Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025
Και την επώλησα και μου έδωκαν αυτά τα χρήματα. — Καλά σου την επλήρωσαν, είπεν ο μεγάλος Κλώσος, και υπήγεν οπίσω, επήρε τον πέλεκύν του και εσκότωσεν αμέσως την νόναν του, την έβαλεν εις μίαν άμαξαν και υπήγεν εις την πόλιν, και ηύρεν ένα φαρμακοπώλην, και τον ηρώτησεν αν θέλη ν' αγοράση μίαν γραίαν αποθαμένην. — Πού την ηύρες; ηρώτησεν ο φαρμακοπώλης. — Είναι η νόνα μου.
Επί τέλους ο δήμιος ετοιμάζεται, και λαμβάνει ανά χείρας τον πέλεκυν, η δε τρομερά στιγμή επίκειται, ότε εξαίφνης κραυγαί θορυβώδεις ακούονται, λέγουσαι — Ο Φιντίας! ο Φιντίας!
— Καλά σου το επλήρωσαν, είπεν ο μεγάλος Κλώσος, και αμέσως τρέχει οπίσω, αρπάζει τον πέλεκύν του και σκοτόνει και τα τέσσαρά του άλογα. Έπειτα τα έγδαρε και υπήγε με τα δέρματά των εις την πόλιν, και εφώναζεν εις τους δρόμους: Δέρματα! δέρματα! ποίος αγοράζει δέρματα! Οι υποδηματοποιοί και οι βυρσοδέψαι έτρεχαν κατόπιν του και ερωτούσαν πόσα θέλει.
Οι δε επί των ορέων ξυλευόμενοι παραγκωνίζουσιν αυτό εκ συστήματος, φοβούμενοι μη τον πέλεκυν μολύνωσι, κυρίως δε μη την αγνότητα της φλογός μιάνωσιν, εισάγοντες αυτό εις την οικογενειακήν εστίαν.
Όταν είδε τον πέλεκυν επίστευσε ότι επήγαινον να αποκεφαλίσουν τον Ιωάννην και με έν κτύπημα εσταμάτησε τον ραβδούχον επί της πλακός, παρέθεσε μεταξύ εκείνης και του λιθοστρώτου μικράν αρπάγην και έπειτα τεντώσας τους μακρούς, και ισχνούς του βραχίονας, ανεσήκωσε την πλάκα ευκολώτατα. Όλοι τότε εθαύμασαν την ρώμην του γέροντος εκείνου.
Και πέρνει ένα πέλεκυν, και κτυπά κατακέφαλα το άλογον του μικρού Κλώσου, και το ρίπτει κατά γης σκοτωμένον. Αλλοίμονον! είπεν ο μικρός Κλώσος. Τώρα δεν έχω άλογον! και ήρχισε να κλαίη. Έπειτα έγδαρε το άλογον, και αφού εστέγνωσε το δέρμα του εις τον ήλιον, το έβαλεν εις ένα σάκκον, εκρέμασε τον σάκκον εις την ράχιν του, και εκίνησε διά την πόλιν να πωλήση το δέρμα.
Συγχρόνως δε ασθμαίνων και δρομαίος διασχίζει ο Φιντίας τα πλήθη, και μετά δακρύων πίπτει εις τας αγκάλας του φίλου του Δάμωνος, και ζητεί να λάβη την θέσιν του υπό τον πέλεκυν του δημίου αλλ' ο Δάμων διαφιλονεικεί την θέσιν ταύτην ως ανήκουσαν ήδη εις αυτόν. Ο Φιντίας τότε επαναλαμβάνει ζωηρότερον την απαίτησίν του, ο δε Δάμων επιμένει σταθερώς εις την άρνησίν του.
Αλλ' ο πέλεκυς είναι σώμα τεχνητόν, έχει εκτός εαυτού την αρχήν της κινήσεως και της στάσεως εαυτού, και δεν ποιεί αυτός εαυτόν πέλεκυν. Η έννοια, το είδος του πελέκεως δεν είναι το είναι και η ουσία αυτού, δεν ενεργοποιεί αυτή εαυτήν εν τω πελέκει, δεν είναι εντελέχεια.
Όλος ο λαός τον Συρακουσών αγανακτεί τότε και φρυάττει κατά της αισχράς προδοσίας του Φιντίου, βλέπων τον πέλεκυν του δημίου έτοιμον ήδη να πέση επί του αθώου τραχήλου του Δάμωνος. Ο δε τύραννος σαρκαστικώς μειδιά, εμπαίζων και την μωρίαν του Δάμωνος και την ψευδοφιλίαν του Φιντίου.
Έπειτα βυθίζουσιν εις το αγγείον ακινάκην, βέλη, πέλεκυν και ακόντιον· τούτου γενομένου, λέγουσι κατάρας πολλάς, και έπειτα οι ορκιζομένοι και οι σημαντικότεροι των ακολουθούντων αυτούς πίνουσιν εκ τούτου του κράματος. Ενταφιάζονται δε οι βασιλείς εις τα Γέρρα μέχρι των οποίων ο Βορυσθένης είναι προσπλωτός.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν