Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Μαΐου 2025
Είχε ζήσει εις τα ήμερα βουνά τα εγγύς της πολίχνης, όπου ο παράσιτος νεωτερισμός ακόμη δεν είχε ποδάρια διά ν' αναρριχηθή, ωνόμαζε το πιάτο, &πινάκι&, την σουπιέρα, &λοπάδα&, το μπαρμπούνι, &τριγλί&, το τσεκούρι, &αξινάρι&. την πουλάδα, &νοσσίδα&, και την κουμπάρα, εις την οποίαν ωμίλει, την προσηγόρευε «συντέκνισσα». Πλην τούτων, είχεν άλλας τινάς αφελείς λεπτότητας και ευφημισμούς εις την γλώσσαν, και τον τοκετόν απεκάλει «σπαργάνισμα».
Προ ολίγων ημερών είχε φέρει εις την οικίαν του παπά, όπως κατ' έτος εσυνήθιζεν, ογκώδη οπωσούν σάκκον με αλεύρι από εντόπιον σίτον, παραγωγήν από τους κόπους των ιδίων τέκνων της, και διά τον λόγον τούτον, ως και διότι ήτο συντέκνισσα της, απήλαυε της εύνοιας της παπαδιάς. — Θ' αργήσ' ου παππάς, συντέκνισσα; — Όπου είναι, έρχεται, κουμπάρα.
Η συντέκνισσα είχεν έλθει ασθμαίνουσα, σχεδόν «ξεγλωσσασμένη» την ώραν που ο παπάς ητοιμάζετο να υπάγη στον εσπερινόν. Άρχισε να διηγήται·
— Ο σχωρεμένος ο Βαργένης το έκοψε . . . μα κ' εκείνος δεν είχε κάμει νισάφι με το τσεκούρι του· όλο θεώρατα δέντρα, τόσα σημαδιακά πράμματα . . . Σαν τώκοψε κ' ύστερα, δεν είδε χαΐρι και προκοπή. Αρρώστησε, και σε λίγαις μέραις 'πέθανε . . . Το Μεγάλο Δέντρο ήτον στοιχειωμένο. Γεννήσατε; — Σπαργανίσαμε, συντέκνισσα.
— Τουλόου σ' θα το βαφτίσης, κουμπάρα! . . . Τι κρίμα που δεν μπορώ κ' εγώ νάρθω, να γείνω νουνά. — Ας είσαι καλά, συντέκνισσα, είπεν η γραία. Μου έχεις βαφτίσει δύο παιδιά απ' το λαιμό σου, και τα δυο ζούνε . . . Τώρα εγώ θα κάμω τη νουνά. Επήγαν μέχρι του ενοριακού ναού, είτα εξεκίνησαν.
Τρεις ημέρας ύστερον, την Τρίτην το μεσημέρι, η συντέκνισσα κατήλθε πάλιν με πρόσωπον κατηφές. Το παιδίον είχεν αποθάνει. — Όπως πης η αγιωσύνη σου, είπε . . . να το βάλωμε 'ς άγιο χώμα; — Είναι στον Παράδεισο πρύμα, όπου και αν το βάλουμε, είπεν ο παπάς. — Με τα τσαρουχάκια του; συνεπλήρωσε την παροιμιώδη έκφρασιν η παπαδιά.
Η συντέκνισσα είχε φέρει από το καλύβι, εντός καλάθου, μίαν φιάλην γεμάτην . . . όχι γάλα, αλλά καθαρόν νερόν, από το αγίασμα των Ταξιαρχών, το αναβλύζον υπ' αυτό το ιερόν βήμα του εξοχικού ναΐσκου. Διηγήθη εν ολίγοις εις την πρεσβυτέραν ότι η κόρη της, η Κρατήρα, ήτις είχεν υπανδρευθή προ τριών ετών, εγέννησε την νύκτα αυτήν το δεύτερον παιδί της, αγόρι.
— Έχω το γαϊδουράκι, επανέλαβε και δευτέραν φοράν η συντέκνισσα. Φέρε να τα φορτώσω, παπά . . . Καβαλλικεύεις κ' η αγιωσύνη σου. — Βλέπουμε· κουμπάρα, φόρτωσε τα ιερά, κ' έλα ως την εκκλησιά με το γαϊδουράκι. Η παπαδιά ανήσυχος τους έβλεπεν αναχωρούντας, αλλά δεν ετόλμα να εκφωνήση παράπονον ή αντίρρησίν τινα, έκαμε την ανάγκην φιλοτιμίαν, και είπε·
Το ονάριον επάτει ως επάνω εις βαμβάκια στρωμένα, έτρεχεν, έτρεχε κι' ο παπάς καβάλλα . . . Έτρεχε κ' η συντέκνισσα απ' οπίσω απ' την ουράν, γνωρίζουσα με ελαφρά τινα επιφωνήματα και με μίαν βέργαν την οποίαν εκράτει, να κάμνη το υποζύγιον να τρέχη. Έτριζε το χιόνι υπό τα βήματα. Επήγαν από τον κάτω δρόμον, το ρέμμα-ρέμμα, όπου δεν είχε πιάσει πολύ το χιόνι.
Πλησίον εις το ρεύμα του μικρού χειμάρρου, εις το αμμόχωμα, το χιόνι καθώς έπιπτεν, έλυωνε. Η συντέκνισσα έλεγεν — Ο Χριστός μαζί μας! Ενόει πρώτον το Άγιον Αρτοφόριον, το οποίον ο παπάς είχε βάλει εις τον κόλπον του, είτα το Άγιον Μύρον και τα ιερά σύμβολα, Ευαγγέλιον και Σταυρόν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν