Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025
— Ποίον Δερμίνην; — Τον θαλαμηπόλον του καρδιναλίου. — Ενθυμούμαι. — Λοιπόν αυτή η Βεάτη μου παρήγγειλε να της κάμω ένα κλειδί. — Και μου έστειλε τον τύπον. — Εννοώ. — Λοιπόν το κλειδί είνε αυτό. — Καλά. — Και της υποσχέθηκα να της το φέρω αύριον. — Λοιπόν; — Λοιπόν, επειδή αύριον έχω εργασίαν, δεν έχω καιρόν να της το φέρω, και είνε αρκετά μακράν. Ο Σκούντας εφαίνετο σύννους.
Από μέρους της ευχαρίστως θα διέταζε να του πουν πως δεν ήτο εκεί, και όταν μπήκε του εφώναξε με είδος ζωηρής ταραχής: — Δεν εφυλάξετε το λόγο σας. Δεν υποσχέθηκα τίποτε, ήτον η απόκρισή του. — Έπρεπε τουλάχιστον να υπακούσετε στην παράκλησή μου, είπεν εκείνη· σας παρεκάλεσα για την ησυχία και των δυο μας. Όλη η δύναμη αυτών των λόγων τον εκυρίεψε τον δυστυχισμένο.
Γι' αυτό ο μικρός αδερφός έπρεπε να περιμένη ως τα σήμερα το βιβλίο του. Τώρα και γω είμαι άλλος κι όλα γύρω μου είναι νέα. Ο μικρός βέβαια δεν ήξερε τι μου ζητούσε, όπως και γω δεν ήξερα τι υποσχέθηκα. Όμως ακούω μια φωνή, που με βιάζει να κρατήσω την υπόσχεσή μου. Ολάκερο το βιβλίο αυτό είναι βιβλίο του θανάτου κι όμως μου φαίνεται πως μιλεί περσότερο για ευτυχία παρά για δυστυχία.
Γιατί τάχα; Δεν έχω να κάνω πεια τίποτα κει μέσα, αφού η κυρά μου με στέλνει μακρυά να ετοιμάσω το ολοφώτεινο σπήτι που της υποσχέθηκα, το κρυστάλλινο σπήτι, το στολισμένο με ρόδα, φωτεινό το πρωί όταν λάμπη ο ήλιος. «Φεύγα, λοιπόν, τρελλέ. Στο διάβολο!» Οι υπηρέτες άνοιξαν τόπο κι' ο τρελλός χωρίς βία, έφυγε χοροπηδώντας.
Χθες απέφυγα να παρευρεθώ κατά την εορτήν των επινικίων, φοβηθείς τον όχλον· σήμερα όμως του υποσχέθηκα ότι θα υπάγω. Αυτός είναι ο λόγος που εκαλλωπίσθην, διά να μεταβώ ωραίος προς ωραίον. Αλλά τι ιδέαν έχεις, επρόσθεσε, αν σου επρότεινα να έλθης και συ εις το δείπνον απρόσκλητος; — Όπως ορίζεις, απήντησεν ο Αριστόδημος.
Έτσι μπορούσε να απελευθερωθεί από το πιο αισχρό μέρος του βάρους που τον πλάκωνε: από τη σιωπή. «Λέγε μου», είπε, ενώ ο Έφις πήγαινε να καθίσει στη συνηθισμένη θέση χωρίς ν’ αφήσει το καλάθι από το χέρι του. «Λέγε!», επανέλαβε δυνατότερα όταν είδε τον άλλο να σιωπά. «Τώρα;» ο Έφις αναστέναξε. «Και τώρα; Οι κυράδες μου ηρέμησαν κάπως επειδή τους υποσχέθηκα να σε διώξω, καταλαβαίνεις; Πιστεύουν ότι τις συναλλαγματικές τις υπόγραψε πράγματι ο ντον Πρέντου κι εγώ δεν είχα το θάρρος να τους πω την αλήθεια επειδή οι υπογραφές είναι ψεύτικες, έτσι δεν είναι; Λοιπόν, έτσι δεν είναι; Α, Τζατσίντο, ψυχή μου, τι έκανες!
Δεν επίστευα τίποτες από όσα μου υπόσχουνταν και μετά το κακό που μου έκαμεν, είχα περισσότερη όρεξι να τον πνίξω παρά να τον δουλέψω. Ημπορούσε όμως να με κάμη να χάσω τη θέσι μου, και του υποσχέθηκα να ετοιμάσω, τα γράμματα αμέσως. Το απόγευμα έστειλε να τα πάρη μ' ένα υπαξιωματικό.
Και αυτή μου απεκρίθη, ότι ημπορεί και είναι έτοιμη να το κάμη, όμως με δύο υποσχέσεις τοιαύτας, ήγουν να της δώσω τον αυτόν μου υιόν διά άνδρα, και να της δώσω ελευθερίαν διά να τιμωρήση εκείνην που τον εμεταμόρφωσεν εις τέτοιον σχήμα· και εγώ της υποσχέθηκα και τα δύο ζητήματα.
Κύτταξε τον λύκο του τουφεκιού μου σηκωμένο! Αν με το πης, σε χαρίζω ό τι μου έκλεψες. Αν το κρύψης, χάνεις την ζωή σου! — Έτσι του είπα, και καλά έκαμα. Γιατί ο μυλωνάς ήταν δειλός κλεφταποδόχος, και σαν είδε τα στενά: — Υποσχέσου, μοι είπε, πως δεν θα κάμης το φονικό μέσα στον μύλο μου και σου δείχνω τον άνθρωπό σου. Υποσχέθηκα. — Κρύψου, λοιπόν, μοι είπεν, εδώ από πίσου.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν