United States or Poland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το παζάρι είνε γιομάτο από σκλάβους του Μεσολογγιού που τους έφεραν τ' ασκέρια του Βαλή και τους πωλούν σα πρόβατα στο ικάντο στους αρχόντους και μπέηδες Τούρκους Γιαννιώτες. &1830, Απριλιού 21&. Χαλασμός κόσμου σήμερ' από βροχή. Ύστερ' απ' αυτήν έρριξε χαλάζι δυνατό που κάθε σπιρί του ζύγιαζε δέκα δράμια κ' έκαμε μεγάλες καταστροφές.

Ο Σκεντέρμπεης το 'στειλε μετά χαράς, κι ο Σουλτάνος επρόσταξε τους πλέον αντρειωμένους του να το δικιμάσουν. Μα πού να κάνη όσα έκανε το σπαθί 'ςτα χέρια του αφεντικού του. Ο Σουλτάνος γυρίζοντας το πίσω τού μήνυσε τούτα. «Τέτοια και καλλύτερα σπαθιά έχω κ' εγώ μέσα στα ασκέρια μου αμέτρητα και δεν επίστεψα πως μ' ένα τέτοιο και συ κατορθώνεις τα όσ' ακούω και δοκιμάζω θάμματά σου».

&1872, Απριλιού 15& την ημέρα του Μεγάλου Σαββάτου οι Οβραίοι έβρισαν το Χριστό. Χύθηκαν τότες οι Χριστιανοί κ' έδερναν κ' έσφαζαν κ' έρριχναν τα σπίτια των Οβραίων. Και τόση ήταν η οργή των Χριστιανών που κατέβηκαν όλα τ' ασκέρια και δε μπορούσαν να τους κάμουν καλά. &1872&, Όλος ο Νοέμβρης ζεστός. Τόσο που φύτρωσαν και καλοκαιρινά λουλούδια, μανουσάκια. &1874, Θερτή 17&. Εφάνηκε κομήτης μέγας.

Και ταύτα επάδουσα εχώριζε τους κυάμους εις διαφόρους τριάδας, κατά το φαινόμενον, αποδίδουσα εις εκάστην διάφορον θέσιν και ιδιότητα. — Τρεις τους κλέφταις, τρεις τους λύκους, τρεις τ' ασκέρια τα σκασμένα, τρεις για τους κρυφούς εχθρούς του και κουκκιά — σ α ρ α ν τ α έ ν α! Πόσα κουκκιά εμέτρησες, κοκκώνα; — Σαράντα, είπεν η μήτηρ μου. — Και σαράντα ήτανε, είπεν η Αθιγγανίς.

Σέρνει ο Βρυώνης τέσσερες χιλιάδες Αρβανίταις, Και τετρακόσιοι μοναχά είναι οι Μεσολογγίταις. Ο Μάρκος Βότσαρης μαζύ, της Κιάφας ο αετός, Τριάντα πέντε του Σουλιού συγύριζε ξεφτέρια, Ολομερίς σαλεύονται του Ομέρ-πασά τ' ασκέρια, Και σκώνεται μεσουρανίς πυκνός ο κουρνιαχτός. Άξαφνα βρέθηκε μια αυγή κλειστό το Μεσολόγγι. Μαύριζε γύρα η Αρβανιτιά, 'σάν να το ζώνουν λόγγοι.

Μα τέλος πια σα διάβηκαν παλούκια και χαντάκι τρεχάτοι, κι' έπεφαν πολλοί απ' Αχαιών κοντάρια, στάθηκαν τότες κι' έμεναν εκεί κοντά στ' αμάξια χλωμοί του φόβου, τρέμοντας· και στην κορφή της Ίδας ξύπνησε ο Δίας άξαφνα απ' το πλεβρό της Ήρας. 5 Κι' όρθιος πηδάει, και στέκοντας θωράει τα διο τ' ασκέρια, τους Τρώες πούχαν νικηθεί, και πίσω τους Αργίτες που τους βαρούσαν κι' έτρεχε ο Ποσειδός μαζύ τους.

Όταν ο Απρίλης έχυσε τα χνώτα τα ζεστά του Κι' ο Πίνδος ξεφορτώθηκε τα χιόνια τα πολλά του, Ανέβηκαν καιτα βουνά τα Τούρκικα σ' ασκέρια Και πήραν σβάρνα τα χωριά για κλέφτικα λημέρια. Η Καλαρύταις χάλασαν, και το Συρράκου αντάμα, Και του Μεσολογγιού κ' εδώ ακούσθηκε το κλάμα. Όσοι γλυτώσαν έφυγαν γυμνοί και τρομαγμένοι Προς των Τζουμέρκων τα βουνά.

Εδώ οι Τούρκοι σταματούν· εδώ δεν κυνηγούνται 'Σαν έφτασαν οι χριστιανοί, όσοι έμειναν σκορπούνταιτο Βάλτο, 'ς το Ξηρόμερο, άλλοιτο Καρπενήσι. ................................................... Γλήγορος απ' τα Γιάννινα ο 'Μέρ είχε κινήση Την Επανάστασι μιας να σβύσητην Ελλάδα. Και σέρνει ασκέρια αμέτρητα πεζούρα και καβάλα.

&1832, Τρυητή 20&. Επειδής τα Γιάννινα δεν είχαν ακόμα Κισλά, τ' ασκέρια στέλνουνταν από τον Πασά κονάκια στα σπίτια των Χριστιανών και των Οβραίων. Ένας μπίμπασης κάθονταν σ' ένα σπίτι σιμά από το σπίτι του κυρ Αναστάση Γοργόλη. Ο μπίμπασης είδε μια μέρα τες δυο ώμορφες τσιούπρες του κυρ Γοργόλη κ' εκολάστηκε· κύτταξε με κάθε τρόπο να τες απατήση.

1854, Φλεβαριού 26 . Των Αγίων Θεοδώρων ο καπετάν Θοδωράκης Γρίβας στο Κουτσουλιό πολέμησε με τ' ασκέρια του Αβδή πασά από το πρωί ως το βράδυ με ολίγα παλληκάρια και με το γιο του το Δημητράκη. Το βράδυ τ' ασκέρια φοβήθηκαν μην πλακώσουν και Σουλιώτες και γύρισαν στα Γιάννινα και την αυγή ο Γρίβας έφυγε για το Μέτσοβο. 1855, Φλεβαριού 6 , μέρα Τετράδη.