Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 23 Μαΐου 2025
Εν μέσω των στηλών με τα χάλκινα κιονόκρανα επεφάνη η Ηρωδιάς, η όποια προυχώρει με ύφος αυτοκρατείρας, περιστοιχιζομένη υπό γυναικών και ευνούχων, κρατούντων εντός επιχρύσων δίσκων καπνίζοντα θυμιάματα. Ο Ανθύπατος έκαμε τρία βήματα προς αυτήν, και την εχαιρέτησε με μίαν υπόκλισιν της κεφαλής.
Αι φυλακαί του Τιβέρεως εύκολα δεν ανοίγουν, και αυτή δε η ζωή δεν είνε εκεί πολλάκις ασφαλής. Ο Αντίππας την ηννόησε, και αν και ήτο αδελφή του Αγρίππα, το απάνθρωπον σχέδιόν της του εφάνη δικαιολογημένον. Οι φόνοι εκείνοι ήσαν συνέπειαι των πραγμάτων, το πεπρωμένον των βασιλικών οίκων. Εις δε του Ηρώδου πλέον ήσαν αναρίθμητοι. Κατόπιν η Ηρωδιάς εξέθεσε το σχέδιόν της.
Η κόρη έτρεξε προς την μητέρα και την ηρώτησε: «Τι να ζητήσω;» Τούτο ακριβώς επερίμενεν η Ηρωδιάς, και θα ηδύνατο να ζητήση εσθήτας ή πολυτίμους λίθους ή παλάτια ή ότι τοιαύτη γυνή αγαπά. Αλλ' ως πνεύμα οποίον το ιδικόν της η εκδίκησις ήτο γλυκυτέρα του πλούτου ή της υπερηφανίας.
— «Τι ευτυχία» ανέκραξεν εκείνη «αφού εις το εξής ο Αγρίππας ο εχθρός του Τιβερίου, θα είνε εντελώς ανίκανος να μας βλάψη!» Ο Βιτέλλιος ηγνόει τα συμβαίνοντα, η δε Ηρωδιάς του εφάνη επικίνδυνος, και ενώ ο Αντίπας ωρκίζετο ότι θα πράξη το παν υπέρ του Αυτοκράτορος, ο Βιτέλλιος προσέθηκε. — Ακόμη και αν επρόκειτο να βλάψης άλλους;
Η Ηρωδιάς με περιφρονητικήν ανεκτικότητα προσεπάθησε να τον καθησυχάση. Από έν μικρόν κιβώτιον απέσυρε έπειτα έν μετάλλιον άτεχνον φέρον την μορφήν του Τιβερίου. Τούτο ήρκει να ωχριάση τους ραβδούχους και να εξαλείψη τας κατηγορίας. Ο Αντίπας συγκινηθείς από ευγνωμοσύνην την ηρώτησε πόθεν το είχεν. — «Μου το έδωσαν», απήντησεν.
Ο Αντίπας είχεν ήδη σύζυγόν την θυγατέρα του Αρέθα, ηγεμόνος της Αραβίας, και ούτε αυτός ούτε η Ηρωδιάς ήσαν πλέον νέοι. Ο Αντίπας υπεσχέθη να διαζευχθή την νόμιμον σύζυγόν του και να την νύμφευε. Αι ελαφροτέραι των κακιών μας γίνονται όργανα προς τιμωρίαν μας.
Έβλεπεν από τον λαιμόν και την οσφύν, όλον το λυγηρόν της ανάστημα, το οποίον έκυπτε και ανεγείρετο με τόσην ελαστικότητα. Παρεμόνευε τους ελιγμούς των κινήσεών της, και η αναπνοή του ολονέν εδυνάμωνεν. Οι οφθαλμοί του εξέπεμπον φλόγας. Η Ηρωδιάς τον παρετήρει. Ο Τετράρχης ηρώτησε. — Ποία είνε αυτή; Εκείνη απήντησεν ότι δεν την εγνώριζεν διόλου, και κατευνασθείσα αιφνιδίως έφυγεν.
Η καταπακτή έκλεισεν, ο Μαναή ήθελε να πνίξη τον Ιωάννην. Την στιγμήν εκείνην, η Ηρωδιάς έγεινεν άφαντος. Οι Φαρισαίοι είχον σκανδαλισθή ο δε Αντίπας εν μέσω αυτών εδικαιολογείτο. — «Αναμφιβόλως» ισχυρίζετο ο Ελεάζαρ, «ημπορεί κανείς να λάβη σύζυγον την γυναίκα του αδελφού του». Αλλ' η Ηρωδιάς δεν ήτο χήρα, εξ άλλου δε, είχε και τέκνον το οποίον επεσφράγιζε την βδελυγμίαν.
Η Ηρωδιάς ήτο ενώπιόν του, με αλουργίδα εξ ελαφράς πορφύρας φθάνουσαν μέχρι των σανδαλίων. Εξελθούσα αποτόμως από τον κοιτώνα της, δεν εφόρει ούτε περιδέραιον, ούτε ενώτια. Είς πλόκαμος της μαύρης της κόμης έπιπτεν επάνω εις τον ένα της βραχίονα ενώ το άκρον του εβυθίζετο εις το διάστοιχον του στήθους της. Οι ρώθωνές της πολύ ανορθωμένοι επάλλοντο, την δε μορφήν της εφώτιζε θριάμβου χαρά.
Έπειτα απεσύρθησαν έκαστος από μίαν διαφορετικήν κλίμακα υποχωρούντες χωρίς να παύση ο είς να βλέπη τον άλλον. — «Τον γνωρίζω!» είπεν η Ηρωδιάς, «ονομάζεται Φανουήλ, και ζητεί να πάρη τον Ιωχανάν, αφ' ου έχεις την τυφλότητα να τον διατηρής!» Ο Αντίππας αντέτεινεν ότι ηδύνατο μίαν ημέραν να χρησιμεύση. Αι κατά της Ιερουσαλήμ προσβολαί του, έφερον με το μέρος των τους λοιπούς Ιουδαίους.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν