Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 17 Μαΐου 2025


Θατα πάρουν φέτος τα δέκατα. Χαιρετίσματα, κυρ-Δμάκη! Μου χρωστάς και μισή οκά από πέρσι, που μου πήρες παραπάνω. — Και μένα μια οκά! προσέθηκεν άλλη φωνή. — Και μένα τρακόσια δράμια! — Και μένα τρεις οκάδες! — Και μένα εκατό δράμια! Υπέλαβον συγχρόνως πολλαί γυναίκες.

Ο Έφις δίπλωνε προσεχτικά τον σκούφο του. «Πρώτα ο Θεός, φέτος οι κυράδες μου θα πάνε στο πανηγύρι…. για να προσευχηθούν και όχι για να διασκεδάσουν….» «Χαίρομαι που τ’ ακούω. Πες μου κάτι, εάν επιτρέπεται: είναι αλήθεια ότι έρχεται ο γιος της Λία; Το λέγανε σήμερα εδώ, στο μαγαζί

Και βιολιά, και λαούτα, ακούς, και λογιών-τω-λογιών τα λαλούμενα, τακούς, κι' όλ' οι βιολιτζήδες οι ντόπιοι, τρεις ξένοι, οι τουρκόγυφτοι με τα κλαρινέτα, ακούς . . . Και θα χορέψουν όλοι, που να πηδήσουν μεσούρανα, τακούς . . . Και πού είσ' ακόμα, ν' αρχίσουν να μας έρχωνται η νυφάδες για το Θανάση, κ' η πεθεράδες, που θα μας κουβαλούν ζαχαρομαχαλιά και κουραμπιέδες, και λογιών-τω-λογιών καλούδια . . . Ως το χειμώνα, φέτος, άλλο γάμο θάχουμε . . . Και ποια μάννα είνε σαν εμένα; . . . Πώς έχω τον νου μου, δεν λέτε; . . .

Το σπιτάκι είχε για φόντο το παλιό, ανακαινισμένο σπίτι του Μιλέζου που ήταν ψηλό, με καινούργια σκεπή, αλλά με τους τοίχους εδώ κι εκεί φαγωμένους και γδαρμένους λες από τον χρόνο που πεισματώνει σε όσους θέλουν να του αρπάξουν τη λεία. «Το κτήμα;», είπε ο Έφις ακουμπώντας στον τοίχο πλάι στη γυναίκα. «Καλά πάει. Φέτος θα έχουμε περισσότερα αμύγδαλα παρά φύλλα. Έτσι θα σε ξεχρεώσω, Καλί!

Όχι μια όχι δυο μα δεκαείκοσι φορές τον χρόνο, βλέπεις το αγνό νερό να στολίζεται με το αίμα των παιδιών μας και την πύρινη αμμουδιά να δαγκώνεται από τα κεφάλια των αράπηδων και το ακρογιάλι αναστατωμένο από πατήματα και άρματα σπασμένα και νεκρά κορμιά, σαν να επάλαιψαν γίγαντες εκεί. Έτσι έγινε και φέτος και πολλοί καπετάνοι έκλαιαν τους ναύτες τους.

Να πήγαινε τώρα κανένας να λειτουργήση το Χριστό, στο Κάστρο, επανέλαβεν ο ιερεύς, θα είχε διπλό μισθό, που θα τους έφερνε κι αυτούς βοήθεια. Πέρσι, που ήταν ελαφρότερος ο χειμώνας, δεν πήγαμε... φέτος που είναι βαρύς... Και διεκόπη, ως να είπε πολλά. Ο αγαθός ιερεύς είχεν ήθος ανθρώπου λέγοντος οιονεί κατά δόσεις ό,τι είχε να είπη.

Ήταν γραμμένο εκεί 'ψηλά, φτωχό, να μη γιορτάσης Φέτος εσύ Χριστούγεννατην εκκλησιά! Να πιάσης Τα μετερίζια πρέπει συ αρματωμένο απόψι Και την πορειά του Ομέρ-πασά τη φοβερή να κόψη Το φλογερό τουφέκι σου, το χώμα σου να σπάση Το κύμα αυτό που ολάκερη βουλιέται να σκεπάση Την έρμη την Ελλάδα μας! Και θε ναρθούνε χρόνια Που θα γιορτάσης με χαρά, με δίχως καταφρόνια Χριστούγεννα κι' Ανάστασι!..

Τι να σ' πω κ' εγώ χριστιανή μ! Εγώ ήμουνα πίσωτα πράματα. Γεννήσανε καλά φέτος. Δόξα σοι ο Θεός! Τάχω όλα μια χαρά. Μα τώρα πρωί- πρωί, μ' αυτά που ακούω, και μ' αυτά που βλέπω, μώρχεται να κάμω τον σταυρό μου. Λες να σταυρώσουν και τα πεύκα, κακομοίρα; Γιατί είδα σήμερα, που ερχόμουνα, τρεις σταυρωτήδες, με τους μπαλτάδες, που τραβούσαν για Πίσω.

Ακριβώς την επαύριον η γραία Φουλίτσα, ολοστρόγγυλος ως κορασίς, συναντήσασα την γραίαν Αχτίτσαν ξηράν ως κορμόν πλατάνου, εις του Βασίλη την βρύσιν, ανήγγειλε προς αυτήν, ότι τα δέκατα θα τα πάρη φέτος ο καπετάν-Παρμάκης.

Ας μ' πήρε πέρσι μισή οκά παραπάν' 'ς το δέκατο, και πρόπερσι άλλη μια οκά και αντιπρόπερσι τρεις οκάδες. Ας μ' πήρε. Δε πειράζει. Ο Θεός πάλι μου τώδωσε φέτος με το παραπάνω. Δόξα νάχη ο Μεγαλοδύναμος. Και συνεμαζεύθη πάλιν η Φουλίτσα, ως γέρων κύκνος εντός του στήθους της και απέμεινεν ως απαισία γλαυξ πάλιν. Ήτο εκ φθόνου; Ποιος ξεύρει; — 'Στον φούρνο, απ' λες, τα λέγανε.

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν