United States or Afghanistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και συγχρόνως έστρεψε το όπλον εναντίον του στήθους του ενωμοτάρχου. Ο Παπαθεοδωρακόπουλος απέμεινεν έκπληκτος. Μόλις τόρα ενόει οποίον κλονισμόν επέφεραν οι λόγοι του εις την ψυχήν του γέροντος και πού ηδύνατο να φθάση αυτή του η παραφορά. Εγνώρισε μόνος του τόρα ότι δεν επεδέχετο πλέον αστεϊσμούς η συζήτησις κ' εσκέφθη διά μαλακού τρόπου ν' αποφύγη την σύγκρισιν.

Κείνο βγήκε πολύ θεληματάρικο, απαιτούσε πάντοτε «το δικό του να γένη». Αυτή ήτον πολύ αψίθυμη, και δεν έκαναν καλό χωριό οι δυο τους. Τέλος, το παιδί μπαρκάρησε, «πήρε τα μάτια του κ' έφυγε», και τον δεύτερο χρόνο επνίγη μ' ένα καΐκι που αρμένιζε. Και πάλι η θεια Μορισίνα απέμεινεν έρμη και μοναχή. Και τώρα εγήραζε, κ' εδιψούσε για συντροφιά, μέσα στους τέσσερες τοίχους του σπιτιού της.

Η χρυσή καδένα μου! εφώναξε. Κ' εξυπνήσας αμέσως, επέψαυον με πόθον την καδένα μου την χρυσήν, θαρρών ότι μου την αφήρεσαν. Δεν εξεύρω πώς, αφού εξύπνησα, από όλην την χρυσήν παράστασιν του αρχιερέως απέμεινεν εις την ενθύμησίν μου ανεξάλειπτος η χρυσή άλυσις του εγκολπίου του, η οποία μου εφαίνετο ότι έλαμπεν ακόμη, μέσα εις την βαθείαν εκείνην νύκτα των οφθαλμών μου.

Το λυγερό κορμί που έφευγε λαυράκι στα νερά εξάφνισε στον οργασμό τα νεύρα του και το γέλοιο που απέμεινεν οκνό στον αιθέρα ετύλιξε τον απαλά σε πόθους και όνειρα. Δεν χασομερίζει καθόλου.

Άφησέ με! απήντησεν ο κυρ-Μανωλάκης. — Μήπως επιάσθηκες πάλιν για τα κεριά; — Παρατήθηκα! Η απάντησις αύτη επάγωσε την κυρά-Μανωλάκαινα, ήτις απέμεινεν ως χρυσούν άγαλμα σιωπηλή και ακίνητος. Ο κυρ Μανωλάκης το εφύσα και δεν εκρύονε, κατά το δη λεγόμενον.

Μετά την ανωτέρω εξομολόγησιν πολλαίς βραδειαίς ο παπά-Κονόμος απέμεινεν αγρυπνών ολομόναχος, έως την αυγήν, εις τον ναΐσκον, προσδοκών και αυτός πλέον να ίδη έστω και εις οπτασίαν, την προσφιλή του Κουκκίτσαν. Αλλ' εις μάτην ηγρύπνει· και ως προς μεν την περιποίησιν του ναΐσκου και το άναμμα των κανδηλίων επείσθη ότι ήτο πλάνη του βοσκού, τον οποίον απεκάλει ελαφροαΐσκιωτον.

Εξ όλων των δωματίων έτρεξαν έντρομοι οι διδάσκαλοι, εισώρμησαν εις την αίθουσαν οι επιστάται, ο δε σχολάρχης, σεβάσμιος φουστανελλοφόρος γέρων, κρατών ακόμη την καπνοσύριγγά του, την οποίαν εκάπνιζε προ μικρού αμέριμνος εις το σχολαρχείον, εφάνη εις την θύραν, και απέμεινεν άφωνος προ του θεάματος. — Αχ! διδάσκαλε! είπεν αμέσως· τι έκαμες! Και στραφείς προς τους λοιπούς διδασκάλους,

Ο Καλάφ βλέποντάς την προδοσίαν που του έγινε, δεν έχασε την ανδρείαν του, αλλά συνάξας το ολίγον στράτευμα που του απέμεινεν επολέμησε με πολλήν ανδρείαν αλλά τέλος πάντων βλέποντας ότι δεν κατορθώνει τίποτε, και φοβούμενος να μη πιασθή σκλάβος, εδιάλεξε μερικούς στρατιώτας ανδρείους, και τους επήρε και έφυγε και ήλθεν εις τον πατέρα του, και του έφερε την θλιβεράν είδησιν, φανερώνοντας την προδοσίαν του Βεζύρη που του έκαμεν.

Ο αγαθός ιερεύς ουδέν εις ουδένα κατώρθωσε να διηγηθή περί του συμβάντος. Έκαμνε μόνον προς τους ερωτώντας αυτόν φρικώδεις χειρονομίας και φοβερά νεύματα, δι' ων απαίσια τινα ήθελε να σημάνη. Αλλ' ουδείς ηδύνατο να εννοήση ουδέν των νευμάτων και χειρονομιών, ουδ' εκ του ανάρθρου γρυσμού όστις απέμεινεν εις το βάθος του ουρανίσκου του ως ίχνος της πάλαι ανθρωπίνης φωνής.

Μεγάλη δε απόδειξις της γονιμότητός του είναι η εξής· ότι το μέρος, το οποίον απέμεινεν από αυτήν τώρα, ημπορεί να παραβληθή με οποιονδήποτε άλλον τόπον και κατά την γονιμότητα κάθε είδους και κατά την ευκαρπίαν και κατά τας καλάς βοσκάς δι' όλα τα ζώα· τότε δε εκτός των ωραίων έφερε και πλήθος από αυτά.