United States or Turkmenistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και τώρα, ενώ κατέβαινε γλυκύς ο ύπνος εις τα βλέφαρά του, μεταξύ των ευαρέστων εικόνων όσαι επλανώντο ως σκιαί ονείρων ενώπιόν του, ανεμιγνύοντο και σκηναί οδυνηραί επιθανάτου εξομολογήσεως.

Αληθινώς ανέστη!. . αληθινώς ανέστη! — Ζη και βασιλεύει, ορέ μπρατίμοι!. . . ζη και βασιλεύει!. . . Ήδη πολυάριθμα μικρά φώτα επλανώντο κατά διαφόρους διευθύνσεις· τα βλαχόπουλα έσπευδον προθύμως να μεταφέρουν εις τους άλλους το Άγιον φως, όπερ έλαβον από την λαμπάδα του ιερέως.

Αι ομήλικοι εθαύμαζον την «αρχοντιά και την καλοπιχεράδα της» και όταν επήγαινε προς συλλογήν χόρτων, συνωδεύετο υπό αυλής όλης θαυμαστριών, και επλανώντο επί ώρας εις τους αγρούς, άδουσαι και γελώσαι, διαμοίβουσαι αυτοσχέδια δίστιχα, ψεγαδιάζουσαι τους νέους, ή τας αντιζήλους των, ερωτώσαι τα λευκάνθεμα αν θα πήγαιναν εις την κόλαση ή στον παράδεισον: «Πάω στην πίσα, πάω στην παράδεισο», και ζητούσαι αισθηματικούς οιωνούς εις την πτήσιν των μικρών εντόμων, τα οποία απέλυον εις τον αέρα.

Εκείνη έτρεξε και εκάθισεν επί των γονάτων του, έθεσε την κεφαλήν της επί του στήθους του. Ο Πετρώνιος εξέτεινε την χείρα εις ένα δίσκον, έλαβε μίαν φούχταν βιολέττες και έρρανε την κεφαλήν, το στήθος και την εσθήτα της Ευνίκης· κατόπιν της απεγύμνωσε τους ώμους. Τα χείλη του επλανώντο επί των ώμων και του λαιμού της Ευνίκης. Εκείνη εφρικίασε· τα βλέφαρά της ήρχισαν να ανοιγοκλείουν.

Οι οφθαλμοί μου επλανώντο και επανεπαύοντο εις μυρίας χαριέσσας λεπτομερείας, αλλ' επανήρχοντο και πάλιν εις το φοβερόν απέναντι ακρωτήριον και εις το λευκόν επί της κορυφής παρεκκλήσιον. Πέρα του ακρωτηρίου ηπλούτο η κυανή έκτασις του Αιγαίου, μακράν δε, διά μέσου της πρωινής ομίχλης, διεκρίνοντο κυαναί επίσης αι κορυφαί των απεχουσών νήσων.

Απελπισία· η τύχη των δεν ήλλαξε καθ' όλου, αλλά μάλλον εδεινώθη, διότι το φως της ημέρας έκαμνε τόρα καταφανή την πένθιμον έκτασιν, εις την οποίαν επλανώντο. Η ατμοσφαίρα ήτο βεβαρυμένη υπό μολυβδοχρόων νεφών ούτε πτηνόν ηκούετο κελαδούν, ούτε δένδρον εφαίνετο πουθενά, ούτε ρύαξ, επότιζε την ατέρμονα έκτασιν, ούτε χόρτον επρασίνιζε.

Επλησίασεν εις το πυρ την χύτραν, εν τη οποία έβραζεν ο ζωμός, ο προωρισμένος διά τον Βινίκιον, και εσιώπησεν. Οι λογισμοί του επλανώντο εν μέσω των δρυμώνων της πατρίδος του.

Ούτω επλανώντο επί δύο ολοκλήρους μήνας, παρακολουθούντες ως οι κόρακες τα ίχνη των στρατευμάτων, ίνα θερμανθώσιν εις την φλόγα ημισβέστου πυράς ή γλείψωσι τα κόκκαλα εγκαταλειφθείσης τραπέζης.

Αλλ’ αμφότερα τα σχέδια ταύτα πολλάς παρίστων δυσχερείας και ακάνθας· καθότι ούτε την αποστολικήν έδραν ήθελε να χάση ούτε την ζωήν αυτής ωρέγετο να κινδυνεύση άλλην δε λύσιν του κόμβου εκείνου ματαίως εζήτει ν' ανεύρη, η κεφαλή αυτής ήτο βαρεία, τα ώτα της εβόμβουν και προ των οφθαλμών επλανώντο οι σπινθήρες και τα σκότη εκείνα, άτινα ως βέβαια σημεία εγκυμοσύνης εθεώρει ο Σταγειρίτης, ότε αίφνης πολύς κρότος πτερύγων αντήχησεν εις τας ακοάς της.