United States or Croatia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Καθηγητής αυτός, όστις θα εχρησίμευεν ως δύτης του εθνικού μας βίου, ως αλιεύς μαργαριτών διά να βγάλη έξω με χρώματα, με άνθη, με δροσιά, με κύματα, με νέφη, με ήλιον, του εθνικού μας βίου τας αρετάς, τα ήθη, την γλύκα, τους τύπους, τας εικόνας, τα σπλάγχνα, τα βάθη. Ουδέν παρθενικώτερον, ουδέν λευκότερον της φιλολογικής δυνάμεως του κ. Μωραϊτίδου.

Ανάμεσα εις το μάρμαρον και εις την κρημνώδη ακτήν εσχηματίζετο μικρά αμμουδιά όση θα ήρκει διά να σύρη αλιεύς την ψαροπούλαν του, γυρμένην από την μίαν πλευράν επί της άμμου, και να εξαπλωθή και αυτός υπό την άλλην πλευράν να κοιμηθή θεωρών τους αστέρας.

Ο ναυβάτης ο εντός της βάρκας εκτύπησε την φώκην μ' ένα πέλεκυν, την αιμάτωσε, το κύμα εκοκκίνισεν επ' ολίγον. Η φώκη ήσπαιρεν εν αγωνία. Ο νεαρός αλιεύς κατώρθωσε να σφίξη τον λαιμόν με μίαν θηλειάν, και καλέσας τον άλλον σύντροφόν του εις βοήθειαν κατώρθωσε τη βοήθεια αυτού, με κίνδυνον να βουλιάξη η φελλούκα, ν' ανασύρη επάνω την φώκην. Η γραία Χαδούλα αγνάντευεν, αγνάντευεν εις το πέλαγος.

ΠΑΡΡ. Δεν είνε δύσκολον, αρκεί η ιέρεια να μου επιτρέψη να μεταχειρισθώ επ' ολίγον εκείνην την ορμιάν και το άγκιστρον, τα οποία έχει αφιερώση εις τον ναόν της Αθηνάς κάποιος αλιεύς του Πειραιώς. ΙΕΡΕΙΑ. Λάβε τα, ιδού δε και το καλάμι διά να δυνηθής να τα μεταχειρισθής. ΠΑΡΡ. Θα με υποχρεώσης εάν μου δώσης και μερικά σύκα και ολίγον χρυσόν. ΙΕΡ. Λάβε και αυτά.

Ακούων την φωνήν ο κροκόδειλος, τρέχει προς αυτήν, και συναντών το άγκιστρον, το καταπίνει· τότε οι άνθρωποι τον έλκουσιν από το ύδωρ. Αφού δε εξελκυσθή εις την γην, προ παντός άλλου ο αλιεύς χρίει, τους οφθαλμούς αυτού με πηλόν. Τούτου γενομένου, το ζώον ευκολώτατα δαμάζεται· άλλως, μετά πολλού κόπου το κατορθόνει.

Οι Αιγύπτιοι τους συλλαμβάνουσι διά πολλών και διαφόρων τρόπων, αλλ' εγώ θα περιγράψω εκείνον όστις μοι φαίνεται μάλλον άξιος διηγήσεως. Ο αλιεύς, αφού δελεάση το άγκιστρον με ράχιν χοίρου, το αφίνει να κυματίζη εις το μέσον του ποταμού· αυτός δε κρατών δέλφακα ζωντανόν εις το χείλος του ποταμού, τον κτυπά.

Έπειτα επεκράτησε σιγή τόσον βαθεία, ώστε ηδύνατό τις να ακούη το τρίξιμον των δαδών και τον θόρυβον των αμαξών εις την οδόν Νομεντάνης και τον ψίθυμον του ανέμου εις τας γειτονικάς πίτυας του κοιμητηρίου. Ο Χίλων έσκυψε προς τον Βινίκιον και εψιθύρισε: — Αυτός είνε ο πρώτος μαθητής του Χριστού, είνε ο αλιεύς.

Τι πράμα νάνε αυτό, Αϊγιάννη μ'! Αϊγιάννη μ'! τι πράμα νάνε αυτό! Επανελάμβανεν ο βοσκός, ο γέρω-Αρνάκιας, εις τον άγιον Ιωάννην σ' το Κάστρο, φυλάττων τα προβατάκια του, μη γνωρίζων ότι ο κυρ-Δημάκης, καθώς ήτο λαμπρός αλιεύς των ακρογιαλών την ημέραν, ούτως ηδύνατο να ήναι και την νύκτα. Τότε ιδίως η αλιεία είνε πλουσιοπάροχος, αλλά και πλέον κοπιώδης.

Ταύτα είπεν η Νύμφη μετ' αγερώχου και προκλητικού ήθους, και εσίγησεν. Ήτο ευπλόκαμος, ξανθή, γλαυκή τους οφθαλμούς και χαριεστάτη. Ο αλιεύς ητένιζε προς αυτήν όλος μεθύων, και τω εφαίνετο ότι ήλλαζεν όψεις από στιγμής εις στιγμήν. Οτέ μεν χείμαρρος πυρός εξήρχετο εκ των οφθαλμών της, οτέ δε ευώδη ρόδα εξεχύνοντο εκ των χειλέων της. Ο ερωτόληπτος την εθεώρει έξαλλος.

Αλλά δεν εύρον σώμα, ούτε ανθρώπου, ούτε λέμβου. Δύο ή τρεις ημέρας ύστερον, όταν έγεινε γαλήνη, μία βρατσέρα ξένη, εύρε κωπίον επιπλέον εις το κύμα, προς το μέρος το αντίθετον του πελάγους. Και άλλος πάλιν αλιεύς εύρεν αλιευτικά σύνεργα, τα οποία είχον εξοκείλει εις την άμμον.