Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 23 Ιουνίου 2025
Η σελήνη είχεν ανατείλει προ του μεσονυκτίου, και ο δίσκος της υπέρυθρος ολίγον, εφαίνετο όπισθεν των κορυφών υψηλών δένδρων, πότε εκρύπτετο, κατά τους ελιγμούς της πορείας, όπισθεν του βουνού.
Η Ιωάννα μη γνωρίζουσα την οδόν έτρεχεν όπου οι τέσσαρες του υποζυγίου πόδες έφερον αυτήν αλλ' ανευρούσα μετ' ου πολύ το ρεύμα της Μεΰνης ηκολούθησε τους ελιγμούς του ρύακος, ως ο Θησεύς τον μίτον της Αριάδνης, μέχρις ου έφθασε δύοντος του ηλίου εις το τέρμα της οδοιπορίας.
Εκεί εισέδυ ούτος εις οδόν τινα εν μέσω καλυβών και μανδρών, εστράφη επιδεξίως πολλάκις προς τους διαφόρους ελιγμούς του λαβυρινθώδους εκείνου μέρους, και ο ατυχής Βράγγης τον έχασεν από των οφθαλμών αυτού. Μόνη δε αντηχούσα διαμαρτύρησις έμειναν αι κραυγαί του διώκτου, αίτινες άνθρωπον ουδένα προσείλκυσαν.
Μίαν εσπέραν, καθώς είχα κατεβάσει τα γίδια μου κάτω εις τον αιγιαλόν, ανάμεσα εις τους βράχους, όπου εσχημάτιζε χιλίους γλαφυρούς κολπίσκους και αγκαλίτσες το κύμα, όπου αλλού εκυρτώνοντο οι βράχοι εις προβλήτας και άλλου εκοιλαίνοντο εις σπήλαια· και ανάμεσα εις τους τόσους ελιγμούς και δαιδάλους του νερού, το οποίον εισεχώρει μορμυρίζον, χορεύον με ατάκτους φλοίσβους και αφρούς, όμοιον με το βρέφος το ψελλίζον, που αναπηδά εις το λίκνον του και λαχταρεί να σηκωθή και να χορεύση εις την χείρα της μητρός που το έψαυσε — καθώς είχα κατεβάσει, λέγω, τα γίδια μου διά ν' «αρμυρίσουν» εις την θάλασσαν, όπως συχνά εσυνήθιζα, είδα την ακρογιαλιάν που ήτον μεγάλη χαρά και μαγεία, και την «ελιμπίστηκα», κ' ελαχτάρησα να πέσω να κολυμβήσω.
Με την μίαν χείρα εκράτει τα αλυσιδωτά ηνία και με την άλλην εκέντα, επί της σπονδυλικής στήλης, το ταχύ ζώον, όπερ χορεύον εισήλθεν ήδη εις την μακράν γραμμήν των γυναικών, αίτινες κατά σειράν παραμερίσασαι, άφησαν το ονάριον να διέλθη, με χαρίεντας ελιγμούς των νώτων, επισείον την ουράν του, χαιρετίζον με τα ώτα του, εν ώ ο επ' αυτού καθήμενος εμονολόγει μεγαλοφώνως: — Τίποτε φέτος!
Και μετά τινας πάντοτε ελιγμούς και περιστροφάς, χάριν της πασχούσης φιλοτιμίας, τίθεται εις χρήσιν η μέθοδος εκείνη την οποίαν, η προς τον φίλον οφειλομένη αβρότης με αναγκάζει να παρασιωπήσω. Έν' απόγευμα εκαθήμεθα προ μικράς τραπέζης εις έν από τα τελευταία ζυθοπωλεία των Πατησίων.
Έβλεπεν από τον λαιμόν και την οσφύν, όλον το λυγηρόν της ανάστημα, το οποίον έκυπτε και ανεγείρετο με τόσην ελαστικότητα. Παρεμόνευε τους ελιγμούς των κινήσεών της, και η αναπνοή του ολονέν εδυνάμωνεν. Οι οφθαλμοί του εξέπεμπον φλόγας. Η Ηρωδιάς τον παρετήρει. Ο Τετράρχης ηρώτησε. — Ποία είνε αυτή; Εκείνη απήντησεν ότι δεν την εγνώριζεν διόλου, και κατευνασθείσα αιφνιδίως έφυγεν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν