Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 13 Μαΐου 2025
Ήταν γραμμένο εκεί 'ψηλά, φτωχό, να μη γιορτάσης Φέτος εσύ Χριστούγεννα 'ς την εκκλησιά! Να πιάσης Τα μετερίζια πρέπει συ αρματωμένο απόψι Και την πορειά του Ομέρ-πασά τη φοβερή να κόψη Το φλογερό τουφέκι σου, το χώμα σου να σπάση Το κύμα αυτό που ολάκερη βουλιέται να σκεπάση Την έρμη την Ελλάδα μας! Και θε ναρθούνε χρόνια Που θα γιορτάσης με χαρά, με δίχως καταφρόνια Χριστούγεννα κι' Ανάστασι!..
Δεν είχαμε ζήση ακόμη δυο ημερόνυκτα εις την θάλασσαν, όταν ένα πει- ρατικό καράβι καλά αρματωμένο μας εκυνήγησε· επειδή το καράβι μας δεν ήταν καλοθάλασσο, αναγκασθήκαμε να ανδρειευθούμε και να πολεμήσωμε· καθώς επιασθή- καμε, εγώ επήδησα μέσα εις το πειρατικό, κ' ευθύς εκεί- νοι το εξεκόλλησαν από το δικό μας, κ' εγώ έμεινα μό- νος εις τα χέρια τους.
Το πολύ χαίρουνταν που δεν έχουν και σήμερα τέτοιες συφορές, που δεν μπαίνουν πια Τούρκοι να σκορπίσουν αφανισμό στις φωλιές τους. ........ Άκου την τώρα τη μικρούλα, ψιλοτραγουδάει στρώνοντας το τραπέζι, να διώξη το φόβο της. Πρέπει να βλέπη κάποιον αρματωμένο μπροστά της να την κυνηγάη την καημένη. Άμποτε να της σταθή σε καλό της αυτός ο φόβος!
Ο άλλος ο κόσμος κερδίζει από τα βιβλία του εκατό τα εκατό, εμείς εικοσιπέντε τα εκατό. Τάλλα τα εικοσιπέντε είναι δοτικές κι αναδιπλασιασμοί, και τα πενήντα μήτε γράφηκαν! Κ' έτσι βγαίνει το ρωμιόπουλο στης ζωής την παλαίστρα αρματωμένο κορακίστικες λέξες και φράσες. Τις αραδιάζει, και γίνεται η δουλειά του. Οι σολοικισμοί κ' οι βαρβαρισμοί είναι ψύλλοι στ' άχυρα.
Τέλος σα χόρτασαν καλά γερό με φαγοπότι, πρώτος τους λέει ο Νέστορας, ο γερο-αλογολάτης «Τ' Ατρέα ξακουσμένε γιε, πρωτάρχοντα Αγαμέμνο, ας μην αργούμε πιο πολύ εδώ με τις κουβέντες 435 και τη δουλιά αναβάλλουμε που μας ανοίγει ο Δίας, Μον στο καραβοστάσι ομπρός! οι κράχτες ας λαλήσουν κι' οχ τα καλύβια ας βγάλουνε τα' ασκέρι αρματωμένο, κι' εμείς στον κάμπο οι αρχηγοί με δίχως χασομέρια ας σύρουμε έτσι αχώριστοι, ν' αρχίζουμε κοντάρι.» 440
Στην άκρη κάμπου διάπλατου, σε ριζοβούνι δίπλα, Κένταγε λίμνην ώμορφη, σα νύφη στολισμένη, Μ’ άλλα νερά κατάργυρα, μ’ άλλα νερά γαλάζια, Κι’ απάνω της να τρέχουνε βαρκούλες πέρα-δώθε, Άλλες με κάτασπρα πανιά, σαν άσπρα περιστέρια, Κι’ άλλες μ’ ολάργυρα κουπιά να δέρνουν τα νερά της... Γλυκά ανακαθρεφτίζονταν στες λαμπερές της άκρες, Λόγγα, χωριά, βουνόπλαγα, ράχες και κορφοβούνια, Κοπάδια γιδοπρόβατα κι’ αμέτρητες αγέλες, Και σε μιαν άκρη απλόνονταν πανώρια πολιτεία , Με σπίτια μαρμαρόχτιστα και κάστρο αρματωμένο.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν