Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 8 Μαΐου 2025
Τότες είπα μέσα μου: «Ας γυρίσω πίσω ν' ανάψω στην Παναγιά τη λαμπάδα που της έφερα, χωρίς να ειπώ κανενός ποιος είμαι και ποιος δεν είμαι, κι' ύστερα ανοιχτός μου είναι ο δρόμος της Ξενιτειάς... Γύρισα, μπήκα στην εκκλησιά κι' άναψα τη λαμπάδα. Τ' άλλα τα ξέρετε! Και πάλε καλώς σας ηύρα, χωριανοί μ'. Είμ' ο Κώστας!!! »
Συγχισμένος και με απόφαση όμως, ήτρεξε στο σπίτι του που τον περίμεναν οι φίλοι του. Το γαμπρό τον είχε χαμένο κάμποσες ημέρες τώρα και ήταν πολύ θυμωμένος. Ωστόσο έξω από το σπίτι του γέρω Μαρούπα ήτανε πανηγύρι. Καμμιά εικοσαριά χωριανοί, άντρες και γυναίκες, εωρτάζανε τα περίφημα χοιροσφάγια, οπού τα περιμένουνε με πολλή ανυπομονησία οι φαγάδες.
Είχε καή το χειμώνα η πλιο μεγάλη εκκλησιά του χωριού μας, ο Άι- Νικόλας, και το καλοκαίρι εκείνο την ξανάχτιζαν οι χωριανοί. Πλέρωναν μοναχά τα μεροδούλια των μαστόρων και κουβαλούσαν αυτοί από τα βουνά απάνου κάθε βδομάδα την πλάκα και τα μάρμαρα. Εκεί που τελειώνουν πλέον τα σάδια κι αρχίζει πάλε η μπροστέλλα του βουνού, εκεί ήταν τα μάρμαρα.
Έτσι τραβούν και τη μισοζώντανη τη μυίγα τα μερμήγκια σαν πέσουν απάνω της και την κατρακυλούνε μες στη φωλιά τους να κάμουν πανηγύρι απάνω της. Άφινέ τον τόν κόσμο, και τρέχα στα παιχνίδια, σου λέω. Στάσου! Πάω εγώ σε λιγάκι. Σύρε εσύ τώρα ναλλάξης να φάμε, και τότες. Ταβέρνα. Ο Στεφανής κάθεται μονάχος τον παρέξω. Παλικάρια κι άλλοι χωριανοί παραμέσα.
Οι θαλασσινοί περσότερο, μα και σε μας κοι χωριανοί εγενόντανε πολλά.
Όταν ανέβηκαν, αρχινάει ο παπάς να ψέλνη, κι αρχινάει να ξορκίζη και να διαβάζη της Παναγιάς τους ήχους. Καμιά φορά έφτασαν στη βάρδια. Μπροστά ο παπάς, πίσω οι χωριανοί, ξεφράζουν την ποριά και μπαίνουν με τρόμο φοβερό στου πύργου το περβόλι. Κάνουν έτσι, ψάχουν εδώ, ψάχουν εκεί· τηράνε σε μια συκιά αποκάτου· τι να ιδούνε! το μαβρο-Λίακα τον άμοιρον, ξαπλωταριά χάμω, ξανάστροφα!
— Τώρα,... με πονεί εδώ. Μου είπε γλυκά και μώδειξε με το χεράκι της δίπλα στο πλευρό της κατά το ψυχικό. Καταλάβατε τ' ήθελε να 'πη η κόρη; Ε, σας φτάνουν ως εδώ, τάλλα δε σας τα φανερώνω. — Ακούστε, χωριανοί! Ταχιά, που θα σημάνουν η καμπάνες, να σκωθήτε όλ' σας, για να πάμε για μάρμαρα! Όποιος δε σκωθή και δεν πάη, νάχη τ' Άι-Νικόλα την κατάρα!
Τούτο τουλάχιστον συνεπέρανον οι χωριανοί από την φιλάρεσκον επιμέλειαν την οποίαν εδείκνυεν εις τον ιματισμόν της πάντοτε, μάλιστα δε όσον επροχώρει η ηλικία της, από την τάσιν την οποίαν εδείκνυε να κρύπτη την πραγματικήν της ηλικίαν και από την νεανικήν ζωηρότητα την οποίαν είχεν εις τας κινήσεις.
— Μας χάλασε η επανάσταση, του είπαν οι χωριανοί. — Τι λέτε; Αλήθεια;... Ας είναι. Μου τα λέτε ύστερα..... «Δε μου έκανε η καρδιά να χτυπήσω κανενός θύρα κι' αποφάσισα να περάσω όλη την νύχτα στο δρόμο, κι' άμα φέξη να ιδώ μια φορά με τα μάτια μου το χώμα που πέρασα τα παιδιακάτα μου κι' ύστερα να φύγω, να φύγω, κι' εγώ να μην ξέρω πού να πάγω.
Κατόπι της έρχουνταν η δεύτερη σειρά με τους επαρχιακούς τους προυχόντους, τους πλούσιους εμπόρους, καθώς και πλήθος νέους νομικούς, κι άλλους που ελπίζανε να περάσουν κι αυτοί μια μέρα στην αριστοκρατία. Και τρίτη σειρά είταν οι εργάτες κ' οι χωριανοί.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν