United States or Belgium ? Vote for the TOP Country of the Week !


Φυσά μόνον και αερίζεται με το μανδήλιόν της, αισθάνεται δε ακαταμάχητον όρεξιν να εξορύξη τους οφθαλμούς του Κυρίου Σουσαμάκη, όστις τέλος, αφού μάτην προσεπάθησε να προσθέση μερικάς λέξεις, ουδέν άλλο εύρε να είπη, ή μόνον·Καλήν νύκτα σας, . . . μας συγχωρείτε, Κύριε Διευθυντά . . . δεν είνε έτσι; Οι δύο σύζυγοι ένευσαν εκ συμφώνου, ως αυτόματα, την κεφαλήν, και ο Σουσαμάκης ανεχώρησε.

Όλοι εσιώπον εκ της αγωνίας δι' εκείνο το οποίον έμελλε να συμβή. Κατ' αρχάς, ηκούσθη βαθύς στεναγμός τον οποίον έβαλεν μία υποχθόνιος φωνή. Η Ηρωδιάς την ήκουσεν από την άλλην άκραν του παλατίου. Ηττημένη από έν θέλγητρον ακαταμάχητον, διέσχισε τα πλήθη και στηρίζουσα την μίαν της χείρα επί του ώμου του Μαναή και κλίνουσα προς τα εμπρός το σώμα ηκρωάτο. Η φωνή έλεγεν.

Ισχυρίζετο ότι η μία εξ αυτών ήτο του Κικέρωνος, η δε άλλη σύνθετος και ότι το έν μέρος αυτής, από το μέτωπον μέχρι του στόματος, ανήκεν εις τον Δημοσθένην, το δε άλλο, από το στόμα μέχρι του πώγωνος, εις τον λόρδον Μπρουμ. Ήτο αδύνατον να ευρίσκετο εν πλάνη. Σας το απεδείκνυε με ακαταμάχητον λογικήν, διότι ήτο εκτάκτου ευγλωττίας.

Κατάπληκτοι και τεταπεινομένοι επί τη ολοσχερή ματαιώσει σχεδίου το οποίον εφαίνετο ακαταμάχητον, βιαζόμενοι ακουσίως να θαυμάζωσι την άδωλον εκείνην σοφίαν ήτις εν μια στιγμή διέλυσε τους βρόχους της σοφιστικής πονηρίας των, κατηφείς απεχώρησαν. Δεν υπήρχεν λοιπόν μέσον όπως τον συλλάβη τις εις τους λόγους Του!

Δεν ήτο, έλεγες, φωνή εκείνη, αλλά γλυκεία τις και μυστηριώδης απήχησις κώδωνος κρυσταλλίνου, μαγεύουσα την ακοήν και κρατούσα υπό διαρκές και ακαταμάχητον θέλγητρον τον ακροατήν. Ουδέποτε ήκουσα γλυκυτέραν ανθρώπου φωνήν, σπανίως δε και ήχου οιανδήποτε κλαγγήν, ήτις να έχη τόσην την μυστηριώδη της μαγείαν.

&Διότι η αμαρτία είνε αδυναμίαδιότι δεν υπάρχει εις τον κόσμον τίποτε ευτελέστερον ενόχου συνειδήσεως, τίποτε τόσον ακαταμάχητον όσον το ανερχόμενον κύμα θεοειδούς αγανακτήσεως κατά παντός του χαμερπούς και του πονηρού.

Επεθύμουν, αλλά δεν ετόλμουν να Τον συλλάβωσι, και τόσω μάλλον όσω υπήρχόν τινες τους οποίους οι λόγοι ούτοι έπεισαν, και οίτινες ανέφερον τα πολλά θαύματά Του ως ακαταμάχητον απόδειξιν των ιερών αξιώσεών Του. Είνε αξιοσημείωτον γεγονός, ότι οι Ιουδαίοι ουδέποτε απεπειράθησαν ν' αρνηθώσι τα θαύματα του Ιησού.

Και λοιπόν αυταί αι μεγάλαι ελπίδες, καθώς φαίνεται, επέταξαν τότε ταχέως, εκτός, καθώς είπαμεν προ ολίγου, εκείνου του μικρού μέρους εις τον ιδικόν σας τόπον. Και αυτό δε ακόμη δεν έπαυσε ποτέ μέχρι σήμερον να έχη πολέμους προς τα άλλα δύο μέρη. Άλλως όμως, εάν επραγματοποιείτο το σχέδιον εκείνο και ήσαν σύμφωνοι εις μίαν γνώμην, θα έδιδε δύναμιν ακαταμάχητον διά τον πόλεμον. Πώς όχι;

Η Φλουρού δεν απεκρίθη, αλλ' ύψωσε το βλέμμα εκ του παραθύρου προς τον ήλιον, προς υπόδειξιν ότι το λάθος δεν ήτο ιδικόν της, αλλά του κυρίου της, όστις ήργησε να έλθη. Η σιωπηλή αύτη απολογία δεν απεθάρρυνε τον καθηγητήν. — Επί του όλου, επανέλαβε, δεν τρώγεται σήμερον το φαγητόν σου. — Να που το έφαγες! Εις το ακαταμάχητον τούτο επιχείρημα προσέφευγε συνήθως η Φλουρού.

Όταν εξύπνησα εύρον πλησίον μου, όπως και προηγουμένως, ένα άρτον και μίαν κανάταν νερού. Εδίψων φοβερά, και εξεκένωσα την κανάταν μονορρούφι. Το νερό θα είχε ναρκωτικόν μέσα, διότι μόλις το ήπια κατελήφθην από ακαταμάχητον ύπνον. Βαθύς ύπνος με εβάρυνεν, όμοιος με τον ύπνον του θανάτου.