United States or Ireland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Γιατί, παπά, πεθαίνουν τα μικρά παιδάκια; Ως απάντησις εις την ερώτησιν επήλθε το τροπάριον, το «Δόξα». «Άγγελος του Αδάμ εχρημάτισεν η του ξύλου απόγευσις πάλαι εν Εδέμ . . . δι' αυτού γάρ εισήλθεν ο θάνατος, παγγενή κατεσθίων τον άνθρωπον . . . » Είτα η εκφορά έγεινεν έξω του ναΐσκου των Ταξιαρχών. Η γραία, η συντέκνισσα, εκράτει το μικρόν πρόχειρον φέρετρον, εν είδει λίκνου.

Διηγούνται μάλιστα, ότι πέρυσιν, ότε περί τας αρχάς Σεπτεμβρίου απεφασίσθη να αφαιρεθώσιν οι λουτήρες ένεκα ελλείψεως λουομένων, εύρον αυτόν εν τούτοις οι εργάται εντός ενός λουτήρος, ενδυμένον, εννοείται, ως ο Αδάμ προ της αμαρτίας, κρατούντα σφιγκτά τας δοκούς του παραπήγματος, και μη συναινούντα να παύση τα λουτρά του, διότι . . του έλειπαν ακόμη δύο προς συμπλήρωσιν των ενενήκοντα.

Ακολούθως μετά το λιτόν σαρακοστιανόν, το οποίον έφαγον καθ' ομάδας καθίσαντες οι διάφοροι προσκυνηταί εδώ κ' εκεί επί των χόρτων και των ερειπίων, ο Φραγκούλης ητοίμασεν ιδιοχείρως ξύλινον σήμαντρον πρόχειρον κατά μίμησιν εκείνων τα οποία συνηθίζονται εις τα μοναστήρια, και φέρων τρεις γύρους περί τον ναόν, το έκρουσε μόνος του, πρώτον εις τροχαϊκόν ρυθμόν: «τον Αδάμ, Αδάμ, Αδάμ!», είτα εις ιαμβικόν: «το τάλαντον, το τάλαντον

Υπέμενεν ώστε οι ψευδείς κατήγοροί Του και οι ψευδείς ακροαταί των να περιπλέκωνται εις τα δίκτυα των ιδίων κακοβούλων ψευδών των, και η σιωπή του αθώου Ιησού εξιλέου τας πάλαι δικαιολογίας του ενόχου Αδάμ. Αλλ' η μεγαλοπρεπής εκείνη σιωπή τους ετάραττε, τους συνέχεε, τους εμώραινε. Κατεβάρυνεν αυτούς με αφόρητον το άχθος της αυτοκαταδίκης.

Εμπρός επί του στήθους της του παρθενικού, υπό τας πτυχάς του μαύρου ράσου, διεφαίνοντο τα Σχήματα της μοναχής, μέγας ερυθρός σταυρός με την Λόγχην και τον Σπόγγον ένθεν και ένθεν εν σχήματι τριγώνου, έχοντος προς τα κάτω την κορυφήν, όπου ήτο κεντημένον, ερυθρόν και αυτό, το γυμνόν κρανίον του Αδάμ. Η φωνή της ην ασθενής αλλά γλυκυτάτη, φωνή αγγελική.

Οι σκύλλοι, οι μαϊμούδες κι οι παπαγάλοι είναι χίλιες φορές λιγώτερο δυστυχισμένοι από μας· τα ολλαντικά φετίς τα οποία μ' έχουνε προσηλυτίσει, μου λένε κάθε Κυριακή, πως είμαστε όλοι παιδιά του Αδάμ, λευκοί και μαύροι. — Ω! Παγγλώσση, φώναξε ο Αγαθούλης, δεν είχες φαντασθή τέτοια βδελυγμία· θ' αρνηθώ κάθε αισιοδοξία! — Τι ναι η αισιοδοξία; ρωτούσε ο Κακαμπός.

Ο δε παραίτιος της δευτέρας ταύτης πτώσεως όνος, δυστυχέστερος γενόμενος και αυτού του Αδάμ ουδέ να χωνεύση επρόφθασε τον απηγορευμένον καρπόν, αλλά καταληφθείς υπό φοβερών σπασμών απέδωκεν ευθύς το πονηρόν του πνεύμα.

Αλλά φανταστήτε, αξιότιμοι Κύριοι, αν από τον καιρό του Αδάμ δεν άλλαζε ο κόσμος κι αν έμοιαζε κάθε γιος απαράλλαχτα τον πατέρα του, τι θα είμαστε σήμερα! Ας το πούμε σιγά σιγά, να μη μας ακούσουν· ο ίδιος ο Αδάμ θα βαριούνταν τη ζωή, κι όλοι μας εμείς που βρεθήκαμε τώρα στην Πόλη, δε θα γιορτάζαμε ίσως αφτό το Συνέδριο, μήτε θα είχαμε Ελληνικό Φιλολογικό Σύλλογο! Και θα είταν τόντις κρίμα.

Κατάραν εις τα Σύμπαντα καθώς ο Φάουστ ψάλλω... βαρδάτ' εμπρός... θα γυμνωθώ... τα ρούχα μου θα βγάλω.... εγώ από γυμνότητας καθόλου δεν ξιππάζομαι κι' ούτε με φύλλα της συκής σαν τον Αδάμ σκεπάζομαι. Βαρδάτ' εμπρός... θα γυμνωθώ... ελάτε, ανατόμοι, να κατακομματιάσετε τα μέλη μου τακέραια... ας ακουσθή και δι' αυτά η πάνσοφός σας γνώμη και τάντερά μου Δουκισσών ας γίνουν περιδέραια.

Πώς κι' ο Αδάμ ακόμη, που τόσον ετιμάτο, οπού ποτέ σκοτούραις δεν είχε και δουλειαίς, και μες 'στού Παραδείσου τους κήπους εκοιμάτο με πάνθηρας, με σαύραις και με δεντρογαλιαίς, τον απηγορευμένον ωρέγετο να φάγη ως που κατεκρημνίσθη με το δεξί του πλάγι;