United States or Mali ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αυτά τα ξεφωνητά προερχόντανε από δυο κορίτσια ολόγυμνα, που τρέχανε ανάλαφρα στην άκρη του λειβαδιού, ενώ δυο μαϊμούδες τις κυνηγούσανε και τις δαγκάνανε τους πισινούς. Ο Αγαθούλης τις συμπόνεσε κι' όπως είχε μάθει να σημαδεύη καλά από τους Βουλγάρους, θα μπορούσε να χτυπήση φουντούκι μέσα στο θάμνο του, χωρίς να γγίξη τα φύλλα.

Τώρα δρόμο! αφέντη μου· όλοι θα σας πάρουνε για Ιησουίτη, που πάει να δώση διαταγές· και θα περάσουμε τα σύνορα πριν μπορέσουνε να τρέξουνε κατόπι μας. Πετούσε, λέγοντας αυτά, και φώναζε ισπανικά! — Τόπο, τόπο στον αιδεσιμώτατο πάτερ ταγματάρχη! &Τι συνέβη στους δυο ταξιδιώτες με δυο κορίτσια, δυο μαϊμούδες και με τους άγριους, που λέγονται Αυτιάδες.&

Αλλά δεν μπορώ να λησμονήσω την έκπληξιν και τον τρόμον μου, όταν είδα να σκαρφαλώνη εις τα παράθυρα και να επιτίθεται εναντίον μας, μαχομένη με κλωτσιές και με τα νύχια της, ωρυομένη πληθύς παραδόξων όντων, τα οποία επήρα για χιμπατζήδες, ουραγκοτάγκους και μεγάλες μαϊμούδες του ακρωτηρίου της Καλής Ελπίδος.

ΚΑΛΙΜΠ. Δεν θέλω να ξέρω εγώ τίποτε από τούτα· χανουμε τον καιρό μας, και θα μας αλλάξη όλους σε πετροκαβούρους ή σε μαϊμούδες με τάσχημο κούτελο το στενό. ΣΤΕΦΑΝ. Τέρας, χεράπλωνε και συ· βόηθα να τα φέρουμε κει πώχω το βουτσάκι μου, ή διαφορετικά σ' εξορίζω από το βασίλειό μου· έλα, φέρε τούτο. ΤΡΙΝΚ. Και τούτο. ΣΤΕΦΑΝ. Ναι, και τούτο.

Σηκώνει λοιπόν το δίκαννο του ισπανικό τουφέκι, τραβά και σκοτώνει τις δυο μαϊμούδες. — Ευλογητός ο Θεός! αγαπημένε μου Κακαμπό! Έσωσα από μεγάλο κίνδυνο αυτά τα δυο δυστυχισμένα πλάσματα, Αν έκανα αμαρτία σκοτώνοντας έναν ιεροξεταστή κι' έναν Ιησουίτη, την επανώρθωσα σώζοντας τη ζωή των δυο κοριτσιών.

Δεν πιστεύω τίποτα, είπε ο Μαρτίνος, ούτε σ' όλα τα ονειροπολήματα, που μας διηγούνται αυτό τον τελευταίο καιρό. — Αλλά για ποιο σκοπό λοιπόν πλάστηκε αυτός ο κόσμος; — Για να μας κάνη να λυσσάξουμε, είπε ο Μαρτίνος. — Δε σας εκπλήσσει πολύ, εξακολούθησε ο Αγαθούλης, ο έρωτας αυτών των δυο κοριτσιών της χώρας των Αυτιάδων για τις δυο μαϊμούδες, που σας έχω μιλήσει;

Οι σκύλλοι, οι μαϊμούδες κι οι παπαγάλοι είναι χίλιες φορές λιγώτερο δυστυχισμένοι από μας· τα ολλαντικά φετίς τα οποία μ' έχουνε προσηλυτίσει, μου λένε κάθε Κυριακή, πως είμαστε όλοι παιδιά του Αδάμ, λευκοί και μαύροι. — Ω! Παγγλώσση, φώναξε ο Αγαθούλης, δεν είχες φαντασθή τέτοια βδελυγμία· θ' αρνηθώ κάθε αισιοδοξία! — Τι ναι η αισιοδοξία; ρωτούσε ο Κακαμπός.

Γιατί βρίσκετε τόσο παράξενο να υπάρχουνε μερικοί τόποι, όπου οι μαϊμούδες δέχονται τις περιποιήσεις των γυναικών; Οι μαϊμούδες είναι τέταρτα ανθρώπων, όπως εγώ τέταρτο Ισπανού.

Είναι, φαίνεται, κορίτσια καλής τάξης και τούτη η περιπέτεια μπορεί να μας δώση μεγάλα ωφελήματα σ' αυτό τον τόπο. Ήθελε να εξακολουθήση, μα η γλώσσα του πιάστηκε, άμα είδε τα δυο κορίτσια ν' αγκαλιάζουνε τρυφερά τις δυο μαϊμούδες, να ξεσπούνε σε κλάματα πάνω στα σώματά τους και να γεμίζουνε τον αέρα από τα πιο πονεμένα ξεφωνητά.

Αμμή, για την παραμικρήν αφορμή, τους βάνει να με κυνηγάν πότε ωσάν μαϊμούδες, που μου κάνουν κάθε λογής άσχημα μούτρα, μου τριζοκτυπούν τα δόντια τους, κ' έπειτα με δαγκάν. πότε ωσάν σκατζοχέροι, που μουλώνουν κουβαριασμένοι στο δρόμο εμένα του ξυπόλυτου, και όπου πατήσω μου στηλώνουν ταγκάθια τους.