United States or Bahamas ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οι σύντροφοί του ολίγον βραδυκίνητοι είχον αποκεφαλισθή. Ο Μαναή έβλεπε τον ναόν εις το χώρισμα δύο λόφων. Οι λευκοί μαρμάρινοι τοίχοι του και αι χρυσαί λόγχαι της στέγης του, έλαμπον και απήστραπτον εις τας ακτίνας του ηλίου. Ενόμιζες ότι ήτο βουνόν φωτεινόν, κάτι υπεράνθρωπον, συντρίβοv όλα με τον πλούτον και το μεγαλείον του. Τότε έτεινε τους βραχίονας προς την Σιών.

Φαίνουνται προάστεια πηχτά, τοίχοι αψηλοί, σπίτια χιλιάδες· προχωρεί ο ποταμόςκαι τέλος νάτος που μπαίνει σε πόλη μεγάλη και ξακουστή. .. Κολόνες μαρμαρένιες στηλώνουν τα παλάτια. Υψώνουνται ναοί. Περίφημες Ακαδημίες μας ξεσκεπάζουν το σοβαρό τους μέτωπο και μας δείχτουν το πρόσωπό τους.

Σφουγγάρια καλάΑπ' το Θεό να τωύρη, η σκύλα, μ' αφάνισε... Αλλά και το κάτω πάτωμα, η συνήθης κατοικία της οικογενείας, δεν έμενεν οπίσω εις την καθαριότητα και την επιμέλειαν εκ μέρους της οικοκυράς. Η εστία, οι τοίχοι, η οροφή, όλα έλαμπον.

Στη μέση του σπιτιού ήταν μια αυλή με μια βρύση που έτρεχε νερό μέρα-νύχτα, και οι τοίχοι ήταν όλοι από πολύτιμες πέτρες, κομμένες στο ίδιο μέγεθος, όπως τα τούβλα.

Οι οχτώ οι πινσοί του ναού, οι τέσσερεις δηλαδή που αναφέραμε κ' οι άλλοι τέσσερεις από τις δυο άκρες, ανατολική και δυτική, καθώς κ' οι τοίχοι, κατασκέπαστοι όλοι από πορφυρίτη, γέσμι κι άλλα πολύτιμα μάρμαρα. Οι οχτώ μεγαλήτερες κολώνες από τη μια κι από την άλλη του καταμεσιανού ναού, οι βαθυπράσινες, είτανε μεταφερμένες από το ναό της Έφεσος.

Μακριοί μαντρότοιχοι κατεστραμμένοι, χαμόσπιτα χωρίς σκεπή, τοίχοι γδαρμένοι, απομεινάρια από αυλές και φράχτες, τρώγλες άθικτες πιο μελαγχολικές και από τα ίδια τα ερείπια συνοδεύουν τους ανηφορικούς δρόμους, στρωμένους καταμεσής με μεγάλους λίθους. Σκόρπιες εδώ κι εκεί πέτρες ηφαιστείου μαρτυρούν για την καταστροφή που χτύπησε την αρχαία πόλη και σκόρπισε τους κατοίκους της.

Αυτά 'πε κείνος, και άπτεροςαυτήν ειπώθη ο λόγος, και τα θυρόφυλλ' έκλεισε των υψηλών μεγάρων. 30 τότ' ο Οδυσσέας και ο λαμπρός υιός του κινηθήκαν, κ' έφερναν μέσα κόρυθαις, ομφαλωταίς ασπίδαις, μυτεραίς λόγχαις· κ' έμπροσθε χρυσόν κρατούσε λύχνον κ' εμόρφον' ωραιότατο φως η Παλλάδ' Αθήνη. τότ' είπεν ο Τηλέμαχος έξαφνα του πατρός του· 35 «Θαύμ' είναι αυτό, πατέρα μου, μέγα, 'που βλέπ' εμπρός μου· οι τοίχοι, τα μεσόστυλα τα ωραία, των μεγάρων, τα πατερά τα ελάτινα, κ' οι στύλοι οπ' αναβαίνουν, 'ς τα μάτια μ' όλα φανερά φλογώδη λάμψιν έχουν· είν' εδώ κάποιος των θεών των ουρανοκατοίκων». 40

Και όμως τόρα, ότε απεχαιρέτα τον Ζάνον, μόνη η υπερηφάνεια συνεκράτει τους λυγμούς και τα δάκρυα, τα οποία, δεν ήθελε να ιδούν ούτε οι άψυχοι τοίχοι του οικίσκου της.

Το κέντρον του και φυσικά επίσης η μακροτέρα διαγώνιός του συνέπιπτον με την χαίνουσαν άβυσσον. Απεμακρύνθην, αλλ' οι τοίχοι επλησίαζαν και με έσπρωχναν προς τα εμπρός με ακαταμάχητον δύναμιν. Ήλθεν η στιγμή, καθ' ην το σώμα μου κουλουριασμένο διά ν' αποφύγη τους καίοντας τοίχους δεν διέθετεν εις το στερεόν έδαφος της φυλακής παρά μίαν έκτασιν ενός ποδός πλάτους. Έπαυσα ν' αγωνίζομαι.

Έπαιζενέπαιζεν εν χαρμονή ο Σταυρός του τεμπλέου επάνω ο ξύλινος, και ένα περιστεράκι, ξύλινον και αυτό, από το ράμφος του οποίου απεκρέματο του Σταυρού το κανδηλάκι, εκινείτο, θαρρείς, χαρούμενον να πετάξη πλέον επάνω, εις τον ουρανόν του ουρανού, και να εισχωρήση βαθειά εις το αόρατον, εις τον πύρινον ουρανόν. Ηγάλλοντο και οι τοίχοι, ηγάλλοντο όλα όσα υπήρχαν εκεί αντικείμενα.