Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 18 Μαΐου 2025


Άμ' άρχισε κι άκουγε ταχτικά κι απανωτά ρουχαλίσματα αποκάτω, τινάζεται απάνω, και στακροπόδια του περπατώντας πάει και καθίζει κοντά σε παράθυρο. Ανάβει ένα τσιγάρο και κοιτάζει όξω. Κοιμητήρι αυτή την ώρα τολοζώντανο το χωριό. Βασιλεμένο και το φεγγάρι, ξάνοιγες δεν ξάνοιγες τα μέρη της εξοχής γύρω, λιόδεντρα από χλωρασιές, βράχους από χαμόδεντρα.

Προβάλλει στο μπαλκόνι χλωμή, μαυροντυμένη με μαύρα μαλλιά που λες και παίρνουν κάποιες γαλαζόχρυσες ανταύγειες από τον ουρανό. Κοιτάζει κάτω προς το κάστρο, έπειτα σηκώνει ξαφνικά τα βαριά βλέφαρα και τινάζεται ολόκληρη κουνώντας τα χέρια. Μοιάζει με χελιδόνα που ετοιμάζεται να πετάξει.

Οι μέρες όμως ήταν κιόλας πολύ ζεστές και ο Έφις σκεφτόταν και τις μπόρες που φουσκώνουν το ποτάμι χωρίς αναχώματα και το κάνουν να τινάζεται σαν θεριό και να καταστρέφει τα πάντα.

Όρθιος τινάζεται ο τρανός αφέντης Αγαμέμνος, όρθιος του Μένη ακόμα ο νιός, το Κρητικό ξεφτέρι, Μα τότε πάει ο γλήγορος και τους μιλά Αχιλέας «Τ' Ατρέα γιε, το ξέρουμε πως είσαι απ' όλους πρώτος· 890 ξέρουμε, εσύ στη δύναμη νικάς και στο κοντάρι. Μα πάρε το λεβέτι εσύ και σύρε στα καράβια, και τ' όπλο ας το χαρίσουμε του καπετάν Μηριόνη, αν δε σε μέλει· ωστόσο εγώ θα σ' τα γνωρίζω χάρη

Από το κλάψιμό της το πολύ, από το πολύ παράπονό της, από τα τόσα δάκρια της, την έχει πιάσει μια νευρική ταραχή, τινάζεται απάνου στο κάθισμά της ξαφνικά, κοιτάζει γύρο της ολοένα κι όλο μου λέει πως φοβάται, πως πολύ φοβάται, κάτι αόριστο φοβάται που τριγυρίζει το σπίτι. Φαντάσματα λέει, στοιχειά, ξωτικά, δεν ξέρω και γω τι λέει. . . Πιστεύω, πως είναι από τη λύπη της.

'Σάν από μέθη, ζάλη, Τρικλίζει ο πύργος τρεις φοραίς και μέσ' 'ςτά 'μεσουράνια Τινάζεται 'σάν σύγνεφο, και φέρνει εκεί κουρμπάνια Τους γέρους τον Μεσολογγιού και των Τουρκών τ' ασκέρια Απ' τη μεγάλη αναλαμπή λάμπουν βουνά κι' αστέρια! Το Μεσολόγγι η χαραυγή τωύρε ταχιά πεσμένο, Κ' είδε το μισοφέγγαρο 'ςτά τείχηα του στημένο.

«Δες, έτσι το ψωμί, λαέ, σου δίνουν», τινάζεται άγρια και φωνάζει ο νιος· το στόμα του χέρια βαριά του κλείνουν, κάτω: «ψωμί, ψωμίβογκά ο λαός. «Σκορπίστε τους!» ο άρχοντας προστάζει, και στους γονατισμένους τα σπαθιά χιμούν, χτυπούν τυφλά, το αίμα στάζει, γεμίζουν τον αέρα βογκητά.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν