United States or Bulgaria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η Δελχαρώ έτρεξε ν' ανοίξη το ερμάριον, κ' έλαβεν εκείθεν ολίγα παξιμάδια. — Δώσε μου και το καλάθι μου. . .κ' ένα μαχαιράκι, επανέλαβεν εν άκρα βία η Φρακκογιαννού . . . Βάλε μου κ' ένα χράμι μάλλινο μέσα . . . και τη μανδήλα μου . . . τα παληοτσόκαρά μου . . . Δώσε μου και το ραβδί μου . . . ψάξε να το βρης! Η Δελχαρώ, εν άκρα σιγή και υπομονή, επροσπάθει να εκτελέση όλας τας ετοιμασίας ταύτας.

Μα με όλον που επροσπάθει να την παρηγορήση και να την καταπραΰνη, τόσον περισσότερον της άναπτε την ανησυχίαν της και το μίσος προς αυτόν, λέγοντάς του θυμωμένη, να σιωπήση αν θέλη· και με όλον που ήτον νύκτα ήθελε να πηγαίνη εις το Μουσουλπατάν. Αυτό το έκανεν αυτή, όχι μόνον διά να μην απεράση την νύκτα με τον γέροντα, αλλά και διά να ιδή τι έγινεν η αδελφή της.

Εσηκώνετο, εκάθητο, έβλεπεν από το παράθυρον, αλλά δεν εφαίνετο ο Λιάκος. Επροσπάθει ν' αναγνώση, αλλά δεν ηδύνατο να προσηλώση την προσοχήν του εις το βιβλίον και το έκλειε πάλιν. Τι μαρτύριον! Εν τούτοις ήλθεν η συνήθης ώρα του περιπάτου. Ο Κ. Πλατέας εκάθητο επί ακανθών. Δεν ηδύνατο να μείνη πλέον εντός της οικίας περιμένων τον Λιάκον. Απεφάσισε να εξέλθη.

Ο νέος επροσπάθει να σύρη επί της άμμου την βάρκαν, σπεύδων να συνοδεύση την Λιαλιώ επάνω εις το χωρίον. Υπώπτευεν ότι οι άνθρωποι της σκαμπαβίας θα τους εκυνήγουν κ' επί της ξηράς, και, χωρίς να ειξεύρη διατί, ήτο ευτυχής διά τούτο.

Έλαμψαν οι οφθαλμοί του, μετεβλήθη η έκφρασις του προσώπου του, ουδ' επροσπάθει πλέον να φανή ως προσέχων εις τους λόγους του φίλου του, όστις εκείνην την στιγμήν αφηγείτο μετά ζέσεως τα επεισόδια προσφάτου γιγαντομαχίας μεταξύ δύο σοφών καθηγητών του Εθνικού Πανεπιστημίου.

Αφού ο ιερεύς επέρανεν αναγινώσκων όλα τα Τετραβάγγελα, υπεράνω της κορυφής της, η Αφέντρα έδειξε σημεία βελτιώσεως. Μετά τρεις εβδομάδας αι πένθιμοι εικόνες εξηλείφοντο μικρόν κατά μικρόν από τον νουν της. Η μητέρα επροσπάθει να την κάμη να φαιδρυνθή.

Κατ' εκείνην λοιπόν την ημέραν άφησαν να αναχωρήσουν κατά το σύνηθες όλοι όσοι δεν ενείχοντο εις την συνωμοσίαν, ενώ ειδοποίησαν τους συνωμότας να ησυχάζουν, όχι εις τας θέσεις των, αλλά μακράν, και εάν τις επροσπάθει να αντισταθή εις τα πραττόμενα, να λάβουν τα όπλα και να τον εμποδίσουν.

Διά τας γυναίκας είχε στρωθή ιδιαιτέρα τράπεζα εις το «μέσα σπίτι». Θα έμεναν μόνον δύο ή τρεις διά να υπηρετούν τους άνδρας· μεταξύ δε τούτων ήτο και η Πηγή. Ο ιερεύς ηυλόγησε την «βρώσιν και την πόσιν», και το φαγοπότι ήρχισεν. Αλλ' ο οικοδεσπότης, καίτοι επροσπάθει να φαίνεται χαρούμενος, εβασανίζετο υπό της ιδέας ότι το βάπτισμα του παιδιού του δεν είχε γείνει κανονικά.

Άμα εκάθισεν ο γέρων, εστέναξεν εκ βάθους καρδίας·Ελέησόν με ο Θεός κατά το μέγα σου έλεος! Η φωνή του ήτο τόσον βροντώδης και θλιβερά συνάμα, ώστε η μικρά εφοβήθη και επλησίασεν όσον ηδύνατο περισσότερον εις την μητέρα της, η οποία επροσπάθει να την πείση να μη ανασηκώνη τον επίδεσμόν της. — Ησύχασε, εψιθύρισεν, ησύχασε. Δεν είναι τίποτε. Πονεί ο καϋμένος!

Ο βουκόλος, εις τον οποίον ανήκεν ο ταύρος, επροσπάθει να τους εμποδίση, ικετεύων, βλασφημών, καταδιώκων, πότε τον ένα, πότε τον άλλον, και επί τέλους ήρχισε να κλαίη, ενώ οι άλλοι εξηκολούθουν ναπαγγέλλουν την επωδόν της μυίγας.