United States or Micronesia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Καίτοι η σκέψις λέγει ορθώς ότι εκτός εμού υπάρχει ερυθρόν σκληρόν πράγμα και ότι τούτο και ο δάκτυλός μου είναι δύο διάφορα, αλλ' είναι και έν• ο οφθαλμός μου, η όρασίς μου είναι ερυθρά και το πράγμα. Την διαφοράν και την ταυτότητα ταύτην αποδεικνύει ο Αριστ. και επιμένει εις αυτήν.

Ήσαν δε το πάλαι τα πλοία αλειμμένα με μίλτον, και τούτο ενόει η Πυθία όταν τοις είπε να προφυλάσσωνται από την ξυλίνην ενέδραν και τον ερυθρόν κήρυκα. Παρουσιάσθησαν λοιπόν οι πρέσβεις και εζήτησαν από τους Σίφνιους να τοις δανείσωσι δέκα τάλαντα· αλλ' ούτοι ηρνήθησαν, και οι Σάμιοι ήρχισαν να λεηλατώσι την χώραν των.

Εμπρός επί του στήθους της του παρθενικού, υπό τας πτυχάς του μαύρου ράσου, διεφαίνοντο τα Σχήματα της μοναχής, μέγας ερυθρός σταυρός με την Λόγχην και τον Σπόγγον ένθεν και ένθεν εν σχήματι τριγώνου, έχοντος προς τα κάτω την κορυφήν, όπου ήτο κεντημένον, ερυθρόν και αυτό, το γυμνόν κρανίον του Αδάμ. Η φωνή της ην ασθενής αλλά γλυκυτάτη, φωνή αγγελική.

Αλλά το χρώμα, όπερ κατά το πλείστον επικρατεί, είναι το ερυθρόν χρώμα, χαρακτηριστικόν δημιουργηθέν εκ της κόψεως του πυρός και της εντυπώσεως την οποίαν έκαμεν εις το υγρόν.

Εις τούτον τον Συλοσώντα συνέβη το εξής ευτύχημα· περιεφέρετο ες την αγοράν της Μέμφιδος περιτετυλιγμένος εις μανδύαν ερυθρόν, όταν τον είδεν ο Δαρείος όστις τότε ήτο απλούς δορυφόρος του Καμβύσου και ελαχίστης σημασίας.

Α! Ιδού ευθύς έν κ ά ρ ρ ο ν, του οποίου οι κάτοικοι διασκεδάζουσιν αναντιρρήτως, αδιαφορούντες αν διασκεδάζουν και οι θεαταί των. Ηλείφθησαν προχείρως ό,τι χρώμα είχε πρόχειρον ο γείτων των βαφεύς, άλλος κυανούν, άλλος ερυθρόν, άλλος κίτρινον, και άλλος ολιγαρκέστερος ολίγην ασβόλην από της εστίας του.

Το οράν, ακούειν κλπ. είναι μ ί α ενέργεια, αλλά κατά την άμεσον ύπαρξιν είναι διαφορά δύο στοιχείων. Υπάρχει έν σώμα, όπερ λ.χ. ηχεί, και εν υποκείμενον, όπερ ακούει• η ύπαρξις λοιπόν είναι διπλή, αλλά η ακοή είναι έν και είναι μία μόνη ενέργεια αμφοτέρων. Ομοίως έχω το αίσθημα του σκληρού, του ερυθρού τ. έ. το αίσθημα μου είναι σκληρόν ερυθρόν. Ευρίσκω εμαυτόν ούτω διωρισμένον.

Το δε μεταξύ τούτων είναι γένος πυρός, το οποίον φθάνει εις το υγρόν των ομμάτων και αναμιγνύεται με αυτό, αλλά δεν στίλβει, και την λάμψιν ταύτην του πυρός η οποία αναμιγνύε- ται μετά του υγρού, επειδή παρέχει χρώμα του αίματος, την ονο- μάζομεν ερυθρόν. Το λαμπρόν ενούμενον με το ερυθρόν και το λευκόν γεννά το ξανθόν.

Και αν κυττάζοντες τον ήλιον ή άλλο λαμπρόν αντικείμενον κλείσωμεν τα όμματα, το αντικείμενον, όπερ αμέσως παρατηρούμεν κατά την ευθείαν γραμμήν καθ' ην συμβαίνει να ορώμεν, θα μας φανή ότι το βλέπομεν κατά πρώτον με το αυτό παρόν χρώμα, όπερ έπειτα μεταβάλλεται εις ερυθρόν, έπειτα εις πορφυρούν, έως ου φθάση εις το μέλαν χρώμα και αφανισθή. 5.

Ως άσμα του χορού ετονίσθη δια την παράστασιν η πρώτη στροφή «Έφθασ' η στιγμή, ώ άνδρες» ελλείψει άλλου καταλληλοτέρου χωρίου. Εξέρχεται ο ΒΛΕΠΥΡΟΣ, φέρων στενάς γυναικείας εμβάδας εις τους πόδας, ημίγυμνος και κακώς κρυπτόμενος υπό βραχύ ερυθρόν γυναίκειον χιτώνιον. Κρατεί την κοιλίαν του και προφανώς αναζητεί κατάλληλον θέσιν προς αφόδευσιν.