.

Και όταν έβλεπε τον μικρόν να ζωηρεύεται και να φλυαρή εν πολεμοχαρεί παραφορά, ο γέρων κολακευόμενος εις την πραγματοποίησιν γλυκού ονείρου, υπέσχετο να δώση εις αυτόν το καρυοφύλλι του, όταν το έθνος σύσσωμον εξεγερθή διά να επανακτήση την Πόλιν και μ' αυτό να πολεμήση διά την Πίστιν και την Πατρίδα!. . . Τόρα όμως και αυτός ο μικρός δεν το ήθελεν.

Και αφού κείνοι την όρεξι του γλυκού σίτου εσβύσαν, τους είπεν ο πολύπαθος ο θείος Οδυσσέας· 490 «Ας προβή κάποιος να ιδή μην έφθασε το πλήθος». Τον άκουσε κ' εβγήκ' ευθύς το τέκνο του Δολίου, εις το κατώφλι στάθηκε κ' είδε σιμά το πλήθος, και του Οδυσσέα φώναζε με λόγια πτερωμένα· «Έφθασαν, ήδ' είναι σιμά· καιρός ν' αρματωθούμε». 495

Όσο κι αν είταν αχαμνός ο Αρκάδιος, η Ευδοξία όμως δεν τούμοιαζε, και καθώς είδαμε αυτή βασίλευε κι όχι ο άντρας της. Αν ο Χρυσόστομος είταν κι αυτός του γλυκού νερού, θάπαιρνε βέβαια η αυλοκρατία το δρόμο της ανεμπόδιστα. Και μ' όλη του όμως τη νοητική δύναμη, τη μαγική ευγλωττία, και την ασκητική αρετή, πάλε καταπονέθηκε από το Παλάτι κι από τους αυλικούς.

Αχ, ήξερα πως με αγαπούσες, το ήξερα από αυτό το πρώτ' αντίκρυσμα του γλυκού σου βλέμματος, από την πρώτη πίεση του χεριού σου· αλλ' όμως όταν πάλι ήμουν μακριά σου, όταν έβλεπα τον Αλβέρτο στο πλευρό σου, έπεφτα πάλι στη θλίψη και στον πυρετό της αμφιβολίας.