United States or Samoa ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εγώ σε πρωταγάπησα, κόρη μου, σαν πρωτώρθες θέλοντας με τη μάννα μου λαλέδες να μαζέψης απ' το βουνό, κ' εγώ μπροστά σας έδειχνα τη στράτα. Αχ! από τότε λαχταρώ και θέλω να σε βλέπω και δεν μπορώ να κάνω αλλοιώς· μα δε σε νοιάζει εσένα.

Αυτό δε το πτωχόν εκατάλαβεν ότι δεν το καλοβλέπουν οι μεγαλοπρεπείς του συγκάτοικοι, και εμελαγχόλησε. Εκεί καταβαίνει εις το περιβόλι μία νέα με έν μεγάλον ψαλίδι εις το χέρι, προχωρεί προς τους λαλέδες και κόπτει ένα, κόπτει δύο, κόπτει ένα σωρόν. —Αχ! εστέναξε το χαμόμηλον. Φρίκη! Κρίμα τα ωραία άνθη! Η νέα έφυγε με το ψαλίδι εις το έν χέρι και τους κομμένους λαλέδες εις το άλλο.

Επί τέλους εγύρισε με συστολήν να ιδή τι λέγουν τα άλλα άνθη διά την τιμήν και την ευτυχίαν της επισκέψεως της κίχλας. Οι λαλέδες εστέκοντο ακόμη πλέον τεντωμένοι από πριν, και ήσαν κατακόκκινοι από τον θυμόν των. Αι δε δενδρομολόχαι εζάρωναν, και αν είχαν φωνήν θα έκαμναν απ' ασπρού το ταπεινόν χαμόμηλον.

Μέσα εις το περιβόλι ήσαν πολλά άλλα μεγαλοπρεπή άνθη· και όσον ολιγώτερον εμύριζαν τόσον περισσότερον εφούσκωναν και υπερηφανεύοντο. Αι δενδρομολόχαι είχαν κατορθώσει να γείνουν μεγαλείτεραι από το τριαντάφυλλον, οι δε λαλέδες είχαν λαμπρότατα χρώματα και εστέκοντο όλόρθοι διά να φαίνωνται καλλίτερα. Δεν κατεδέχοντο καν να ιδούν το χαμόμηλον.