United States or Tunisia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έλαμπον οι οφθαλμοί του, ως άλλοτε κάτω εις το βυζαντινόν εκείνο υπόγειον του Ψυρή, εκινούντο με μορφασμούς ποικίλους και παραστατικούς τα χείλη του· αι χείρες του ανεπαισθήτως εφέροντο προς το ήσυχον σπαθίον του, όπερ εβροντούσε τότε ειρηνικώς και πραέως, ως βροντούν του αρχιερέως τα ιερά άμφια, όταν αυτά περιβάλλεται.

Ήδη το σκήπτρον είχε ξεφύγει από τας χείρας της φυλής· ήδη το ισχυρόν αξίωμα και η κολοσσαία δύναμις του μεγάλου Αρχιερέως είχεν εκμηδενισθή προ των Ιδουμαίων τετραρχών ή των Ρωμαίων υπάτων· ήδη η καταπιεστική επίδρασις, η ασκουμένη επί του παρηκμακότος Συνεδρίου, ήτο εις χείρας ασυνειδήτων οπαδών της Ηρωδείου δυναστείας ή δολίων Σαδδουκαίων.

Οι εμπαιγμοί κατά του Ιησού. — Η αυλή του Αρχιερέως. — Αι αρνήσεις του Πέτρου. — «Η λαλιά σου δήλον σε ποιεί». — Το βλέμμα του Ιησού. — Η μετάνοια του Πέτρου. — Αι ύβρεις των υπηρετών. — Η τρίτη φάσις της δίκης. — Ο Ιησούς λύει την σιωπήν. — Η καταδίκη.

Την ημέραν όμως που ετελείωνε το σαρανταήμεροθυμούμαι καλά· ο άρρωστος και ο φιλάργυρος δεν κάμνουν λάθος εις το μέτρημαβλέπω κ' έρχεται, καθαρά-καθαρά πλέον, την αυγήν, ο άγιος Γεώργιος, 'ς τον ύπνον μου. — Άη μ' Γιώργη! Διέκοψεν η Θωμαή, κάμνουσα τον σταυρόν της. — Άη μ' Γιώργη! προσέθηκε και η γραία. — Βλέπω τον άγιον Γεώργιον, καθώς τον είδα ζωγραφισμένον εις το εγκόλπιον του αρχιερέως.

Δειλώς και μακρόθεν, δύο μόνον εκ των Αποστόλων είχον αναλάβη μέχρι τούδε εκ του πρώτου πανικού των, ώστε ν' ακολουθήσωσι μακρόθεν την θλιβεράν πομπήν. Ο είς τούτων, ο αγαπημένος μαθητής, γνωστός ίσως εις τον οίκον του Αρχιερέως ως νέος αλιεύς εκ της λίμνης της Γαλιλαίας, είχεν εύρη εύκολον την είσοδον, χωρίς ν' αποπειραθή να κρύψη τας συμπαθείας του ή την ταυτότητά του. Όχι όμως ο έτερος.

Πρώτην φοράν είδα Εβραίον να πη αλήθεια. Από εγκόλπιον αρχιερέως θα είνε η καδένα μου, κανενός παλαιού, κανενός αγίου ίσως. Η κατασκευή της μ' εβεβαίωνε πάντοτε περί της ιερότητός της, αλλά τώρα το ενύπνιον μου εφαίνετο ότι απεκάλυψεν εις εμέ την προέλευσίν της την ιεράν, και είχον ακλόνητον πεποίθησιν πλέον ότι έφερον επ' εμού κειμήλιον άγιον.

Κατά προσταγήν του χιλιάρχου, αι χείρες Του εδέθησαν όπισθεν των νώτων Του, και στενώς συνέχοντες Αυτόν οι ρωμαίοι στρατιώται, ακολουθούμενοι και περικυκλούμενοι υπό των Ιουδαίων υπηρετών, τον ανήγαγον άνω της χαράδρας του χειμάρρου των Κέδρων, και ανά την απότομον προς την πόλιν ανωφέρειαν πέραν της χαράδρας, και τον έφεραν εις την οικίαν του Αρχιερέως.

Οι επελθόντες προς παραλαβήν του αρχιερέως εύρον τον σταθμόν τούτον ερημωμένον υπό των επιτοπίων αρχών προ δύο ήδη ημερών, εξ ου χρόνου πάσα συγκοινωνία μετά της πρωτευούσης ήτο διακεκομμένη, τους δε Ρώσσους αμαχητί καταλαβόντας το χωρίον, αλλά μόλις περί τα μέσα της προηγηθείσης εκείνης νυκτός.

Ουδαμού ευρίσκομεν βεβαίως υπαινιγμόν τινα σχετικόν προς το θέλγητρον τούτο της μορφής, όπως ευρίσκομεν εν τη περιγραφή του νεαρού Αρχιερέως Αριστοβόλου, τον οποίον ο Ηρώδης εδολοφόνησεν· αλλ' αφ' ετέρου δεν ευρίσκομεν εις την γλώσσαν των εχθρών του και μίαν λέξιν ή ένα υπαινιγμόν όστις ηδύνατο να βασισθή επί της δυσμορφίας του Χριστού.

Ο Φρουμέντιος επορεύθη μετά της Ιωάννας ν' ασπασθή τας χείρας του καλού Επισκόπου. Οι τότε περιηγηταί, άμα έφθανον εις ξένην πόλιν, εζήτουν την κατοικίαν του Αρχιερέως, ως σήμερον το Προξενείον.