United States or Morocco ? Vote for the TOP Country of the Week !


Γερόντια επροχώρουν τρέχοντα και κύπτοντα υπό το βάρος των δοκών· παρά το πλευρόν αυτών ήρχοντο άνδρες εις την ακμήν της ηλικίας των, γυναίκες με λυτήν κόμην, με την οποίαν προσεπάθουν να καλύψουν την γυμνότητά των, έφηβοι και μικρά παιδία. Τα θύματα και οι σταυροί ήσαν ως επί το πλείστον εστεμμένα με άνθη.

Η νουθεσία αύτη συνίστατο εις την βαθείαν υποψίαν, το ισχυρόν προαίσθημα, το οποίον εδέσποζεν αυτού, καθώς προσέβλεπεν εις τον κύπτοντα και σιωπώντα δεσμώτην. Αλλά τώρα ήλθε και δευτέρα νουθεσία, ήτις εις συνήθη Ρωμαίον, και Ρωμαίον ενθυμούμενον τον φόνον του Καίσαρος και το όνειρον της Καλαυορνίας, θα ηδύνατο να φανή απαισία άμα και θεόπεμπτος.

Και ως τον είδε κύπτοντα προς αυτήν, με το βλέμμα πλήρες ικεσίας, της εφάνη ωραιότερος όλων των ανδρών και όλων των θεών, των οποίων τα αγάλματα έβλεπεν εις τας μετώπας των ναών. Εκείνος έλαβεν ηρέμα την χείρα της άνωθεν του καρπού και ηρώτησε: — Δεν μαντεύεις, Λίγεια, διατί ομιλώ ούτω προς σε; — Όχι, εψιθύρισεν εκείνη τόσον χαμηλά, ώστε ο Βινίκιος μόλις την ήκουσεν.

Διασκεδάζουν . . . . δεν κάμνουν κακόν. Τι σε πειράζουν; — Με ανησυχούν. . . . τι άλλο θέλεις να με πειράξουν; απήντησεν εκείνος, αναγινώσκων πάντοτε. — Εγώ τους ζηλεύω, να σου ειπώ, υπέλαβε μετά μικρόν η κυρία Μαρή, πλησιάζουσα εις τον σύζυγόν της και θωπεύουσα ηρέμα τον επί της εφημερίδος κύπτοντα τράχηλόν του. — Τι σου ήλθεν; είπεν εκείνος αναβλέπων.