United States or Guinea-Bissau ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μετά το τέλος της λιτανείας, ιππεύσαν και πάλιν το νέον ζεύγος διηύθυνε τα βήματα του υποζυγίου προς το Μοναστήριον της Φούλδας, όπου έμελλεν η Ιωάννα να καταταχθή εν τη ποίμνη του Αγ. Βενεδίκτου.

Η γραία έσυρε πάντοτε το καπίστρι, ως να ήθελε να βοηθήση την επίπονον πρόβασιν του ασθμαίνοντος υποζυγίου της· οι κακώς προσηρμοσμένοι τροχοί έτριζαν πενθίμως και το επ' αυτών βαρέλιον εξηκολούθει να ταλαντεύεται προς δεξιάν και αριστεράν ως μεθυσμένος βρακάς. Κατ' εκείνην την στιγμήν ο μεσημβρινός δαίμων μου ενεφύσησεν ιδέαν, ήτις μ' έκαμε να γελάσω.

Τρομερά ήτον η φωνή και εστράφην προς το μέρος, ένθα ηκούσθη. Τέρας παράδοξον ενώπιόν μου διήρχετο, με εριννύος κεφαλήν, φέρουσαν όφεις αντί κόμης, και με σώμα υποζυγίου. Άνθρωποι ισχνοί και λιπόσαρκοι, με τρίχας ηνωρθωμένας, και με βλέμματα άγρια και εστραμμένα κατά της ιδίας ψυχής των, προηγούντο κλαίοντες.

Η γενεά αύτη εξέλιπε βαθμηδόν εν Ευρώπη, αλλά διατηρείται ακόμη αμιγής και ακμαία εν Αιγύπτω και Παλαιστίνη, όπου βλέπει τις αυτούς φέροντας χρυσοκέντητα σάγματα και τρώγοντας βραστούς κυάμους εντός πορφυρών αγγείων. Επί τοιούτου υποζυγίου έτρεχον ασφαλώς οι δραπέται, στρέφοντες εις τον νουν μυρία περί του μελλοντος βίου σχέδια.

Επόθουν να πηδήσω από του υποζυγίου, να τρέξω πλησίον της, να την απολαύσω· να περιπτυχθώ τον κορμόν της, όστις θα ήτον αγκάλιασμα διά πέντε παιδιά ως εμέ, και να τον φιλήσω.

Αναπαυθέντες τότε επί τινας ώρας υπό την σκιάν πεύκης εβάδισαν και πάλιν δι’ όλης της νυκτός, το δε πρωί απήλθον εις Τουλώνα, εναύλους έτι έχοντες εις τα ώτα της Μαγδαληνής την ονοκτόνον αράν και του δυστυχούς υποζυγίου των τους επιθανατίους ογκηθμούς.

Ετρεπόμεθα δεξιά και αριστερά, αποδώ κι' αποκεί, εκείνος καβάλλα, εγώ πεζός. Τέλος ο Κωσταντής κατήλθεν εξ ύψους του υποζυγίου του, μου επήρε το κερί κ' εκύτταζε να εύρη τον δρόμον. Ύστερα είπεν ότι τον ηύρε, έσβυσε το κερί, το έβαλε δεν ξεύρω πού και ίππευσε πάλιν. Και πάλιν απεπλανήθημεν. Εκοντεύαμεν ως τόσον να φθάσωμεν εις την Παναγίαν.

Αλλά την στιγμήν εκείνην προσήλθεν ο κουμπάρος του Σταθαρός, ο ποιμήν του Τσουγκριά, και τον παρεκάλεσε να του κάμη την χάριν να παραλάβη οχληρόν συμπλωτήρα . . . «υιόν υποζυγίου», ώριμον προς επίσαξιν, . . . όπως κομίση αυτόν προς ένα των πολυαρίθμων κουμπάρων του εις την πολίχνην.

Η Ιωάννα μη γνωρίζουσα την οδόν έτρεχεν όπου οι τέσσαρες του υποζυγίου πόδες έφερον αυτήν αλλ' ανευρούσα μετ' ου πολύ το ρεύμα της Μεΰνης ηκολούθησε τους ελιγμούς του ρύακος, ως ο Θησεύς τον μίτον της Αριάδνης, μέχρις ου έφθασε δύοντος του ηλίου εις το τέρμα της οδοιπορίας.