Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 9 Μαΐου 2025


'Σάν από μέθη, ζάλη, Τρικλίζει ο πύργος τρεις φοραίς και μέσ' 'ςτά 'μεσουράνια Τινάζεται 'σάν σύγνεφο, και φέρνει εκεί κουρμπάνια Τους γέρους τον Μεσολογγιού και των Τουρκών τ' ασκέρια Απ' τη μεγάλη αναλαμπή λάμπουν βουνά κι' αστέρια! Το Μεσολόγγι η χαραυγή τωύρε ταχιά πεσμένο, Κ' είδε το μισοφέγγαρο 'ςτά τείχηα του στημένο.

Και πότε θα κόψουμε, θεια, τα σταφύλια; εφώναξε το αγόρι. Δεν πάμε τώρα στ' αμπέλι να τα κόψουμε; — Όχι τώρα, γυιε μου, ταχιά. — Ταχιά τοταχύ; είπεν ο Γεώργης. — Ναι, γυιόκα μου.

Λέω την παλιά την αμαρτία, που ηύρε ταχιά την τιμωρία μα κι ως την τρίτη τη γενιά βαστά· όταν ο Λάιος -πεισματικά του Απόλλωνος, που του είπε τρεις φορές απ’ τα μεσόμφαλα μαντεία τα Πυθικά από βαρειές να σώση συμφορές την πόλη του, πεθαίνοντας δίχως παιδιά

Τώρα ναι η νύχτα αμπόδισε το γλήγορο Αχιλέα η θεϊκιά· μα αν μείνουμε κι' εδώ ταχιά αν μας πιάσει όταν φανεί χαλκάρματος, τότε ένα διο θα κρίνουν, σωστά αν μιλώ· τι θα βλογούν τ' αστέρια τους αν σώσουν 270 να παν στο κάστρο, και πολλοί εδώ όξω θα χορτάσουν όρνια και σκύλους. Μα οι θεοί έτσι ας με βγάλουν ψέφτη

Εγώ ήρθα ξαργούγια να σε σηκώσω ταχιά το πουρνό, να σε πάω στον ·Άι-Λια, να σε μεταλάβω, κορίτσι μου . . . — Κ' εμένα, κ' εμένα! έκραξεν ο Μανώλης. — Κ' εσένα, μικρέ μου . . . — Θα έχη λειτουργιά αύριο στον Άι-Λια; ηρώτησε λησμονήσασα προς στιγμήν την ανησυχίαν της η Αφέντρα.

Κι' απ' τα πλοία αν ο γοργός σηκώθηκε Αχιλέας 305 ταχιά, αν ορίζει, πολεμάει, τι καν εγώ οχ τη μάχη δε φέβγω, δε θαν τον σκιαχτώ, μον στήθος ναι με στήθος θάν του μπηχτώ, ή κερδίσει αφτός ή νίκη εγώ κερδίσω. Χάρες δεν έχει ο πόλεμος... και σκοτωστή σκοτώνει

Τώρα,... με πονεί εδώ. Μου είπε γλυκά και μώδειξε με το χεράκι της δίπλα στο πλευρό της κατά το ψυχικό. Καταλάβατε τ' ήθελε να 'πη η κόρη; Ε, σας φτάνουν ως εδώ, τάλλα δε σας τα φανερώνω. — Ακούστε, χωριανοί! Ταχιά, που θα σημάνουν η καμπάνες, να σκωθήτε όλ' σας, για να πάμε για μάρμαρα! Όποιος δε σκωθή και δεν πάη, νάχη τ' Άι-Νικόλα την κατάρα!

Κ' η φουρτούνα τώρα, κατάλαβες, όσον πάει κη πέφτ'. Ταχιά θάχουμε καλοσύνη, μπουνάτσα, κάλμα. Όλο κη καλοσ'νεύει, να, τώρα, καλοσύνεψε! Ως διά να ψεύση την διαβεβαίωσιν του γέροντος πορθμέως, οξύς συριγμός παγερού βορρά ηκούσθη σείων τα δένδρα του κήπου και τους ξυλοτοίχους του μαγειρείου επί του σκεπαστού εξώστου της οικίας, αι ύελοι δε και τα παράθυρα απήντησαν διά γοερού στεναγμού.

Μου είπε γλυκά και μώδειξε με το χεράκι της δίπλα στο πλευρό της κατά το ψυχικό. Καταλάβατε τ' ήθελε να 'πη η κόρη; Ε, σας φτάνουν ως εδώ, τάλλα δε σας τα φανερώνω. — Ακούστε, χωριανοί! Ταχιά, που θα σημάνουν η καμπάνες, να σκωθήτε όλ' σας, για να πάμε για μάρμαρα! Όποιος δε σκωθή και δεν πάη, νάχη τ' ΆιΝικόλα την κατάρα!

Ψηλά σε κορφοβούνι Μάγισσαν κόρην απαντάω απάν' το βράδυ βράδυ. — Μάγισσα, ποιο είνε το στρατί, ποιο είνε το μονοπάτι Ναύρω τ' αθάνατο νερό να πιω να μην πεθάνω; — Διαβάτη μου κι' ωμορφονιέ, είνε μακρυά η πηγή του. Νύχτωσε τώρα πού θα πας στην ερημιά μονάχος; 'Στήν αβρετή μου τη σπηλά πέρνα την νύχτα απόψε, Και με χάραμμα ταχιά σου δείχνω εγώ τον δρόμο.

Λέξη Της Ημέρας

αργογλιστρά

Άλλοι Ψάχνουν