United States or Myanmar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έτσι μπορούσε να απελευθερωθεί από το πιο αισχρό μέρος του βάρους που τον πλάκωνε: από τη σιωπή. «Λέγε μου», είπε, ενώ ο Έφις πήγαινε να καθίσει στη συνηθισμένη θέση χωρίς ν’ αφήσει το καλάθι από το χέρι του. «Λέγε!», επανέλαβε δυνατότερα όταν είδε τον άλλο να σιωπά. «Τώρα;» ο Έφις αναστέναξε. «Και τώρα; Οι κυράδες μου ηρέμησαν κάπως επειδή τους υποσχέθηκα να σε διώξω, καταλαβαίνεις; Πιστεύουν ότι τις συναλλαγματικές τις υπόγραψε πράγματι ο ντον Πρέντου κι εγώ δεν είχα το θάρρος να τους πω την αλήθεια επειδή οι υπογραφές είναι ψεύτικες, έτσι δεν είναι; Λοιπόν, έτσι δεν είναι; Α, Τζατσίντο, ψυχή μου, τι έκανες!

Ναι, είναι κρίμα πως η μέρα έχει μόνο εικοσιτέσσερες ώρες, άμα θέλη κανείς να κατορθώση το αδύνατο. 17 του Δεκέμβρη Μου φαίνεται πως, χωρίς να το γνωρίζω καθαρά, όλα όσα έζησα και ζω, ό,τι είμουνα κ' είμαι, τραβούνε μ' έναν παράξενον τρόπο προς ένα τέλος, δίχως εγώ να μπορώ να κινήσω ούτε το δάχτυλο. Στο μεταξύ ζω τη συνηθισμένη μου ζωή και δεν πιστεύω πως με βρίσκει κανένας αλλαγμένον.

Η γιαγιά μου έλεγεν, ότι όποιος αγαπήση αληθινά την δουλειά, με σταυρωμένα χέρια δεν ειμπορεί πεια να μείνη... Περίεργον! Όλοι εστέκοντο εκστατικοί και έβλεπαν την μικράν κόρην· είχεν αρχίσει με δισταγμόν σιγά-σιγά και τώρα η σαΐτα έτρεχετα χέρια της σαν να ήτο χρόνια η μικρά συνηθισμένη να υφαίνη! Τα τρία δάκτυλα πανί γρήγορα έγιναν τακτικά και νοικοκυρευμένα.

Ήρχισεν η δευτέρα· αυτή ήτο συνηθισμένη να υφαίνη· είχαν εργαλειό εις το σπίτι των και ήτο και φυσικά πολύ επιτήδεια κόρη. «Πώς θέλω να έχω δικό μου εργαλειό! εσυλλογίζετο η χωρική, ενώ η σαΐτα τρέχειτα χέρια της.

Τότε πρώτα να χωρίσης εις δύο το καρύδι, και έπειτα να κτυπήσης. Το ενόησες; Μη με παρακούσης! Συνηθισμένη η Φωτεινή να υπακούη τους μεγαλύτερους της, έβαλε το καρύδι εις την τσέπην της. Το δειλινό εστάθη να δώση να φάγουν αι όρνιθές της και εκάθισεν από κάτω από μίαν καστανιά.

Σ' όλην όμως την ταραχήν, οπού βρίσκονταν, ήλεγε μέσα του πάλε, ιδές τι ευτυχισμένην ζωή χαίρονται τούτοι οι χωριάταις, απολαβαίνονν τ' αγαθά, οπού ο θεός εχάρισε του ανθρώπου, χωρίς να τους μέλη να ταξιδεύουν για να μάθουν πώς να κρίνουν την γλώσσαν, οπού ηξεύρουν. Σαν αποδείπνισαν, και εσηκώθηκε το τραπέζι, ο Γέροντας άναψε τη βέργα του τη συνηθισμένη, διορίζοντας να φέρουν και του ξένου.

Τότε ανάμεσα σ’ αυτή, στις Πιντόρ, στο κορίτσι και στις γυναίκες μέσα άρχισε η συνηθισμένη κουβέντα: όπως στο χωριό όλο το χρόνο μιλούσαν για το πανηγύρι, τώρα που βρίσκονταν στο πανηγύρι μιλούσαν για το χωριό. «Δεν καταλαβαίνω πώς αφήσατε μόνο το σπίτι κυρά Καλί, πώς το αφήσατε μόνο;», είπε ένα ψηλό κορίτσι που κουβαλούσε κάτω από την ποδιά ένα δοχείο με πηγμένο γάλα, δώρο του παπά στις κυρίες Πιντόρ. «Νατόλια, καρδούλα μου!

Ο Έφις, γονατιστός σε μια γωνιά, είχε βυθιστεί στη συνηθισμένη πονεμένη έκσταση και πλάι του η Γκριζέντα, γονατιστή κι αυτή, άκαμπτη σαν ξύλινος άγγελος έψελνε στενάζοντας από αγάπη. Το πορφυρό φως του δειλινού, πιο απαλό προς την Αγία Τράπεζα εξ αιτίας της λάμψης των κεριών, σκέπαζε τους πιστούς σαν αιμάτινο πέπλο, αλλά σιγά σιγά το πέπλο έγινε μαύρο, ξανοίγοντας μόλις από το χρυσάφι των κεριών.

Συγκριτική σημασιολογία ή σημαντική μπορεί να γίνη μόνο με τα λεξικά· και μας χρειάζουνται λεξικά για να καταλάβουμε τα μεσαιωνικά κείμενα. Άμα διούμε ποια είναι η συνηθισμένη της και κοινή σημασία στα κείμενα της ίδιας εποχής, τότες βγαίνει αμέσως το νόημα. Θέλουμε όμως λεξικά, για να το μάθουμε γρήγορα και με μια ματιά.

Ερχομένη η συνηθισμένη ώρα εμίσευσα, τάζοντάς της Σχυρίνας ότι θα βάλω εις έργον το τάξιμόν μου.