Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 4 Μαΐου 2025
Ο οδοιπόρος δύναται να φέρη το στρώμα του αν θέλη, ημπορεί να καθήση σταυροπόδι να φάγη, και να κοιμηθή κατόπιν επ' αυτού. Κατά κανόνα, πρέπει να φέρη μαζύ του και την τροφήν του, να περιποιήται μόνος τα ζώα του, να τα ποτίζη μόνος του. Δεν ελπίζει, αλλ' ούτε και απαιτεί να τον υπηρετούν, και αντί ελαχίστης δαπάνης ευρίσκει ασφάλειαν, στέγην και χώρον να κοιμηθή.
Και ενώ οι νέοι συνεμορφούντο με το πρόσταγμά του, ο αρχηγός με ωδήγει πόθεν να καταβώμεν, πώς να καταλάβωμεν τον ποταμόν, πώς να κρυφθώμεν υπό την προέχουσαν όχθην του, ταύτα δε πάντα άνευ της ελαχίστης μνείας της προηγηθείσης μεταξύ μας σκηνής. Την είχεν άρά γε λησμονήσει τόσον ταχέως; Δεν ηδυνάμην να εξηγήσω το πράγμα.
Εις τούτον τον Συλοσώντα συνέβη το εξής ευτύχημα· περιεφέρετο ες την αγοράν της Μέμφιδος περιτετυλιγμένος εις μανδύαν ερυθρόν, όταν τον είδεν ο Δαρείος όστις τότε ήτο απλούς δορυφόρος του Καμβύσου και ελαχίστης σημασίας.
Ουχ ήττον δε του υποκειμένου, της ενδυμασίας και της οσμής ήσαν και οι τρόποι αυτής ιδιόρρυθμοι και αρχαϊκοί. Εισερχομένη εχαιρέτα περιληπτικώς πάντας, θέτουσα την χείρα επί της καρδίας, και στρέφουσα έπειτα κύκλω την κεφαλήν εμοίραζεν ως αντίδωρον ανά έν βλέμμα και έν γλυκύ μειδίαμα εις έκαστον ημών, άνευ της ελαχίστης υποψίας ότι εφιλοδώρει πράγματα στερούμενα από πολλού πάσης αξίας.
Άοπλοι, απροστάτευτοι, ταπεινωμένοι από την δουλείαν, εκτεθειμένοι εις του πρώτου εξηγριωμένου Τούρκου την οργήν ή και την μάχαιραν, άνευ της ελαχίστης ελπίδος του να τύχωμέν ποτε δικαιοσύνην ή καν εκδίκησιν, πώς ήτο δυνατόν ημείς, οι ταπεινοί έμποροι του Χανίου της Σμύρνης, να έχωμεν γενναιότητα; Προς τι ηδύνατο η γενναιότης να μας χρησιμεύση; Υπομονήν μόνον είχομεν, μας εχρειάζετο δε υπομονή πολλή, διότι η ζωή μας έκτοτε ήτο διαρκής αγωνία και μακρόν μαρτύριον.
Εξηπλώθην καταγής πλησίον της μητρός μου και έκλεισα τους οφθαλμούς, άνευ της ελαχίστης δυνάμεως εις τα μέλη μου, άνευ σκέψεως εις την κεφαλήν μου. Και ησθάνθην την χείρα της μητρός επί του μετώπου, και ήνοιξα τους οφθαλμούς και είδα την αγαπητήν κεφαλήν της κεκλιμένην άνωθέν μου. Δεν αντηλλάξαμεν λέξιν, αλλ' έκυψεν η μήτηρ μου και μ' εφίλησε, και έκλεισα πάλιν τους οφθαλμούς.
Εις το διάστημα τούτο της ελαχίστης αναπαύλας, είς των νεανιών εύρε καιρόν να γελάση με τον μογιλάλον, όστις ίστατο εκεί κρατών τον κενόν ασκόν με βλέμματα ανακριτού: — Γιαν! κιμίκρ! — Κιμίκρ! απήντησε και ο μογιλάλος. Και διά νεύματος και σχήματος ηρώτησεν αν έκαμαν τηγανίτες. — Γιαν! Νά! κιμίκρ! Απήντησεν ο νεανίας.
Οι δε Λακεδαιμόνιοι, αφού ήκουσαν την γνώμην απάντων, προσεκάλεσαν να ψηφίσωσιν όλοι οι παρόντες σύμμαχοι, αι μεγάλαι πόλεις καθώς και αι μικραί· και η πλειονοψηφία απεφάνθη υπέρ του πολέμου. Ότε απεφασίσθη ούτος, ευθύς μεν ήτο αδύνατον να τον επιχειρήσουν, καθότι ήσαν απαράσκευοι, απεφάσισαν δε να παράσχη έκαστος άνευ της ελαχίστης αναβολής ό,τι ηδύνατο.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν