United States or Puerto Rico ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΛΑΜΠ. Καλά, τι άλλο; Διότι όλα τα αφήκα, ως βλέπεις. ΕΡΜ. Και την σκληρότητα και την μωρίαν και το θράσος και την οργήν, και αυτά να ταφήσης. ΛΑΜΠ. Ιδού είμαι γυμνός κατά το θέλημά σου. ΕΡΜ. Πήγαινε τώρα μέσα. Συ δε ο παχύς με τας πολλάς σάρκας ποίος είσαι; ΔΑΜ. Δαμασίας ο αθλητής. ΕΡΜ. Ναι, φαίνεσαι• σε αναγνωρίζω, διότι σε είδα πολλάκις εις τας παλαίστρας. ΔΑΜ. Μάλιστα, ω Ερμή.

ΦΙΛ. Εις τι άλλο παρά εις μωρίαν πρέπει ν' αποδοθή η κλίσις αυτών προς το ψεύδος, αφού προτιμούν το χειρότερον από το καλλίτερον;

Οι ρώθωνες δε ημών ούτοι και η ιδιοσυγκρασία αυτών αποδεικνύουσι, πόσον δίκαιον είχεν ο Μολιέρος, ειπών ότι πάσαν αυθάδειαν και πάσαν μωρίαν δύναταί τις να καταστήση ευκατάποτον, καρυκεύων αυτήν εις κολακείαν.

Και είδον τον πεινώντα τρέχοντα κατόπιν του διαφυγόντος άρτου του, τας δε δύο μηχανάς, χανομένας εις τα βάθη της οδού, και επ' άπειρον διωκούσας αλλήλας! Και ητοιμάσθην να φύγω, κλαίων διά την μωρίαν του κόσμον, ότε ιδού και έτερος άνθρωπος ενώπιόν μου, εις την αυτήν ασχολούμενος εργασίαν.

Δεν βλέπεις λοιπόν ότι και εις εσέ συμβαίνει το αυτό όταν κρατής βιβλίον πολυτελέστατον, το οποίον έχει επένδυμα από πορφύραν, χρυσούν δε τον ομφαλόν και το αναγινώσκης βαρβαρίζων, διαστρέφων και προσβάλλων αυτό, και οι μεν πεπαιδευμένοι σε εμπαίζουν, οι δε φίλοι σου και οι κόλακες σε επαινούν, αλλά και αυτοί κρυφίως και μεταξύ των γελούν πολλάκις διά την μωρίαν σου;

Η δε ιδέα του Σίλλερ, ότι, «όταν εις τοιαύτην περίστασιν δεν χάση τις τον νουν του, σημαίνει ότι δεν έχει νουν διά να χάση», δεν είνε καθόλου ορθή. Φρόντισε να έχης αξίαν, αλλά και να σου την αναγνωρίζουν· και ο ηλιθιότερος των ανθρώπων ημπορεί με μίαν μωρίαν του να σου καταστρέψη εργασίαν δεκαετηρίδων ολοκλήρων.

Μωρίαν να ονομάσω τούτο ή αποτύφλωσιν; — Τι χρειάζονται ονόματα, αφού αυτό το πράγμα μιλή! — Ήξευρα όλα, ότι τώρα ηξεύρω, πριν έλθη ο Αλβέρτος· ήξευρα πως δεν μπορούσα να έχω αξίωσι γι' αυτήν, ούτε είχα καμμίανδηλαδή εφόσον είναι δυνατόν, απέναντι τόσου θελγήτρου να μη επιθυμήση κανείς τίποτεκαι τώρα ο ανόητος εκπλήττομαι, ότι ο άλλος πράγματι έρχεται και μου παίρνει την κόρη.

Πάντες δε γελώσιν, οι μεν ενδομύχως, οι δε και εκφανώς προς την παράδοξον εκείνην μωρίαν, ήτις αφίνει νήστιν τον ίδιον στόμαχον, ίνα τέρψη τους ξένους οφθαλμούς. Ίσως και διά τους γελώντας γελώσιν οι άλλοι. Ουδέν παράδοξον, διότι ο μύθος της ξένης δοκού, όσον παλαιός και αν ήνε, έχει επίκαιρον πάντοτε και πανταχού την εφαρμογήν.

Ο άνθρωπος έρμαιον της ιδίας αυτού αδυναμίας, ην οι μεν θεοί ονομάζουσι Μωρίαν οι δε θνητοί καλούσι Μοίραν κατ' αναγραμματισμόν ίσως, παρασύρεται υπό της ακαθέκτου φοράς των παθών, μέχρις ου ο κρημνός τον κατασυντρίψη ή η άβυσσος τον καταπίη και ούτως επανέλθη εις το μηδέν. Και τούτο θα ήτο το μέγιστον ευτύχημα.

Ο Κλέων επί τινα μεν χρόνον έμεινεν ήσυχος, έπειτα όμως ηναγκάσθη να πράξη εκείνο το οποίον επερίμενεν ο Βρασίδας· διότι οι στρατιώται του, βαρυνθέντες διά την απραξίαν και αναλογιζόμενοι διά ποίου τρόπου έμελλε να τους οδηγήση, και προς πόσην εμπειρίαν και τόλμην έμελλε να αντιτάξη την μωρίαν του και την ανανδρίαν του, ενθυμούντο συγχρόνως ότι τον είχαν ακολουθήσει εξ Αθηνών μετά δυσαρεσκείας.