Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 15 Μαΐου 2025


Αλλ' αντιπροσώπευον οι άνδρες εκείνοι τας θρησκευτικάς δοξασίας του ελληνικού λαού, ή όχι; Εάν ναι, διατί ο λαός ο ελληνικός δεν απεδέχθη τα υπ' αυτών εψηφισμένα; Εάν όχι, τι παθόντες υπέγραψαν δόγματα, ά δεν είχον εντολή να παραδεχθώσιν; Αλλ' ίσως έπραξαν τούτο οικονομικώς, όπως αναπαύσωσι το θηρίον, και αύτη είνε η πιθανωτέρα λύσις, ην δύναταί τις να εύρη αναγινώσκων τα χρονικά της εποχής εκείνης και διαπορών.

Α! αλήθεια· ολίγου δειν να λησμονήσω και έν άλλο νέον. Έπεσε το Υπουργείον. Ο αναγινώσκων τας τέσσαρας ταύτας λέξεις της επιγραφής της προκειμένης μελέτης θέλει κατά πάσαν πιθανότητα συνάψει αυτάς φυσικώς και κατά τάξιν ανά δύο, την μεν πτωχείαν μετά της λιτότητος, την πολυτέλειαν δε μετά του πλούτου.

Εβρόντησεν ο γέρω-ναύτης· και ήπλωσε τας βαρείας χείρας του ως δύο ξύλα. Αλλ' ο Ζούμπουρας, κοντός ως ήτο, διεξέφυγε πάλιν. Ο καπετάν-Φαφάνας, ανήρ συνομήλικος με τον Μέλτον τον Μισακόν, όταν ήτο μικρός, μαθητής του Σχολαρχείου, είχε γλυκυτάτην φωνήν, και ήτο ο καλλίτερος κανονάρχης του χωρίου, καθαρά αναγινώσκων το ψαλτήριον, μελωδικώς κανοναρχών, και μελωδικώς απαγγέλλων τον Απόστολον.

Αυτόν εγώ τον κάμνω καλά. Είνε συγγενής μου. — Συγγενής σου; και από πού; ερωτά υπομειδιών ο σοβαρός Χασάν. — Από πού; Και δεν είνε δεύτερος εξάδελφος της γυναικαδέλφης μου; — Σωστό! σωστό! λέγει αποφθεγματικώς ο αναγινώσκων τον κατάλογον, και ο όμιλος επινεύει. — Αβούλ-βεν-Χακήμ! — Αυτόν μη τον λογαριάζετε.

Αναγινώσκων διαρκώς περί της ευτυχίας του άλλου θα πλήξης· ουδέποτε όμως θα κουρασθής παρακολουθών την δυστυχίαν του. Διά την αληθώς ερώσαν γυναίκα ουδέν είνε αδύνατον· είνε ικανή να ονειρευθή, ότι ανατρέπει και το σύμπαν, διά να ίδη πριν εξυπνήση, ότι δίδει εις αυτό πνοήν εκ της πνοής του εραστού της, και ότι κατορθώνει ν' αναφλέξη εκ νέου τον ήλιον με ένα σπινθήρα του έρωτός της.

Επί δε σκαμνίου χαμηλού, γέρων έχων ύφος αρχαίου στρατιωτικού, κρατών βιβλίον εις χείρας, αλλά μη αναγινώσκων, επρόσεχε μετά στοργής εις πάσαν της νέας κινήσιν και ενίοτε απηύθυνε προς αυτήν ταπεινή τη φωνή τον λόγον. Προφανώς ήτο πατήρ συνοδεύων θυγατέρα πάσχουσαν, αντί δε μητρός την περιέθαλπεν η γραία υπηρέτρια της. Αι εντυπώσεις της νεότητος είνε αληθώς ανεξάλειπτοι.

Διασκεδάζουν . . . . δεν κάμνουν κακόν. Τι σε πειράζουν; — Με ανησυχούν. . . . τι άλλο θέλεις να με πειράξουν; απήντησεν εκείνος, αναγινώσκων πάντοτε. — Εγώ τους ζηλεύω, να σου ειπώ, υπέλαβε μετά μικρόν η κυρία Μαρή, πλησιάζουσα εις τον σύζυγόν της και θωπεύουσα ηρέμα τον επί της εφημερίδος κύπτοντα τράχηλόν του. — Τι σου ήλθεν; είπεν εκείνος αναβλέπων.

Χ. Αννίνου Τα πρώτα έτη του Ζαν Μωρεάς, «Μελέτη» 1911 τεύχη 2—5. Αυτόθι σελ. 147—8. Ο αναγινώσκων τας εισηγήσεις ή τα άρθρα του κ. Μιστριώτου βλέπει ότι κατά την εποχήν εκείνην αι γνώμαι του συνέπιπτον εν πολλοίς μετά των του Ροΐδου. Εισήγησις 12 Μαΐου 1873.

Και διά τούτο, αναγινώσκων εις τας καρδίας των, γνωρίζων ότι Τον εζήτουν μ' εκείνο το πνεύμα το οποίον Αυτός δεν ηγάπα, ηρέμα ανέσυρε τον πέπλον της ίσως ημιασυνειδήτου υποκρισίας ήτις απέκρυπτε τούτους αφ' εαυτών, και τους ήλεγξεν ότι τον εζήτουν, όχι διότι είδον σημεία, αλλά διότι έφαγον εκ των άρτων και εχορτάσθησαν.

Αφού ο ιερεύς επέρανεν αναγινώσκων όλα τα Τετραβάγγελα, υπεράνω της κορυφής της, η Αφέντρα έδειξε σημεία βελτιώσεως. Μετά τρεις εβδομάδας αι πένθιμοι εικόνες εξηλείφοντο μικρόν κατά μικρόν από τον νουν της. Η μητέρα επροσπάθει να την κάμη να φαιδρυνθή.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν