United States or Christmas Island ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τελειώνοντας που να ομιλή έτσι, εισήλθεν εις τον οντά, και επήγαινε προς την βασίλισσαν, και κατά το μέτρον που επλησίαζε προς αυτήν, ω θέαμα ανήκουστον, έτσι αυτή έχανε την όψιν της, τα μάγουλά της που ήταν κόκκινα ωσάν το τριαντάφυλλον, ευθύς εμεταβάλθηχαν εις αχνότητα πεθαμμένου· τα χείλη της έγιναν μελαψά· αφανίσθη το χαρούμενόν της πρόσωπον και τα εύμορφά της τα μάτια εκλείσθηκαν, ωσάν αποθαμμένης.

Το κορίτσι αυτό εδώ επάνω εις το βουνό ήτο δροσερό, 'σάν το λευκό το χιόνι, γεμάτο σφρίγος σαν το τριαντάφυλλον των Άλπεων και ταχύπους σαν το ζαρκάδι, αλλά όμως από την πλευράν του Αδάμ φιασμένο, όπως και ο Ρούντυ.

ΡΩΜΑΙΟΣ Καθώς η ευγένεια το απαιτεί. ΜΕΡΚΟΥΤΙΟΣ Ως προς τούτο, μη λησμονής, ότι εγώ είμαι της ευγενείας το άνθος. ΡΩΜΑΙΟΣ Τριαντάφυλλον; ΜΕΡΚΟΥΤΙΟΣ Μάλιστα τριαντάφυλλον. ΡΩΜΑΙΟΣ Εγώ τα έχω εις τα ποδάρια μου τα τριαντάφυλλα. Κύτταξε τα δεσίματα των υποδημάτων μου. ΜΕΡΚΟΥΤΙΟΣ Τι νόστιμος οπού είσαι. Μη στέκης!

Ο Κατής, που φυσικά αγαπούσε τες γυναίκες, ευθύς που την εγνώρισεν από το φέρσιμόν της, πως θα είναι μία ωραία γυναίκα, σηκωνόμενος από εκεί που εκάθονταν, επλησίασεν εις αυτήν, και την επήρε και την έφερεν εις έναν παραοντά και αφού την έβαλε και εκάθησε την υποχρέωσε διά να σηκώση το απανωμπούλωμα από τους οφθαλμούς της· μα ο Κατής ευθύς που είδε την ωραιότητά της έμεινε τρωμένος παρομοίως ωσάν τον Χόντζα, και όλος γεμάτος από αγάπην· ω ωραίον τριαντάφυλλον εφώναξεν, ειπέ μου τι ζητάς·, και διά ποίαν υπόθεσιν ήλθες; και στάσου βέβαιη, ότι διά λόγου σου θέλω κάμει ότι με προστάξης.

Οι πολιορκούμενοι έπεμψαν επίτηδες ένα εκ των σημαντικωτέρων αξιωματικών, ονομαζόμενον Τριαντάφυλλον Λήμνιον διά να γνωστοποιήσωσιν εις τον αρχιστράτηγον ότι με στενοχωρίαν μεν, πλην δύνανται να ανθέξωσιν ακόμη τρεις μήνας, εάν και το έξω στρατόπεδον διαμείνη εις Φαληρέα.

Και αι τρεις είχον ήδη τους κόλπους «ως νεβρούς δορκάδος κοιμωμένους εν μέσω κρίνων». Η δε χροιά του προσώπου των ερρόδιζεν ως λευκόν τριαντάφυλλον.

Μέσα εις το περιβόλι ήσαν πολλά άλλα μεγαλοπρεπή άνθη· και όσον ολιγώτερον εμύριζαν τόσον περισσότερον εφούσκωναν και υπερηφανεύοντο. Αι δενδρομολόχαι είχαν κατορθώσει να γείνουν μεγαλείτεραι από το τριαντάφυλλον, οι δε λαλέδες είχαν λαμπρότατα χρώματα και εστέκοντο όλόρθοι διά να φαίνωνται καλλίτερα. Δεν κατεδέχοντο καν να ιδούν το χαμόμηλον.

Ήτο κομμένη από χαρτί, και εφορούσεν έν ωραίον τούλινον φόρεμα με μίαν μεταξωτήν ζώνην γαλάζιαν, και εις την μέσην της ζώνης είχεν έν λαμπρόν τριαντάφυλλον χάρτινον, μεγαλείτερον από την κεφαλήν της.

Το φόρεμά της ήναψε διά μιας, και εκάη όλη αμέσως. Τότε και ο στρατιώτης έλυωσε. Και την αυγήν η υπηρέτρια, όταν επήρε την στάκτην, τον ηύρε μέσα εκεί. Είχε γείνει ένας βώλος, αλλά ωμοίαζεν ωσάν καρδία το σχήμα του. Από δε την χορεύτριαν δεν εσώθη τίποτε, παρά μόνον το τριαντάφυλλόν της, το οποίον είχε μισοκαή και ήτο κατάμαυρον. Μίαν φοράν ήτο μία δραχμή.

Τότε ο Χόντζας όλος γεμάτος από αγαλλίασιν έβγαλε μίαν σακκούλαν, εις την οποίαν είχε τας δύο χιλιάδες φλωριά, και της λέγει· ιδού, ω τριαντάφυλλον του παραδείσου, τα όσα σου έταξα, το οποίον είνε το ουδέν εις αντάμειψιν μιας τέτοιας ευτυχίας μου.