Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 8 Μαΐου 2025


Και δεν μου τραγουδάς γλυκά, πόνους, φλογέρα, χύνεις! Μια μέρ' αυτή πάειτο χωριό.. Σαν έλειψε απ' εμπρός μου Σκοτείνιασ' ουρανός και γη, ανατολή και δύσι. Κ' έννοιωοα τότε αβάσταχτον, πάρα βαρύν τον πόνο. Με συνεπήρε η φλόγα του και πέρασ' απ' τον νου μου Σαν έρθη η κόρη την αυγή να της το μολογήσω... Περνούν τρεις μέραις, τρεις χρονιαίς για εμέ, και δεν εφάνη.

Εδώ οι Τούρκοι σταματούν· εδώ δεν κυνηγούνται 'Σαν έφτασαν οι χριστιανοί, όσοι έμειναν σκορπούνταιτο Βάλτο, 'ς το Ξηρόμερο, άλλοιτο Καρπενήσι. ................................................... Γλήγορος απ' τα Γιάννινα ο 'Μέρ είχε κινήση Την Επανάστασι μιας να σβύσητην Ελλάδα. Και σέρνει ασκέρια αμέτρητα πεζούρα και καβάλα.

Τ' αρνάκια του Μαγιάπριλου την άδολη καρδιά τους, Ο σταυραετός οπώφυγε μια μέρ' από την Πόλι Και μέσ' απ' την Αγιά-Σοφιά της έδωκε την Πίστι, Η χαραυγή το γέλοιο της και τα ψηλά βουνά μας Ασπράδι από τα χιόνια τους κι' από τα κρύα νερά τους. Έλα, βουνίσια Μούσα μου, χωριατοπούλα Μούσα, Έλα να κλάψουμε κ' ημείς του Βασιληά την Κόρη.

Κοίταξέ τον με τι παμπόνηρη περηφάνεια κρύβει τη γύμνια του! Λες, άλλη μια σκέψη, και λύθηκε το μεγάλο το πρόβλημα. Ας του μιλήσουμε από μακριά. — Μερ χαμπάρ, Εφέντημ! Το κέφι στον τόπο του; Βρέθηκαν τίποτις δανεικά σήμερα; Άραγες από το πρωί αναπαύεσαι αυτού διπλοπόδι; Αν από το πρωί, καλά την έχεις. Το κέφι πρέπει να είναι λαμπρά σκαρωμένο. Νάρθουμε να καθίσουμε κοντά σου, δεν ταιριάζει.

Τη νύχτα εκείνη εδιάλεξε ο 'Μέρ για το σκοπό του. — Απόψι αγρύπνια ολονυχτίς, λέειτο σύμβουλό του, Κ' ύστερ' απ' τα μεσάνυχτα, 'σάν το φεγγάρι φύγη, Την ώρα που των Χριστιανών η εκκλησιά ανοίγει Και πάνε τα Χριστούγεννα αυτοί να λειτουργήσουν Καιτα προχώματα 'ψηλά κανένας δε θα μείνη.

Θεός ξέρει α δεν είχε και το παλάτι του στημένο στο ίδιο το μέρος που στήθηκε αυτό το παλάτι. Μια μέρ' αυτός ο Βασιλιάς πήγε να κυνηγήση με μερικά παλικάρια του. Και κυνηγώντας πήγε, πήγε ως κοντά στη Κόριθο.

Το Μεσολόγγι κράζει: — Έλα να πάρης τα κλειδιά, πασά! — Ο 'Μέρ φρυμάζει, Και καρτερεί 'σάν όχεντρα πότε να βρη καιρό Για να χουμήση άξαφνα. Ξεγέλασμα πικρό!. . Το Μεσολόγγι. Ομέρ-πασά, δεν το φυλάν' οι τοίχοι, Τ' ανδρεία στήθηα το φυλάν και η καλή του τύχη. 'Ξημέρωναν Χριστούγεννα.

Δε φυλλουριάζουν τα βουνά, δεν πρασινίζει ο κάμπος, Και δε δροσίζει το νερό, και το ψωμί πικραίνει! . . . 'Στά ξένα ποιος θα σε χαρή, και ποιος θα σου γελάση; Πούν' της μανούλας τα φιλιά, τα χάιδια του πατέρα; Πούνε τα γέλοια τ' αδερφού, κ' η συντροφιά του φίλου; Πούν' της αγάπης η ματιαίς και τα γλυκά τα λόγια; Αν αρρωστήσης, ποιος θαρθή 'ςτήν ξενητειά σιμά σου Να σε 'ρωτά τον πόνο σου τα γιατρικά να δίνη 'Στο έρμο σου προσκέφαλο να ξενυχτάη μαζί σου; Κι' αν έρθη μέρ' αγλύκαντι 'ςτά ξένα να πεθάνης, Ποιος θα βρεθή 'ςτό πλάι σου τα μάτια να σου κλείση; Ποιος θα σου λούση το κορμί, ποιος θα σε σαβανώση; Στο Λείψανό σου ποιος θαρθή λουλούδια να σε ράνη; Και ποιος με πόνο θα ριχτή 'ςτό νεκροκρέββατό σου Για να σε κλάψη; Ποιος θα ειπή για εσσένα μοιρολόγι; Αχ! πώς τους θάφτουν νάξερες και πώς τους παν τους ξένους!

Λέξη Της Ημέρας

τρίκλισμα

Άλλοι Ψάχνουν