United States or Romania ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όμως και σας, ω Χάριτες, μαζί μου θα σας πάρω, γιατί χωρίς τις Χάριτες τίποτε δεν αρέσει. Άμποτε, Χάριτες, εγώ πάντα μαζί σας νάμαι. Αρχή και τέλος της ωδής ο Ζευς ας είνε, ω Μούσαι, όταν στον πρώτο απ' τους θεούς πλέκωμ' εμείς τραγούδια· κι ο Πτολεμαίος που δείχνεται πρώτος μέσ' στους ανθρώπους κι αυτός ας είνε στην αρχή, στη μέση και στο τέλος.

Φέρνει Σταυρόν και βάια Ο πτερωμένος άγγελος Που τους ηγεμονεύει· Ψάλλοντες αναβαίνουσιν Υπέρ τα νέφη. Ψυχαί μαρτύρων χαίρετε Την αρετήν σας άμποτε Να μιμηθώ εις τον κόσμον, Και να φέρω την λύραν μου Με σας να ψάλλω. Στροφή Α Της θαλάσσης καλήτερα Φουσκωμένα τα κύματα Να πνίξουν την πατρίδα μου Ωσάν απελπισμένην, Έρημον βάρκαν.

Και σε σας, αθώα μου τέκνα, αν είσθε μεγαλύτερες, πολλές θενά ’χα συμβουλές να ’δινα εγώ° τώρα μονάχα παρακαλέστε ο βίος σας απ’ του πατρός σας πιο ευτυχισμένος κι αγαθός άμποτε να ’ναι. ΚΡΕΩΝ Φθάνουν τα δάκρυα. Πήγαινε μεσ’ στο παλάτι. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Έστω. Κι ας είν’ ανώφελο. ΚΡΕΩΝ Όλα καλά, όταν γίνονται μεσ’ στον καιρό τους. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Ξέρεις πότε θα πάω εγώ; ΚΡΕΩΝ Λέγε κι ακούω.

Εκατάλαβα, είπεν ο Σωκράτης, αλλ' ίσως βέβαια επιτρέπεται και πρέπει να ευχηθή κανείς εις τους θεούς η αλλαγή της κατοικίας απ' εδώ εις τα εκεί να γείνη ευτυχής· το οποίον και εγώ εύχομαι λοιπόν και άμποτε να γείνη κατ' αυτόν τον τρόπον. Και άμα είπεν αυτούς τους λόγους εσταμάτησε και το έπιεν όλον με πολλήν ευκολίαν και ηρεμίαν.

Πριν έλθης εξεκίνησεν ο γέρων ο Σιβάρδος· δέκα χιλιάδες μαχηταί μαζί του εκστρατεύουν. Πηγαίνωμεν κατόπιν των, και άμποτε να ήναι τόσον η τύχη μας καλή, όσον το δίκαιόν μας! Τι σιωπαίνεις; ΜΑΚΔΩΦ Δύσκολον ο νους να συμβιβάση τόσα πολλά δυσάρεστα κ' ευχάριστα συγχρόνως. ΜΑΛΚΟΛΜ Παρακαλώ, ο βασιλεύς σκοπεύει να εξέλθη; ΙΑΤΡΟΣ Εξέρχεται!

Μα έτσι, σαν κουβεντιάζω για τη μάννα σας, θαρρώ πως την έχομε μαζί μας στο τραπέζι, μέρα που είνε. Και γύριζε πάλε στον Μοναχάκη, σκουπίζοντας τα μάτια του. — Να, τούτος, μούμοιασε, ο Μοναχάκης. Ιδιος κι' απαράλλακτος. Καλόγνωμος και πονετικός σαν κ' εμένα. Χαρά στη γυναίκα που θα τον πάρη. Όπως έζησα εγώ με τη μακαρίτισσα τη μάννα σας, άμποτε να ζήση κι' αυτός. Μονοιασμένα κι' αγαπημένα.

ΧΟΡΟΣ Άμποτε μη μ’ απαρατήση όσο ζω αυτή των θεών η σύναξι, μηδέ να ιδώ να διαγουμίζεται η πόλη ετούτη και μ’ εχθρική να καίγουνται φωτιά οι πύργοι ετούτοι. ΕΤΕΟΚΛΗΣ Ενώ τους θεούς παρακαλείς κοίτα μην κάνης πράματ’ ανόητα· γιατί ’ναι η πειθαρχία μάννα της πετυχιάς, γυναίκα του σωτήρος.

Ο χρόνος σ’ εφανέρωσεν, εκείνος όπου όλα ξέρει να φανερώνη° τον γάμον τον αποτρόπαιον, που σπάρθηκες και που ’σπειρες, αυτός καταδικάζει. Αλλοί σου του Λαΐου, τέκνο δύστυχο, άμποτε να μη σ’ έβλεπα! Δέρνομαι και μυρολογώ και γόους αφήνω από το στόμα. Όμως από σε σώθηκεν η πόλις από τα δεινά κ’ ημπόρεσα να κλείσω μάτι.

Και η Πηνελόπ' η φρόνιμη απάντησέ του κ' είπε• Τούτος ο λόγος άμποτε τέλος να λάβη, ω ξένε• και τότε την αγάπη μου θα 'γνώριζες και δώρα τόσο πολλά 'π' όποιος σε ιδή θε να σε μακαρίζη». 165

Αφού σκοτώθηκε ο Μάρκος, έφεραν οι Σουλιώτες το λείψανό του και το ξάπλωσαν εμπρόςτο νάρθηκα της εκκλησιάς του Μοναστηρίου. Σηκώθηκε τότε ο Καραϊσκάκης από το κρεββάτι κ' επήγε σέρνοντας και φίλησε με δάκρυα το νεκρό του Μάρκου· κ' είπε·Άμποτε, ήρωα Μάρκο, κ' εγώ από τέτοιο θάνατο να πάω. Κ' επήγε αληθινά όπως ευχήθηκε, ο ήρωας.