United States or Barbados ? Vote for the TOP Country of the Week !


91. » Ταύτα μεν είχαμεν κατά νουν αποστέλλοντες εσχάτως τον στόλον εκεί, και πεισθήτε εις εμέ, ο οποίος είμαι εις θέσιν να γνωρίζω τούτο καλύτερα από κάθε άλλον· οι μένοντες δε στρατηγοί θα εκτελέσουν, εάν δυνηθούν, τα σχέδια ταύτα. Μάθετε τώρα ότι, εάν δεν στείλετε βοηθείας, η Σικελία δεν σώζεται. Οι Σικελιώται, μολονότι απειρότεροι, ενούμενοι όμως δύνανται και σήμερον ακόμη να υπερισχύσουν.

Φτωχός είμαι, μα την τιμή και την υπόληψί μου την έχω ψηλότερα από κάθε άλλον· και δε θέλω να με ψεγαδιάση κιανείς. Θες να πάρη τη θυγατέρα μου ο γυιός σου; Το θες ένα, το θέλω χίλια. Εδώκαμε λόγο· θα σανημένω να κάμης την ευκολία σου. Μα στο ανεμεταξύ δε θέλω να μπαίνη στο σπίτι μου ο γυιός σου, για να μη βγη τση θυγατέρας μου τόνομα κέχω καλλίτερα ναποθάνω.

Ο Καπετάνιος και οι ναύτες του μην ηξεύροντας πλέον πώς να κυβερνηθούν άφησαν το καράβι εις την διάκρισιν των ανέμων και των κυμάτων και αντιπαλεύοντας πολλές ώρες με τα κύματα και με τον αέρα τέλος πάντων ετσακίσθη, και επνίγησαν όλοι όσοι ήσαν εις αυτό, έξω από τον Καπετάνιον, και τη Ρεσπίναν, που εφυλάχθησαν κάθε ένας επάνω εις μίαν σανίδα, και επήγαν και έπιασαν γην, ο Καπετάνιος εις ένα τόπον και η Ρεσπίνα εις άλλον· αυτή εφέρθη από τα κύματα εις ένα νησί πολλά κατοικημένον, εις το οποίον εβασίλευε μία γυναίκα.

Διότι εφρόνει ότι εις άνθρωπον καλόν και αγαθόν πολλές φορές συμβαίνει ώστε να βιάζη ο ίδιος τον εαυτόν του να επαινή και ν' αγαπά ένα άλλον· συμβαίνει λ. χ. πολλές φορές εις ένα άνθρωπον να είναι βιασμένος ν' αγαπά στραβοκέφαλον μητέρα ή πατέρα ή πατρίδα ή κανέν άλλο από τα τοιαύτα.

Εγώ με χέρια βέβαια δεν θέλω πολεμήσει Διά την κόρην, ούτ' εσέν', ούτε κανέναν άλλον· Ότι εσείς την παίρνετε, 'πού μέ την εδωσέτε. Από δε τ' άλλα, όσα μ' είν' 'ς το μαύρο το καράβι, Δεν θέλεις πάρη τίποτε χωρίς το θέλημά μου. Ει δ', έλα δα δοκίμασε, για να ιδούν και τούτοι. Ευθύς το μαύρο αίμα σου θα ρεύσ' εις το κοντάρι.

Επί πολύ μεν αντείχον και οι δύο μη υποχωρούντες ο είς προς τον άλλον· αλλ' έπειτα, επειδή οι Αθηναίοι επλεονέκτουν κατά το ιππικόν το οποίον εμάχετο μετ' αυτών, ενώ οι εχθροί δεν είχαν ίππους, ετράπησαν εις φυγήν οι Κορίνθιοι και υπεχώρησαν προς τον λόφον· καταθέσαντες δε τα όπλα έμειναν εκεί εις ησυχίαν και δεν κατέβησαν πλέον.

Δεν θέλει να βλέπη τίποτα σκοτεινό στην πρόσχαρη εικόνα της ζωής του. — Ποιας ηλικίας τάχα να είνε τα παιδιά; ρωτά πάλι. Εκείνος σκυθρωπάζει: Μα τον παρασκότισε! Γύρω του ακούονται φωνές ανυπόμονες· σπρώχνει ο ένας τον άλλον· θέλουν να τον βγάλουν από τη θυρίδα. Έμαθε πως ζουν τ' αδέρφια του· δεν τον φτάνει; Είνε και άλλοι που λαχταρούν για τους δικούς των, που δεν ξεύρουν καθόλου τι γίνονται.

Όχι βέβαια εντελώς, αλλά κάπως· αλλού, και το ηξεύρεις ως το ηξεύρω, υπάρχει μεγάλη του κοινού μερίς, ήτις κάμνει ό,τι λέγεις, διότι ο συρμός είνε φοβερός δεσπότης, και το κράτος του θα ήτο μηδενικόν, αν οι άνθρωποι δεν παρηκολούθουν ο είς τον άλλον· υπάρχουν όμως και άλλοι, ολιγώτεροι βεβαίως, αλλ' αρκετοί πάντοτε, οι οποίοι νομίζουν ότι ημπορούν να διασκεδάσουν, έστω και αν δεν ευρίσκωνται μεταξύ χιλίων ή δισχιλίων ομοίων των, και των οποίων την τέρψιν δεν αποτελεί απαραιτήτως η ακρόασις παραφώνου άσματος ή το θέαμα της αλευρωμένης μορφής προστύχου γελωτοποιού.

Εις τούτον τον νόμον λέγεται ότι προσετέθη και η ακόλουθος διάταξις· ο δανείζων ήτο κύριος του επιταφίου θαλάμου του λαμβάνοντος το δάνειον, εις εκείνον δε όστις ηρνείτο να πληρώση το χρέος επεβάλλετο η εξής τιμωρία· όταν απέθνησκε, δεν εσυγχωρείτο να ταφή μήτε εις τον πατρικόν τάφον μήτε εις κανένα άλλον· προς τούτοις δεν εσυγχωρείτο μήτε συγγενή του να θάψη.

Κυρά μου, εγώ άλλο δεν ημπορώ να σε ερμηνεύσω να κάμης παρά να πράξης καθώς θα σου ειπώ· και κάνοντάς το θέλεις λάβει το ποθούμενον, και με τούτο θέλεις έβγει από πολλούς κινδύνους, τόσον εσύ, ωσάν και αυτός· μα φοβούμαι να μη σου φανή κομμάτι σκληρόν· Μίλησε Καλεκάρη, μου είπε τότε η βασιλοπούλα, και είμαι έτοιμη να κάμω ό,τι μου ειπής· είμαι ευχαριστημένη να ζήσω πτωχικά με τον Ταλμούχ, παρά πλουσίως με άλλον· πες μου το λοιπόν τι έχω να πράξω διά να τον απολαύσω χωρίς φόβον, και θέλω το κάμει χωρίς καμμίαν εναντιότητα.