United States or Iraq ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τραβούσαν έπειτα τα κολοβωμένα του πόδια στους δρόμους. Άλλα μέρη του κορμιού του τάφεραν και τα κάψανε στ' Αμφιθέατρο, και ξεφώνιζαν από τη χαρά τους του Αρχιεπισκόπου οι φίλοι. Αυτά είναι τα καμάρια του Θεοφίλου, που βάλθηκε κι αυτός ναρμηνέψη τις προσταγές του Θεοδοσίου με τρόπο που αφίνει φριχτό σημάδι στην ιστορία του.

Κι' έφτασε, και στον αργαλιό την ήβρε που μεγάλο 125 σκουτί τότε έφαινε διπλό, αλικοπλουμισμένο με ξόμπλια που ζουγράφιζαν των διο στρατών τα πάθια, που τόσα με τον πόλεμο για λόγου της τραβούσαν.

Τρίζανε οι ράχες, άπαφτα με πείσμα οι μεστωμένες χέρες τραβούσαν, έτρεχε ποτάμι κάτου ο ίδρος, 715 γρόμποι παντού πετάχτηκαν στους ώμους στα πλεβρά τους πυκνοί κι' αιματοβύσσινοι. Και σπρώχνανε τραβούσαν δίχως ανάσα, τι ήθελαν το διάσκελο τριπόδι. Μήτε όμως του Λαέρτη ο γιος κατάφερνε τον Αία να ξεριζώσει, μήτε αφτόν να ρίξει χάμου ο Αίας, 720 τι είχε τα κότσα αλύγιστα.

Τους τηρούν οι άλλοι κοντά μας, δρόμο κι αυτοί. Τους περνούμε τότες το κατόπι, και δος του βόλι στα πισινά τους καθώς τραβούσαν κατά το μονοπάτι που πάει στ' Αποκόρωνα. Καθώς κατρακυλούσαν τα μέρη που ο λόγγος αρχινάει και στενεύει, παίρνουνε μερικοί μας δίπλα τα βουναράκια, και τρέχοντας σα λαγωνικά τους προκάνουμε ό,τι αρχίζανε και ξεμύτιζαν παρακάτω στη χαράδρα.

Μα σχοινί δεν ήταν πουθενά· η Χλόη όμως αφού έλυσε μια κορδέλα της τη δίνει στο γελαδάρη για να την ρίξη· κ' έτσι εκείνοι στεκάμενοι στην άκρη του λάκκου τραβούσαν κι' ο Δάφνης ανέβηκε κρατώντας την κορδέλα, που την έσερναν.

Μα δεν ήθελε η Λιόλια: είπε που δεν πεινούσε. Πάμε, πάμε! φώναζαν οι φίλοι κ' έπιασαν το Νίκο απ’το μπράτσο, ο καθένας από μια μεριά, και τον τραβούσαν. . . Ένα μεζεδάκι κ’ένα κρασάκι! είπε ο χοντρέλης.

Και τ' ουρανού αφτοθέλητη βροντάει κι' ανοίγει η πόρτα, που τη φυλάνε οι Εποχές, που κι' έχουν τη φροντίδα 750 του Έλυμπου και τ' Ουρανού, κι' αφτές απάνου βάζουν το πυκνωμένο σύγνεφο για το τραβούνε πίσω· μέσα από κει αστραπότρεχα τραβούσαν τ' άλογά τους. Και βρίσκουν χώρια απ' τους λοιπούς θεούς το γιο του Κρόνου πας στου μυριόκορφου βουνού την άκρη καθισμένο.

Τραβούσαν πυργαγκώναρα και γκρέμιζαν μπροστήθια, τα προβαλμένα μόχλεβαν στηρίδια, που οι Αργίτες τάστησαν πρώτα μες στη γη για να βαστούν τους πύργους. 260 Αφτά τραβούσαν, κι' όλπιζαν των Αχαιών το κάστρο να σπάσουν· όμως βήμα αφτοί δε σάλεβαν ακόμα, Μον τα μπροστήθια φράζοντας μ' ασπίδες βοϊδοπέτσες χτυπούσαν τον οχτρό από κει καθώς ορμούσε απάνου. 264

Ο σκύλος πήγαινε πάντα κοντά του κι όταν πλησίαζε κανένας ξένος, παρακολουθούσε το φέρσιμό του με δύσπιστα μάτια, έτοιμος να μπη στη μέση, αν το απαιτούσε η περίσταση. Ο Σβεν κι ο σκύλος τραβούσαν κιόλα το δικό τους δρόμο και συχνά σηκώνανε το σπίτι σ' ένα πόδι, όταν δεν μπορούσε να τους βρη κανείς.

Και τ' ουρανού αφτοθέλητη βροντάει κι' ανοίγει η πύλη, που τη φυλάνε οι Εποχές, που κι' έχουν τη φροντίδα του Έλυμπου και τ' Ουρανού, κι' αφτές απάνου βάζουν 395 το πυκνωμένο σύγνεφο για το τραβούνε πίσω· μέσα από κει αστραπότρεχα τραβούσαν τ' άλογά τους.