United States or France ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο βασιλεύς με λύπην έκαμε καθώς επιθυμούσα, και αρμάτωσεν ένα καλό καράβι, γεμίζοντάς το από τα αναγκαία της τροφής και δίδοντάς μου μεγάλα χαρίσματα, και ανθρώπους διά να μου είνε εις συντροφίαν και λαμβάνοντας το θέλημα από τον βασιλέα και από την βασιλοπούλαν Μάλκαν, οι οποίοι με μεγάλην τους θλίψιν με άφησαν, εμίσευσα.

Οι Καλυμνιώτες είδαν το βούτημά μου κ' εθαύμασαν. Με είδε το σκυλόψαροαιμοβόρικο ψάρι! — και ήρθε ταπεινό εμπρός στο γιαλί της περικεφαλαίας μου, θέλοντας να γνωρίση το νέο θεριό που εσυνεμπήκε στα νερά του. Με είδαν οι αράπηδες της Βεγγάζης και μ' ετίμησαν ως βασιλέα· μου άφησαν ελεύθερο το πηγάδι που θα παίρνω νερό και το κοπάδι που θα προμηθεύωμαι το κρέας.

Αλλ' εις εμέ όλον το εναντίον, τόσον που η ισχνότητά μου έγινεν αιτία της ελευθερίας μου· επειδή και βλέποντές με οι ανθρωποφάγοι εκείνοι πολύ αχαμνόν και ξηραγγιανόν και σχεδόν ημιθανή, με άφησαν και περιπατούσα ελεύθερα, εις τον καιρόν που όλους τους άλλους συντρόφους μου τους είχαν θυσιάσει.

Τις μέθησε ο μπάτης κι ο ήλιος· άφησαν ορθάνοιχτα τα παράθυρά τους, έβαλαν τα πιο ψιλά και διάφανά τους σαλβάρια, κ' έπιασε καθεμιά τους απ' ένα σελτέ. Τι ανάγκη την έχουνε! Ζουν κι ανθοβολούν απαράλλαχτα σαν τα λουλούδια που σεριανίζαμε στην αυλή. Το τέφι στον τοίχο, χάμω στην κώχη η χρυσοπλούμιστη η ταρμπούκα, ξέννοιαστη και βουβή.

Ο Έφις όμως άρχισε να βογκάει και τρανταζόταν αδύναμα σαν ένα λαβωμένο πουλί που προσπαθεί ακόμη να πετάξει. «Θέλετε να με πεθάνετε πριν την ώρα μου…» Τότε ο γιατρός έκανε νόημα με το χέρι και το κεφάλι σηκώνοντας τα μάτια στον ουρανό και ο ντον Πρέντου ακούμπησε πάλι κάτω τον άρρωστο, τον ξανασκέπασε και δεν αστειεύτηκε πια. Κι έτσι τον άφησαν.

Όταν έφτασαν στο δάσος, εκείνη θέλησε να σταματήσουν, γιατί τα σωτήρια βότανα φύτρωναν γύρω τους άφθονα. Αλλά την ετράβηξαν πειο μακρυά. Έλα, κόρη, δεν είναι δω το κατάλληλο μέρος». Ο ένας σκλάβος εβάδιζε μπροστά της, ο άλλος την ακολουθούσε. Άφησαν τα πατημένο μονοπάτι, και μπήκαν μέσα σε βάτους, αγκάθια και γαϊδουράγκαθα ανακατωμένα.

Κατ' εκείνην λοιπόν την ημέραν άφησαν να αναχωρήσουν κατά το σύνηθες όλοι όσοι δεν ενείχοντο εις την συνωμοσίαν, ενώ ειδοποίησαν τους συνωμότας να ησυχάζουν, όχι εις τας θέσεις των, αλλά μακράν, και εάν τις επροσπάθει να αντισταθή εις τα πραττόμενα, να λάβουν τα όπλα και να τον εμποδίσουν.

Έπειτα οι Ρωμαίοι, πολιτικοί ανοιχτομάτες, που δεν παν να αφανίσουν εκείνο που σε κάθε τόπο υπάρχει, παρά το μεταχειρίζονται για τους δικούς των τους πολιτικούς σκοπούς, οι Ρωμαίοι, σαν τον Αλέξαντρο, άφησαν τις Ελληνικές πολιτείες να κυβερνιούνται μοναχές τους, και αυτοί κράτησαν την πολιτική κυριαρχία. Ας σηκωνόταν η Σπάρτη να χτυπήσει τις Ρωμαϊκές λεγεώνες!

ΚΕΝΤ Τους ηύρα εις το σπίτι των, κ’ εκεί τα γράμματά σου τα έδωκατα χέρια των, γονατιστός εμπρός των, Ακόμη εγονάτιζα το σέβας μου να δείξω, κ' εμβαίνει έξαφνα εκεί τρεχάτος ταχυδρόμος λαχανιασμένος, βιαστικός, ιδροπερεχυμένος. και από την κυρίαν του, την Γονερίλην, φέρνει χαιρετισμούς και γράμματα. Με άφησαν εμένα κ' εδιάβασαν το γράμμα της.

Οι γιατροί είπαν ότι ο Μόρχολτ είχε βυθίσει στη σάρκα του δηλητηριασμένο ξίφος, και καθώς με τα φάρμακά τους και τη θεριακή τους δεν μπορούσαν να τον κάμουν καλά, τον άφησαν στη φύλαξι του Θεού.