United States or Ireland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ως πότε θα μαστε λεύτεροι; εξηκολούθησεν ο Καραγιάννης. Ο Αντωνέλλος εσιώπα. — Αυτή τη φορά δε θέλω να μου κάνης το βουβό, παράξενε. — Τι θες να σου πω; είπε σιγά ο Αντωνέλλος. — Να μου πης τη γνώμη σου εγώ δε θέλω πλιο νάμαι λεύτερος· μόνο βρίσκω σωστό να κάμης εσύ την αρχή, σαν πιο μεγάλος. Οι παλμοί της καρδίας του Αντωνέλλου εδιπλασιάσθησαν. — Έχω την αδερφή μου, καπτά Γιάννη

Ο πανθεϊσμός έβαζε και στο παραμικρό τη σφραγίδα του. Ύστερα ο Ρένας άρχισε να μη γνωρίζει τον πρώτο του εαυτό. — Βέβαια, σκέφθηκε κάποτε, γυρεύοντας μιαν όποια δήποτε λύση, πρέπει νάμαι το αποτέλεσμα κάποιας περασμένης εποχής, και γι' αυτό η ίδια θάλασσα, τα ίδια καράβια, τα ίδια βουνά, δε μοιάζουνε διόλου με τον εαυτό τους.

Το κάθε κτύπημά σου τη σάρκα μου θε να περνά, ως νάρθη μια στιγμή, που σαν το σύκο αμέτρητα κουκιά χρυσάφι μέσα στο αίμα μου, το θείο δάρσιμό σου να γυρνά! Πώς θάθελα να σ' έβλεπα σαν λυσσασμένο λύκο, 'πάνω μου να χουμίξης κι' εγώ νάμαι το αδύνατο το λάφι. Οι ανωτέρωΠρίσκιλλα ΠΡΙΣΚΙΛΛΑ. Ετόλμησα κι' εμπήκα. . . ΕΥΝΙΚΗ. Ποιος είνε; Πρίσκιλλα εσύ;

Ίδα, και ίσως νάμαι περισσότερο τουρκομερίτης από σας. Εκεί γεννήθηκα και δεκαοχτώ χρονάκια έζησα στα βάθη της Μικράς Ασίας. Εκεί είδα με τα μάτια μου όχι μόνο την τυραννία του τούρκικου φεουδαλικού καθεστώτος, αλλά και τη φαυλότητα του &ρωμαίικου φεουδαλικού θεοκρατικού& καθεστώτος.

Έφυγε, χάθηκε μακρυά απ' την πολιτεία. Κρύφθηκε στους λόγγους και στα βουνά κ' ύστερα πήρε το δρόμο, σαν αφωρισμένος.... «Και νάμαι που ήρθα. Ο Θεός να με συχωρέση, αδέρφια!»... Αυτά έλεγε ο χωριανός και τα δάκρυα τρέχανε απ' τα μάτια του. Κανένας δεν άνοιξε το στόμα του να μιλήση. Ο ένας κύτταζε τον άλλον.

Όμως και σας, ω Χάριτες, μαζί μου θα σας πάρω, γιατί χωρίς τις Χάριτες τίποτε δεν αρέσει. Άμποτε, Χάριτες, εγώ πάντα μαζί σας νάμαι. Αρχή και τέλος της ωδής ο Ζευς ας είνε, ω Μούσαι, όταν στον πρώτο απ' τους θεούς πλέκωμ' εμείς τραγούδια· κι ο Πτολεμαίος που δείχνεται πρώτος μέσ' στους ανθρώπους κι αυτός ας είνε στην αρχή, στη μέση και στο τέλος.

Κι αν σου φανώ και πιο δασύς απ' όσο πρέπει νάμαι, έχω βελανιδόξυλα κ' έχω φωτιά στη στάχτη· κ' εγώ για το χατήρι σου μέσ' στη φωτιά θα πέσω κι ας χάσω πια και τη ζωή κι αυτό μου τώνα μάτι που άλλο δεν έχω τίποτα γλυκύτερο στον κόσμο.

Δεν θέλω γέρους να κυττώ, που κάποτε ασπρίζουν και κάποτε με μια βαφή σαν την σουπιά μαυρίζουν. Δεν θέλω πλέον να κυττώ τας εκλεκτάς κυρίας να πιάνωνται νυχθημερόν με τας υπηρετρίας, δεν θέλω τα φουστάνια των να με γεμίζουν σκόνη, δεν θέλω νάμαι άγαμος, αλλ' ούτε παντρεμμένος, δεν θέλω Ρήγας σπαθωτός εμπρός μου να φουσκώνη σαν ένας γέρο-βάτραχος από νερό πρησμένος.

Θα πάω κ' εγώ στην ξενιτειά· δε λέω πως θάμαι πρώτος, μα δε θε νάμαι και στερνός μέσ' στους πολεμιστάδες. ΘΥΩΝΙΧΟΣ Άμποτε αυτά που επιθυμείς όπως τα θες να γίνουν. Μ' αν όμως σώνει και καλά ποθής να ταξιδέψης, στον Πτολεμαίο πήγαινε στρατιώτης να δουλέψης.

Τότε ο μεγάλος Έχτορας της απαντάει διο λόγια 440 «Γυναίκα, ναι κι' εγώ όλα αφτά στο νου μου τ' αναδέβω· όμως ντροπή απ' τις Τρώισσες, ντροπή 'ναι ομπρός στους Τρώες να σέρνουμαι έτσι σαν κιοτής αλάργα απ' τους πολέμους... μήτε το θέλει μου η καρδιά! τι πάντα παλικάρι έμαθα νάμαι και μπροστά στις κονταριές να τρέχω, 445 μ' απόφαση το γονικό να διαφεντέψω θρόνο.