United States or Brazil ? Vote for the TOP Country of the Week !


Προχωρήσαντες εφθάσαμεν μετ' ολίγον εις το δικαστήριον του Μίνωος, τον οποίον ευρήκαμεν να κάθηται επί θρόνου υψηλού, εκατέρωθεν δε αυτού εστέκοντο αι Ποιναί, αι Εριννύες και οι εκδικηταί Δαίμονες.

Επί τέλους εγύρισε με συστολήν να ιδή τι λέγουν τα άλλα άνθη διά την τιμήν και την ευτυχίαν της επισκέψεως της κίχλας. Οι λαλέδες εστέκοντο ακόμη πλέον τεντωμένοι από πριν, και ήσαν κατακόκκινοι από τον θυμόν των. Αι δε δενδρομολόχαι εζάρωναν, και αν είχαν φωνήν θα έκαμναν απ' ασπρού το ταπεινόν χαμόμηλον.

Μέσα εις το περιβόλι ήσαν πολλά άλλα μεγαλοπρεπή άνθη· και όσον ολιγώτερον εμύριζαν τόσον περισσότερον εφούσκωναν και υπερηφανεύοντο. Αι δενδρομολόχαι είχαν κατορθώσει να γείνουν μεγαλείτεραι από το τριαντάφυλλον, οι δε λαλέδες είχαν λαμπρότατα χρώματα και εστέκοντο όλόρθοι διά να φαίνωνται καλλίτερα. Δεν κατεδέχοντο καν να ιδούν το χαμόμηλον.

Καθώς επλησίασε το τέλος της, και μου είπε: Φέρε μου τα επάνω, και καθώς τα επήγα μέσα, τα μικρότερα, τα οποία δεν ήξευραν, και τα μεγαλύτερα, τα οποία ήσαν αναίσθητα καθώς εστέκοντο γύρω εις την κλίνην, και εκείνη ανύψωσε τα χέρια της, και εδεήθη επάνω των, και τα εφίλησε το έν μετά το άλλο και τα απέπεμψε, τότε δα μου είπε: να είσαι η μητέρα των! Της έδωκα τον λόγον μου.

Ο δε Ορφεύς και ο Αμφίων, οίτινες υπήρξαν οι γοητευτικότεροι των μουσικών και διά της μουσικής των συνεκίνουν και αυτά τα άψυχα, αν ήκουον το άσμα της γυναικός εκείνης, θ' άφιναν τας κιθάρας και θα εστέκοντο να την ακούουν.

Αλλ' ο Αναγνώστης ο Ξυνιάς, ο επιλεγόμενος Τερερές, εδείκνυε με μορφασμούς, ενώ έψαλλεν, ότι εθεώρει το λάθος που έγεινε πολύ σοβαρόν. Εν τω μεταξύ διάφοροι χωριανοί, βλέποντες φως εις την εκκλησίαν, εισήρχοντο και εστέκοντο με τα φέσια υπό μάλης. Και αν ο Μανώλης δεν απησχολείτο εις τα καθήκοντα του αναδόχου, θα έβλεπε μεταξύ των τελευταίων εισελθόντων ένα παλαιόν γνώριμόν του.

— Η προαίρεσις δίδου ! εφώναζε πλέον με θάρρος ο Φαφάνας, ο οποίος αφού ετελείωσε την δεξιάν πλευράν του ναού, ήθελε να στραφή προς το παγκάριον, οπού κοντάτους επιτρόπους εστέκοντο οι υπάλληλοι, και να εισέλθη κατόπιν εις την αριστεράν πλευράν, οπού ήσαν οι ποιμένες και όλη η τάξις των εργατικών και ξευγηλατών.

Η γιαγιά μου έλεγεν, ότι όποιος αγαπήση αληθινά την δουλειά, με σταυρωμένα χέρια δεν ειμπορεί πεια να μείνη... Περίεργον! Όλοι εστέκοντο εκστατικοί και έβλεπαν την μικράν κόρην· είχεν αρχίσει με δισταγμόν σιγά-σιγά και τώρα η σαΐτα έτρεχετα χέρια της σαν να ήτο χρόνια η μικρά συνηθισμένη να υφαίνη! Τα τρία δάκτυλα πανί γρήγορα έγιναν τακτικά και νοικοκυρευμένα.

Ο Ρούντυ ήλθεν εδώ κατά το βράδυ· είχαν πολλά να ψιθυρίσουν αυτός και η Μπαμπέττα και μυστικά να 'πούν αναμεταξύ των· εστέκοντο εις τον διάδρομον εμπρός εις το δωμάτιον του μυλωθρού.