United States or Rwanda ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο αρχηγός των Μεθυμνιωτών, αφού ξεμάκρυνε ίσαμε δέκα στάδια, θέλησε να ξεκουράση τους στρατιώτες, που ήταν αποσταμένοι από το διαγούμισμα· πιάνοντας λοιπόν σ' έναν κάβο που έμπαινε μέσα στο πέλαγο κι απλονότανε σα μισοφέγγαρο και που στο βάθος του η θάλασσα έκανε αραξοβόλι πιο απάνεμο από τούς λιμιώνες, άραξεν εκεί τα καράβια στ' ανοιχτά ρίχνοντας τις άγκυρες για να μη του πειράξη κανένα από τη στεριά κάνας χωριάτης, κ' έδωκε στους Μεθυμνιώτες την άδεια να διασκεδάζουνε με ησυχία.

Αλλ' ό,τι κυρίως με ετάραξεν ήτο ότι με επλησίαζεν επαισθητώς. Παρετήρησα τότεπεριττόν να σας είπω με τι τρόμονότι το κάτω άκρον του απετελείτο από ένα μισοφέγγαρο στιλπνού χάλυβος, ενός ποδός μήκους περίπου από το ένα κέρας προς το άλλο. Τα κέρατα αυτά ήσαν υψωμένα προς τα επάνω και το κάτω άκρον εφαίνετο τόσον ακονισμένον, όσον και ένα ξυράφι, του οποίου και το σχήμα είχεν.

Εκεί που κινούσε καταπάνω τους, πρόβαλε θεόλαμπρο σημάδι στον ουρανό, έφεξε η χώρα γύρω τριγύρω, μάτιασαν τους Μακεδόνες, τους κυνήγησαν, και τους έδιωξαν. Έκαμαν τότες σύβολό τους Μισοφέγγαρο με Σταυρό. Περίεργο προμήνυμα της πολύ αργότερης ιστορίας του Βυζαντίου! Με τον Αλέξαντρο όμως δεν τάβγαλαν πέρα.

Τη νύχτα, λέγω, εκείνη Τ' αμέτρητα τ' ασκέρια μας άξαφνα να χουμήσουν Κι' ωςτην αυγή να στήσουμε, πατώντας τον οχτρό μας, 'Σ τους τοίχους του Μεσολλογγιού το μισοφέγγαρό μας. — Ο λόγος δίνεται με μιας 'ς τ' ασκέρια πέρα-πέρα, Και με φωναίς χαρούμεναις γιομίζουν τον αγέρα. Το φεγγαράκι λίγο τι να βασιλέψη θέλει Και ώμορφα χαμογελά και φέγγει 'σάν να στέλλητη γη μας καλονύχτισμα.

Κι όσο λοιπόν έκαναν αυτά στην ανοιχτή θάλασσα, εχανόταν η βοή, επειδή οι φωνές σκορπιζότανε σε απλωτό ορίζοντα· άμα όμως, προσπερνώντας ένα κάβο, μπήκανε σε κόρφο σαν μισοφέγγαρο και βαθουλό, ακουότανε δυνατώτερη η βοή κ' έφταναν ξάστερα στη στεριά τα τραγούδια, που με το χρόνο τους ετραβούσαν κουπί.

'Σάν από μέθη, ζάλη, Τρικλίζει ο πύργος τρεις φοραίς και μέσ' 'ςτά 'μεσουράνια Τινάζεται 'σάν σύγνεφο, και φέρνει εκεί κουρμπάνια Τους γέρους τον Μεσολογγιού και των Τουρκών τ' ασκέρια Απ' τη μεγάλη αναλαμπή λάμπουν βουνά κι' αστέρια! Το Μεσολόγγι η χαραυγή τωύρε ταχιά πεσμένο, Κ' είδε το μισοφέγγαρο 'ςτά τείχηα του στημένο.

Το τελευταίο όμως βράδι, όταν το αυγουστιάτικο φεγγάρι έπαιρνε να χαθή πια, κατεβήκαμε μόνοι μας στο ακρογιάλι και μπήκαμε στη βάρκα. Με το νυχτερινό αεράκι ανοιχτήκαμε όξω από το μαύρον κόλπο, όπου το χλωμό μισοφέγγαρο άπλωνε αστραφτερές γραμμές και τριγύρω τα δέντρα στέκανε τόσο σκοτεινά και παράξενα, παίρνοντας σχήματα διαφορετικά από κείνα που τους έδινε το φως της μέρας.

ΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ Είσ' αρχοντικό φυντάνι, πάρε αυτό το γιαταγάνι. Ο ΜΟΥΦΤΗΣ Δώστε, δώστε με ραβδί, μισοφέγγαρο να 'δη. ΜΟΥΦΤΗΣ Μην ντρέπεσαι, μην ντρέπεσαι φορώντας το σαρίκι σου· στερνό το ρεζιλίκι σου. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ, μετ' ολίγον Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Θεέ μου! Θεέ μου!

Τότε θαρθή περήφανο το γένος να χτυπήση Τη θύρα της Αγιάς Σοφιάς με του σπαθιού τη φούχτα, Τα σιδερένια μάνταλα, 'ς την προσταγή θα πέσουν, Κ' εκεί που τώρ' ανάσκελα, μ' ολόρθα δαγκανάρια Με το λαρύγγι διάπλατο, θρασομανάει και χάσκει Το μισοφέγγαρο χρυσό, σαν νάθελε με πείσμα Αφ' ου μας έφαγε τη γη, να πιη τον ουρανό μας, Ο Σταυρωμένος θα σταθή... Μην κλαις... είναι δική μας.