United States or New Zealand ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και τότε η Πλανταρού είδε κ' εκατάλαβεν από την τρικυμίαν όπου ήτο εις το πέλαγος, ότι η βάρκα ανεβοκατέβαινεν εις τα κύματα κ' εκινδύνευε να βουλιάξη, και τότε ενόησε τι θα 'πη νάχη κανείς «δυο χαρές και τρεις τρομάρες». Διότι διπλή μεν χαρά θα ήτο να έφθανεν αισίως ο υιός της, να εγέννα με το καλόν και η νύμφη της· τριπλή δε τρομάρα ήτον ο κίνδυνος του υιού της, ο κίνδυνος της νύμφης της και ο κίνδυνος του προσδοκωμένου νεογνού.

Αστραπή και πούλβερη, φωτιά και αστροπελέκι να πέση εις το ερμάδι σου, να το κάψη, να το κάμη στάχτη και κορνιαχτό!... Κακή χολέρα να σας κόψη, μαύρη πανούκλα και οστρακιά να σας θερίση! Καθώς έκλεισες την πόρτα σου, έτσι να μένη πάντα κλειστή, κλειστή ναι, και ποτέ να μην ανοίξη. Να ρημάξη το ερμαδιακό σου, να πέση, να βουλιάξη, να καή.

Και φέρνει κύματα σα θάλασσα κακών που το ένα πέφτει, τ’ άλλο τρίκορφο ανεβαίνει κι ολόγυρα στης πόλης μας την πρύμνα βράζοντας φουσκώνει· κι ανάμεσό μας σκέπη αδύναμη πύργος το λίγο πάχος του στυλώνει· και τρέμω με τους βασιλιάδες της να μη βουλιάξη δαμασμέν’ η πόλη. Γιατί σε τέλος βγαίνουνε με τον καιρό οι αρχαίες κατάρες με βαρειά στροφή της τύχης.

Και μετά μίαν στιγμήν επέφερεν: — Αχ, παιδί μου, για ν' αποκτήση κανείς γρόσια, άλλος τρόπος δεν είνε, πρέπει να έχη μεγάλη τύχη, να εύρη στραβόν κόσμο, και να είνε αυτός μ' ένα μάτι, δεν του χρειάζονται δύο. Πρέπει να φάη σπήτια, να καταπιή χωράφια, να βουλιάξη καράβια, με τριανταέξ τα εκατό, θαλασσοδάνεια, το διάφορο κεφάλι.

Ο ναυβάτης ο εντός της βάρκας εκτύπησε την φώκην μ' ένα πέλεκυν, την αιμάτωσε, το κύμα εκοκκίνισεν επ' ολίγον. Η φώκη ήσπαιρεν εν αγωνία. Ο νεαρός αλιεύς κατώρθωσε να σφίξη τον λαιμόν με μίαν θηλειάν, και καλέσας τον άλλον σύντροφόν του εις βοήθειαν κατώρθωσε τη βοήθεια αυτού, με κίνδυνον να βουλιάξη η φελλούκα, ν' ανασύρη επάνω την φώκην. Η γραία Χαδούλα αγνάντευεν, αγνάντευεν εις το πέλαγος.