United States or Iceland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το ονάριον επάτει ως επάνω εις βαμβάκια στρωμένα, έτρεχεν, έτρεχε κι' ο παπάς καβάλλα . . . Έτρεχε κ' η συντέκνισσα απ' οπίσω απ' την ουράν, γνωρίζουσα με ελαφρά τινα επιφωνήματα και με μίαν βέργαν την οποίαν εκράτει, να κάμνη το υποζύγιον να τρέχη. Έτριζε το χιόνι υπό τα βήματα. Επήγαν από τον κάτω δρόμον, το ρέμμα-ρέμμα, όπου δεν είχε πιάσει πολύ το χιόνι.

Και ιδού, αμέσως άμα τον ευρίσκουν οι φίλοι του μετά την αναχώρησιν του Πνεύματος, παίζει το πλαστόν εκείνο πρόσωπον με τα αστεία επιφωνήματα, με τας ατόπους απαντήσεις, με την έκτακτον και ζαλισμένην ομιλίαν, με τους φοβερούς υπαινιγμούς, και δεν το αποβάλλει παρά αφού με ιερώτατον όρκον υποχρέωσε τους φίλους του να μη είπουν εις κανέναν ό,τι είδαν και ό,τι άκουσαν εκείνην την νύκτα, και να μη δείξουν ποτέ ότι γνωρίζουν τον λόγον της πλαστής παραφροσύνης του.

ΚΥΡΙΟΣ. Τι είνε αυτά τα θεατρικά επιφωνήματα; Έλα τώρα, πήγαινε με τους μαδητάς, αλλά προηγουμένως ν' αποβάλης την λεοντήν, διά να φανής τι γάιδαρος είσαι. Προλαλιά. Είχα πιστεύση και εγώ εις τον μύθον, κατά τον οποίον το ήλεκτρον παράγεται εκ των δακρύων των αιγείρων, αίτινες ευρίσκονται εις τας όχθας του ποταμού Ηριδανού και θρηνούν τον Φαέθοντα.

Αλλ' η Μαργή εις απάντησιν εξέτεινε προς αυτόν το άσπρο της χεράκι με ανοικτούς δακτύλους και είπε: — Να στα φεγγιά σου! Με όλα τα επιφωνήματα της ευχαριστήσεως, με τα οποία υπεδέχετο τον λιθοβολισμόν ο Μανώλης, δεν έμεινε και πολύ ευχαριστημένος εκ της σκηνής εκείνης.

Εις το Ηράκλειον της Κρήτης ήτο προ ετών ένας τρελλός Τούρκος, ο οποίος εξηρεθίζετο και ύβριζε και ελιθοβόλει οσάκις του απηύθυνον το επιφώνημα «Ζιτ! ζιτ!». Άμα ενεφανίζετο εις την Πλατειάν Στράταν, τα ερεθιστικά επιφωνήματα απετέλουν δαιμονιώδη βόμβον εκατέρωθεν. Ο δε παράφρων, ως κεντριζόμενος υπό οίστρου, εγίνετο έξαλλος και έτρεχεν υβρίζων ή και λιθοβολών δεξιά και αριστερά.

Το κακόν μόνον ήτο ότι ο Μανώλης με την απειρίαν και την υπερβολικήν του ζέσιν εφαίνετο ότι θα παρεσύρετο πέραν του δέοντος εις της νεότητος την τρέλλαν. Εις αυτήν την αμηχανίαν ευρίσκετο ο Σαϊτονικολής, ότε η Ζερβούδαινα του ανήγγειλε με όλα της γλώσσης τα τραγικά επιφωνήματα το επεισόδιον της στάμνας.

Δυσκολώτατον είνε να το αντιληφθή τις καθαρώς, και αδύνατον να το σημειώση στενογράφος. Εδώ μιας φράσεως αρχή, και εκεί το τέλος άλλης. Εδώ ερώτησις μένουσα χωρίς απάντησιν, διότι δεν ηκούσθη, και εκεί απάντησις εις ερώτησιν μη γενομένην. Εδώ επιφωνήματα θαυμασμού προς ευφυολογίαν την οποίαν κανείς δεν εννόησε, και παρέκει διήγησις την οποίαν κανείς δεν ακούει.

Ηγέρθη, εσήκωσε τον κράββατον, εφ' ου έκειτο, και ενώ το πλήθος εν καταπλήξει του ήνοιγε τώρα διέξοδον, απήλθεν οίκαδε δοξάζων τον Θεόν. Και το πλήθος, όταν ήρχισε να διασπείρεται, εξέφερον προς αλλήλους επιφωνήματα εκπλήξεως μετά φόβου μεμιγμένης. — «Παράδοξα είδομεν σήμερον! Ουδέποτε ούτως είδομεν»!