Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 28 Μαΐου 2025
Και ουδ' αρκείται η ποίησις παριστώσα τον άνθρωπον μόνον επιρρεπή εις το να αισθάνηται τα της φύσεως, αναλόγως των ψυχικών αυτού διαθέσεων. Η φύσις αυτή συνταυτίζεται μετά του ανθρώπου και των πράξεών του. Καθ' ην νύκτα δολοφονείται ο Δώγκαν, η γη τρέμει, γογγυσμοί ακούονται εις τον αέρα, την δ' επιούσαν οι ίπποι του βασιλέως
Και λέγεις ότι θάνατος δεν είν' η εξορία; Δος μου φαρμάκι δυνατόν, ή κοπτερόν μαχαίρι, ό,τι κι’ αν ήναι που ευθύς τον θάνατον να φέρνη, κι όχι τον θάνατον αυτόν, που λέγεις εξορίαν! Ω! εξορίαν! Κάτω 'κεί, καλόγηρε, 'ς τον άδην οι κολασμένοι, 'ς την φωτιάν, αυτήν την λέξιν λέγουν κι ακούονται ουρλιάσματα εκεί που την προφέρουν!
— Συνεφώνησεν εις τούτο και εκείνος. Σωκράτης Τώρα λοιπόν που είναι έτσι αυτό, αποκριθήτε μου, θα τους είπω, εις το εξής. Πράγματα που έχουν το ίδιον μέγεθος φαίνονται εις τα μάτια σας από πλησίον μεν μεγαλύτερα, από μακράν δε μικρότερα· ή όχι; Ναι, θα ειπούν. Και τα πολλά και τα χονδρά το ίδιον; Και αι ίσαι φωναί από πλησίον δεν ακούονται μεγαλύτεραι, από μακράν δε μικρότεραι; Ναι, θα έλεγον.
Γίνεται αναστάτωσις όλων τότε χάριν του αγίου Νικολάου, μέρος της χειρός του οποίου διατηρείται ανέπαφον εν τη εκκλησία του χωριδίου· ακούονται τύμπανα και χοροί και πολλοί προσκυνηταί συνέρχονται άλλοθεν και τούτο μέχρι της νυκτός, ότε τα πάντα παύουν εις τελείαν χαλάρωσιν και ανίαν.
— Πειο σιγά, πειο ταπεινά, κυρ-Φραγκούλη· σιγανώτερα να το λες το Κύριε ελέησον, γιατί δεν ακούονται τα ονόματα, και θέλουν η γυναίκες να τ' ακούνε. Είχε κάπως δίκαιον, διότι πράγματι αι γυναίκες απήτουν να λέγωνται εκφώνως τα ονόματα, όσα είχαν ειπεί εις τον παππάν να γράψη. Εννοούσαν να τ' ακούη κι' ο Θεός, κ' η Παναγία, κ' όλος ο κόσμος.
Δεν θέλει να βλέπη τίποτα σκοτεινό στην πρόσχαρη εικόνα της ζωής του. — Ποιας ηλικίας τάχα να είνε τα παιδιά; ρωτά πάλι. Εκείνος σκυθρωπάζει: Μα τον παρασκότισε! Γύρω του ακούονται φωνές ανυπόμονες· σπρώχνει ο ένας τον άλλον· θέλουν να τον βγάλουν από τη θυρίδα. Έμαθε πως ζουν τ' αδέρφια του· δεν τον φτάνει; Είνε και άλλοι που λαχταρούν για τους δικούς των, που δεν ξεύρουν καθόλου τι γίνονται.
Τα σανίδια λείπουν απ' έξω, η πόρτα της εκκλησιάς κλειδωμένη, κι' ουρλιάσματα άχαρα ακούονται μέσα. Τι νάν' αυτό; Μπαίνουν τάχα και στης εκκλησιές πειρασμικά πράγματα; Απ' όλον τον ακατάληπτον βόμβον του ήχου του ακουομένου η ακοή των αίφνης διέκρινε δις ή τρις τας λέξεις «Χριστός Ανέστη». — Χριστός Ανέστη, επανέλαβεν η Μαλαμμώ. Κι' ακόμα τώρα πέρασε το μεσοσαράκοστο.
Δεν δέχομαι κανένα μέσα, ούτε τον Βασιλέα. Ιδού! ακούονται μακρόθεν ψαλμωδίαι γλυκύταται και τρυφεραί ως κλαυθμοί, ως θρήνοι: — Δος μοι τούτον τον ξένον! . . . Ψάλλουσι το πομπικόν άσμα, «Τον ήλιον κρύψαντα», το εξόδιον μέλος, το τρυφερόν εκείνο τροπάριον, το οποίον συγκινεί και τα άψυχα: — Δος μοι τούτον τον ξένον! . . .
Και αφού είπεν αυτά εσηκώθη και επορεύθη προς το μέρος του ουρανού οπόθεν καθαρώτατα ακούονται τα λεγόμενα εκ της γης, διότι ήτο η στιγμή κατά την οποίαν έπρεπε ν' ακροασθή τας ευχάς. Ενώ δε επροχώρει με ηρώτα περί των συμβαινόντων εις την γην• κατ' αρχάς ποία είνε η τιμή του σίτου εις την Ελλάδα, εάν ο περυσινός χειμών μας έκαμε πολλάς ζημίας και εάν τα λάχανα έχουν ανάγκην περισσοτέρας βροχής.
Επί τέλους ο δήμιος ετοιμάζεται, και λαμβάνει ανά χείρας τον πέλεκυν, η δε τρομερά στιγμή επίκειται, ότε εξαίφνης κραυγαί θορυβώδεις ακούονται, λέγουσαι — Ο Φιντίας! ο Φιντίας!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν