United States or Puerto Rico ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οι βραχίονές των εκτεινόμενοι ως λαιμοί γυπών έσπερνον ελαίας, φιστίκια και αμύγδαλα. Όλων τα πρόσωπα ήσαν εύθυμα υπό τους ανθίνους στεφάνους. Οι Φαρισαίοι μόνοι τους απέκρουσαν· έφριξαν όταν τους εράντισαν με μύρα κατασκευασμένα προς χρήσιν των ναών.

Το σπιτάκι είχε για φόντο το παλιό, ανακαινισμένο σπίτι του Μιλέζου που ήταν ψηλό, με καινούργια σκεπή, αλλά με τους τοίχους εδώ κι εκεί φαγωμένους και γδαρμένους λες από τον χρόνο που πεισματώνει σε όσους θέλουν να του αρπάξουν τη λεία. «Το κτήμα;», είπε ο Έφις ακουμπώντας στον τοίχο πλάι στη γυναίκα. «Καλά πάει. Φέτος θα έχουμε περισσότερα αμύγδαλα παρά φύλλα. Έτσι θα σε ξεχρεώσω, Καλί!

Ο μεταξύ του γέροντος και εμού διάλογος εκινδύνευε να παύση ολοσχερώς, ότε η γραία υπηρέτρια, επικαίρως ελθούσα, έφερε δίσκον περιέχοντα, εκτός του γλυκού και του καφέ, ζυμαρικά και αμύγδαλα και σύκα. Η Κυρία Σοφία δεν ηνείχετο να μη πάρωμεν τίποτε μέχρι της αύριον. Το κατ' εμέ δεν επέδειξα επιμονήν ούτε ακαταδεξίαν.

Φαίνεται όμως πως η δουλειά του δεν είναι και πολύ της προκοπής.» «Αρκεί να τα βγάζει πέρα, Στεφάνααποφάνθηκε ο Έφις, χωρίς να σηκώσει το κεφάλι. «Αρκεί να τα βγάζει πέρα χωρίς ν’ αμαρταίνει.» «Αυτό είναι το δύσκολο, ψυχή μου! Πώς να περάσει κανείς το ποτάμι χωρίς να βραχεί;» «Περνώντας πάνω από τη γέφυρα», είπε η άλλη υπηρέτρια από την αυλή, σκυμμένη επάνω σ’ ένα σωρό από αμύγδαλα που έσπαγε.

Η Αφέντρα εκένωσεν εις έν πινάκιον μέρος των λαχάνων κ' έβαλε τα δύο παιδία να φάγωσι, βεβαία ούσα ότι, άμα έτρωγον, θα εκοιμώντο αμέσως, και «διά να λείψη ο μπελάς τους και διά να ξυπνήσουν πρωί». Ο Μανώλης πρώτος, αφού έφαγε πρότερον τα αμύγδαλα, τα οποία του είχε δώσει η μάμμη του, και ύστερον εμάσσησε και δύο περονιαίς χόρτα, έκλεισε τα όμματα και απεκοιμήθη καθήμενος.

Ανοίγει τσίπες, τσακίζει αμύγδαλα, γουδοτρίβει κανέλλες και κόκκινες ζάχαρεςόλα για τα μπουρέκια και για τάλλα γλυκύσματα που θα χρειαστούνε όπου και να είνε.

Ως δροσιστικά προσεφέροντο εις τους χορευτάς αμύγδαλα, πορτοκάλλια και ριζόγαλον μετά πολλής κανέλλας, η δε ορχήστρα αποτελουμένη εκ δύο ζ υ γ ι ώ ν β ι ο λ ί ο υ και μ π ο υ ζ ο υ κ ί ο υ ήρχισε μέλπουσα σ υ ρ τ όν!