United States or Jamaica ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ήδη εις την όψιν αυτού αναμνήσεις και πόθοι εγεννήθησαν και την κατεκυρίευον. Ναι, τον ηγάπα τον Στάθην ωρέγετο ακράτητος την βάναυσον ζωήν του, το άτομόν του, το εργατικόν· ανεγνώριζεν ότι δι' αυτόν και μόνον εγεννήθη, εις αυτόν έπρεπε. . . Έπειτα αυτός ήτο και της τύχης της!

Πώς κι' ο Αδάμ ακόμη, που τόσον ετιμάτο, οπού ποτέ σκοτούραις δεν είχε και δουλειαίς, και μες 'στού Παραδείσου τους κήπους εκοιμάτο με πάνθηρας, με σαύραις και με δεντρογαλιαίς, τον απηγορευμένον ωρέγετο να φάγη ως που κατεκρημνίσθη με το δεξί του πλάγι;

Ενώ περί πάντων των φίλων της εφρόντιζεν, ουδενός ωρέγετο υπέρ εαυτής η Ιωάννα ή, μάλλον, ό,τι ωρέγετο μόνον παρά της Παναγίας ετόλμα να ζητήση, ικετεύουσα την ελεήμονα Παντάνασσαν να βραβεύση όσον τάχιστα τας αρετάς του αγίου Πάπα Λέοντος, μεταθέτουσα αυτόν εις καλυτέραν ζωήν. Αχάριστος και ασεβής η ευχή εις την θεοτόκον αποτεινομένη!

Καθώς έκυπτε προς αυτόν, ούτος ησθάνθη την θερμότητα του σώματός της, τα κύματα της κόμης της του έκαυσαν το στήθος και εκείνος ωχρίασεν εκ συγκινήσεως· αλλ' εν τη ταραχή και τη παραφορά του πάθους ενόει επίσης ότι ουδεμία κεφαλή εις τον κόσμον τω ήτο τόσον προσφιλής και ότι όλος ο κόσμος ήτο μηδέν δι' αυτόν. Άλλοτε ωρέγετο την Λίγειαν, τώρα την ηγάπα εξ όλης της καρδίας του.

Αλλ’ αμφότερα τα σχέδια ταύτα πολλάς παρίστων δυσχερείας και ακάνθας· καθότι ούτε την αποστολικήν έδραν ήθελε να χάση ούτε την ζωήν αυτής ωρέγετο να κινδυνεύση άλλην δε λύσιν του κόμβου εκείνου ματαίως εζήτει ν' ανεύρη, η κεφαλή αυτής ήτο βαρεία, τα ώτα της εβόμβουν και προ των οφθαλμών επλανώντο οι σπινθήρες και τα σκότη εκείνα, άτινα ως βέβαια σημεία εγκυμοσύνης εθεώρει ο Σταγειρίτης, ότε αίφνης πολύς κρότος πτερύγων αντήχησεν εις τας ακοάς της.

Ο λαός, πεισθείς υπό των ιερέων του, εκραύγαζεν υπέρ της απολύσεως του στασιαστού και του ληστού. Προς τούτον πάσα χειρ ωρέγετο, και υπέρ τούτου πάσα φωνή υψούτο, υπέρ του Αγίου, του Ακάκου, του Αμώμου, υπέρ εκείνου ον μύρια Ωσαννά είχον προσαγορεύσει πέντε ημέρας πρότερον, ουδέ λέξις ελέους ή συνηγορίας εύρεν έκφρασιν. «Το είδος Αυτού άτιμον και εκλείπον προς πάντας τους υιούς ανθρώπων».