Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025
Εκείνη, ήκουεν, όπως θα ήκουε τον ήχον αυλού ελληνικού ή κιθάρας, μουσικήν αλλόκοτον ήτις εισεχώρει εις τα ώτα της, έφλεγε το αίμα της και επλήρου την καρδίαν της με αδυναμίαν, με φόβον ως και με υπερφυά χαράν. Η Λίγεια ύψωσε προς τον Βινίκιον τα βλέμματά της ως να εξύπνα εξ ονείρου.
Ώ, που με της εφτάφωνης κιθάρας το άψυχο το κέρας τραγουδάς τους ύμνους τους αρμονικούς στης μούσες, γυιέ της Λητούς! σε σένα θα μιλήσω: ήλθες 'ς εμέ με τα χρυσά μαλλιά σου αστράφτοντας, όταν εγώ τα στήθια εστόλιζα με κίτρινα λουλούδια, όμοια με τα χρυσά φορέματά μου.
Ο δε Ορφεύς και ο Αμφίων, οίτινες υπήρξαν οι γοητευτικότεροι των μουσικών και διά της μουσικής των συνεκίνουν και αυτά τα άψυχα, αν ήκουον το άσμα της γυναικός εκείνης, θ' άφιναν τας κιθάρας και θα εστέκοντο να την ακούουν.
Και αν δεν υπήρχον οι κυκλικοί αυληταί και οι άδοντες σεμνά άσματα εν συνοδεία κιθάρας, υπάρχει η σοβαρά τραγωδία και η ευθυμοτάτη κωμωδία, αι οποίαι και εις τους αγώνας έχουν εισαχθή. Πρέπει να κάμης μακράν απολογίαν προς τους πεπαιδευμένους, εάν θέλης να μη σε αποκηρύξουν και σε εκδιώξουν εκ του ομίλου των σπουδαίων ανθρώπων.
Είπε κ' εκείνους άφησεν, όπ' ήσυχα εβαδίζαν, και αυτός ογλήγορ' έφθασε 'ς το δώμα του κυρίου. 255 εμπήκε κ' ευθύς κάθιζε μαζή με τους μνηστήραις, αντίκρυ 'ς τον Ευρύμαχον, όπ' υπεραγαπούσε. ευθύς μερίδα του 'φεραν κρεάτων οι υπηρέταις, και άρτον κατόπ' η σεβαστή κελλάρισσα, να φάγη. τότ' ο Οδυσσέας έφθασε και ο θείος χοιροτρόφος, 260 κ' έμειναν• ήλθεν ως αυτούς της βαθουλής κιθάρας ο ήχος, ότ' ήδ' άρχιζεν ο Φήμιος το τραγούδι• κ' είπε, το χέρι σφίγγοντας του χοιροτρόφου, εκείνος• «Εύμαιε, τούτα' ναι τα λαμπρά παλάτια του Οδυσσέα• ότι και ανάμεσα πολλών καθείς τα ξεχωρίζει• 265 πρώτα θωρώ και δεύτερα, και αυλήν έχουν ωραία με τείχος και με στέφανα, με θύρα στερεωμένη δίφυλλη• ποιος περήφανα θα τα καταφρονούσε; και άνθρωποι μέσα πάμπολλοι, θαρρώ, συμποσιάζουν• ευωδιαστός βγαίνει καπνός, και ηχεί μέσα η κιθάρα, 270 'που της τραπέζης σύντροφον οι αθάνατοι διωρίσαν».
Παίρνει τη γραμμένη λέξη και η δράσις, η χειρονομία, η φωνή του γίνονται μέσα αποκαλύψεως. Ο τραγουδιστής ή ο παίκτης κιθάρας και βιόλας είναι ο κριτικός της μουσικής.
Ο Καίσαρ, όστις από τινος είχεν εγκαταλείψει τον εξώστην, εφάνη αιφνιδίως επί της ανθοσπαρμένης κονίστρας, ενδεδυμένος πορφύραν και με χρυσούν στέφανον. Δώδεκα αοιδοί τον ηκολούθουν ωπλισμένοι με κιθάρας. Εκείνος με αργυράν βάρβιτον εις την χείρα, εγερθείς επροχώρησε με βήμα επίσημον μέχρι του κέντρου, εχαιρέτισεν επανειλημμένως και ύψωσε τους οφθαλμούς προς τον ουρανόν.
Με τας οφρύς του, τας ηνωμένας ως τόξον, με τους οφθαλμούς του τους λαμπυρίζοντας και την ηλιοκαή επιδερμίδα εσυμβόλιζε την νεότητα και την ρώμην. Εφάνη τόσον ωραίος εις την Λίγειαν, ώστε αύτη μόλις ηδυνήθη να αρθρώση: — Χαίρε, ω Μάρκε . . . Εκείνος είπεν: — Ευτυχείς οι οφθαλμοί μου οίτινες σε θεωρούν! ευτυχή τα ώτα μου, τα οποία ακούουν την φωνήν σου, την γλυκυτέραν κιθάρας και αυλού.
Επομένως η χρήσις του αυλού και της κιθάρας εκτός μόνον όταν συνοδεύη τον χορόν και το άσμα, η κάθε μία απογυμνωμένη θα ήτο χρήσις εντελώς άμουσος και αγυρτική. Και εις αυτά μεν αυτά έχομεν να ειπούμεν. Ημείς όμως δεν εξετάζομεν τι δεν πρέπει να μεταχειρίζωνται από τας Μούσας όσοι από ημάς είναι πλέον τριάντα ετών και όσοι επέρασαν τα πενήντα, αλλά τι πρέπει λοιπόν.
Τα νυκτερινά τρυζωνάκια, τρυπωμένα υπό τους θάμνους του ευώδους δριγάνου, συνώδευον αυτό γλυκύτατα διά των τρυγμάτων αυτών, ως μονοχόρδου κιθάρας φθόγγων, φθόγγων της νυκτός και των ερήμων αγρών. — Είδατε! Δε σας τα είπα εγώ; Ηκούσθη τότε η φωνή της Φουλίτσας, ήτις έσπευδεν ν' ανακοινώση εις όλας τα νέα, τα οποία ως ψύλλοι την ηνώχλουν τόσην ώραν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν