Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 13 Μαΐου 2025
Ένας από τους αγωγιάτες πήγε κοντά 'ςτά πράμματα για να μη πηδήσουν δώθε από το ρέμμα και μπουν μέσα 'ςτά καλαμπόκια και κάμουν ζημιά. Τα λίγα χωράφια των Παλιοχωρίτων, χωρισμένα με ξερολίθι και βασταγμένα με τοίχους απάνου 'ςτές κατωφέριες και 'ςτούς βράχους, ήταν σπαρμένα με καλαμπόκι.
Ένας από τους αγωγιάτες πήγε κοντά 'ςτα πράμματα για να μη πηδήσουν δώθε από το ρέμμα και μπουν μέσα 'ςτα καλαμπόκια και κάμουν ζημιά. Τα λίγα χωράφια των Παλιοχωρίτων, χωρισμένα με ξερολίθι και βασταγμένα με τοίχους απάνου 'ςτες κατωφέριες και 'ςτους βράχους, ήταν σπαρμένα με καλαμπόκια.
Και βιολιά, και λαούτα, ακούς, και λογιών-τω-λογιών τα λαλούμενα, τακούς, κι' όλ' οι βιολιτζήδες οι ντόπιοι, τρεις ξένοι, οι τουρκόγυφτοι με τα κλαρινέτα, ακούς . . . Και θα χορέψουν όλοι, που να πηδήσουν μεσούρανα, τακούς . . . Και πού είσ' ακόμα, ν' αρχίσουν να μας έρχωνται η νυφάδες για το Θανάση, κ' η πεθεράδες, που θα μας κουβαλούν ζαχαρομαχαλιά και κουραμπιέδες, και λογιών-τω-λογιών καλούδια . . . Ως το χειμώνα, φέτος, άλλο γάμο θάχουμε . . . Και ποια μάννα είνε σαν εμένα; . . . Πώς έχω τον νου μου, δεν λέτε; . . .
Εφονεύθησαν δε όχι ολίγοι εκ των ιδικών των και εκ των συμμάχων· των ληφθέντων όμως όπλων ο αριθμός υπήρξεν ανώτερος του αριθμού των νεκρών, διότι μεταξύ εκείνων, οίτινες είχαν αναγκασθή να πηδήσουν τους κρημνούς, αποθέτοντες τας ασπίδας των, άλλοι μεν εχάθησαν, άλλοι δε εσώθησαν.
Κι' έσκουξε τότε ο Έχτορας με μια φωνή μεγάλη «Δαρδάνοι κονταρόπλιστοι και Τρώες και Λυκιώτες, σαν άντρες βάρτε τους, παιδιά, σαν άξια παλικάρια! Το βλέπω τώρα, γκαρδιακά απ' τα ουράνια ο Δίας 175 μου στέργει νίκη και τιμή, μα στους οχτρούς λαχτάρες. Τήρα οι μουρλοί τι δα τειχιά να σοφιστούνε πήγαν, σάπια και τιποτένια! Αφτά δε μου δειλιούν το μάτι· έφκολα τ' άτια το σκαφτό χαντάκι θα πηδήσουν.
— Μα δε βλέπεις, Δάφνη, τις γίδες και τα κριάρια και τους τράγους και τις προβατίνες, πως εκείνοι κάνουν ορθοί κ' εκείνες παθαίνουν ορθές; εκείνοι αφού πηδήσουν, κι αυτές αφού τους κρατήσουν στα πισινά τους; Κ' εσύ θέλεις να πλαγιάσω χάμου μαζί σου γυμνή; κι όμως εκείνες πόσο πιο μαλλιαρές είναι από μένα, αν κ' είμαι ντυμένη.
Ο μικρός εκείνος ανήφορος, ο ολισθηρός κρημνός ήτον δι' εμέ άθυρμα, όσον ένα σκαλοπάτι μαρμαρίνης σκάλας, το οποίον φιλοτιμούνται να πηδήσουν εκ των κάτω προς τα άνω αμιλλώμενα τα παιδιά της γειτονιάς. Την στιγμήν εκείνην, ενώ έκαμα το πρώτον βήμα, ακούω σφοδρόν πλατάγισμα εις την θάλασσαν, ως σώματος πίπτοντος εις το κύμα.
Κουταμάρες, του λέω· παλιοκουβέντες! Εφούσκωσαν τα μάτια του, λες κ' ήθελε πηδήσουν από τις κόχες. Άναψε, ξεροκοκκίνησε. Ετίναξε το χέρι του μ' ορμή, σαν άνθρωπος που έχασε την υπομονή. — Πάμε! μου λέει, γέρνοντας πλάι με μεγάλα βήματα. Συ, παιδί μου, σκας Δεσπότη! Πάμε, λοιπόν, να το ιδής με τα μάτια σου... Ήταν Σαβατόβραδο.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν