Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Μαΐου 2025
Μακάρι να ’ταν όλοι σαν κι εσένα και τα εφτά σκούδα που μου χρωστάς να ήταν εκατό!» «Ο διάολος να σε πάρει», σκαφτόταν ο Έφις. «Μου δάνεισες τέσσερα σκούδα τα Χριστούγεννα και τώρα τα έκανες κιόλας εφτά!» «Λοιπόν, Καλί», πρόσθεσε χαμηλόφωνα με σκυμμένο το κεφάλι σαν να μιλούσε στα γουρουνάκια που μυρίζονταν με επιμονή τα πόδια του. «Καλί, δώσε μου άλλο ένα σκούδο!
Μια 'μέρα που δεν είξευρα τι διάβολο να κάνω τα δάκρυά μου σε βαθύ εστράγγισα ποτήρι, και μια και δυο 'στόν Χημικό τα 'πήγα Χρηστομάνο και κάνε μου, παρακαλώ, του είπα, το χατήρι να ταναλύσης και να 'βρης πώς είναι καμωμένα, για να μην κλαίω 'στό εξής κι' εγώ εις τα χαμένα, Κι' ο Χημικός μ' απήντησε «αυτά, ξερό κεφάλι, δεν είναι άλλο τίποτε παρά χλωρούχον κάλι».
Ο Έφις τινάχτηκε και της έπιασε το χέρι, ενώ τα γουρουνάκια το έσκαγαν τρομαγμένα και από πίσω τους τα γατάκια και μέσα σ’ αυτή την αναμπουμπούλα οι κότες φτερούγιζαν. «Καλί, που να σε πάρει ο διάολος, εάν δεν ήταν κάποιοι σαν κι εμένα, εσύ αντί να κάνεις την τοκογλύφο θα πήγαινες να μαζέψεις βδέλλες…» «Καλύτερα να μαζεύω βδέλλες, παρά να μου πίνουν το αίμα κάποιοι σαν κι εσένα, συφοριασμένε!
Το σπιτάκι είχε για φόντο το παλιό, ανακαινισμένο σπίτι του Μιλέζου που ήταν ψηλό, με καινούργια σκεπή, αλλά με τους τοίχους εδώ κι εκεί φαγωμένους και γδαρμένους λες από τον χρόνο που πεισματώνει σε όσους θέλουν να του αρπάξουν τη λεία. «Το κτήμα;», είπε ο Έφις ακουμπώντας στον τοίχο πλάι στη γυναίκα. «Καλά πάει. Φέτος θα έχουμε περισσότερα αμύγδαλα παρά φύλλα. Έτσι θα σε ξεχρεώσω, Καλί!
Τότε ανάμεσα σ’ αυτή, στις Πιντόρ, στο κορίτσι και στις γυναίκες μέσα άρχισε η συνηθισμένη κουβέντα: όπως στο χωριό όλο το χρόνο μιλούσαν για το πανηγύρι, τώρα που βρίσκονταν στο πανηγύρι μιλούσαν για το χωριό. «Δεν καταλαβαίνω πώς αφήσατε μόνο το σπίτι κυρά Καλί, πώς το αφήσατε μόνο;», είπε ένα ψηλό κορίτσι που κουβαλούσε κάτω από την ποδιά ένα δοχείο με πηγμένο γάλα, δώρο του παπά στις κυρίες Πιντόρ. «Νατόλια, καρδούλα μου!
Εγώ δεν άφησα ποτέ το σπίτι μου να τρέχω στον κόσμο, γριά γυναίκα….» «Εάν δεν σταματήσεις, θ’ αρπάξω το στειλιάρι, Καλί, πρόσεξε!» Όλη τη μέρα συνέχιζαν να τρώγονται, λίγο στ’ αστεία, λίγο στα σοβαρά, αλλά το απόγευμα εκείνη βγήκε και αγόρασε ένα κουστούμι σχεδόν καινούργιο από μια γυναίκα που ο άντρας της είχε πάει στην Αμερική. Κατά το βραδάκι ο Έφις επέστρεψε στις κυράδες του.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν