United States or Zambia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το γυιό σου συ δεν έσωσες που 'πρεπε να τον σώσης, ούτε στη μάννα που μιλεί• μόλο που μάντις είσαι, τίποτε δεν μαντεύεις συ• τάφο να του σηκώση, Αν ίσως και της πέθανε, αν ίσως ζη ακόμη ας βγη και πάλι μια φορά στης μάννας του την όψι.

Οι φίλοι κατέβησαν, εννοείται, τας βαθμίδας ανά δύο, δεν αναφέρει δε η ιστορία αν εξηκολούθησαν την νυκτερινήν αυτών εκδρομήν. Μαντεύεις τι είχε συμβή; Ο μάγειρος του οικοδεσπότου, λαβών παρά του κυρίου του την άδειαν, είχε συγκαλέσει εν τη κενή οικία τους συναδέλφους και φίλους του εις χορόν. Τα λοιπά εξηγούνται. Η χιών έπαυσε να πίπτη καθ' ην ώραν κλείω την επιστολήν μου.

Βεβαίως θα μαντεύης πως δεν θα σε προικίσω, μαντεύεις ο μπαμπάς σου πως είναι ποιητής, και στίχους ποιος θα θέλη γαμβρός να του μετρήσω, και μάλιστα αν τύχη κομψός υφηγητής; Εις τους κυρίους γέλα με βλέμματα γλυκά, μήπως γελάσης κάποιον, μονάκριβη μου κόρη, ούτε στιγμή μη λείπης απ' τα εμπορικά, κλέβε και κάπου κάπου κανέν επανωφόρι.

ΑΓΓΕΛΙΚΗ Είμαι έτοιμη να σας ακούσω. Θα γυρίσω αμέσως. ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Πηγαίνετε γρήγορα, κύριε· πηγαίνετε. Σε μπελάδες μας βάζει ο κύριος Φλεράν. ΑΓΓΕΛΙΚΗ Τουανέττα! ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Τι; ΑΓΓΕΛΙΚΗ Για κύτταξέ με λίγο. ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Ε! σας κυττάζω. ΑΓΓΕΛΙΚΗ Τουανέττα! ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Ε καλά! τι, Τουανέττα; ΑΓΓΕΛΙΚΗ Δε μαντεύεις καθόλου γιατί θέλω να σου μιλήσω; ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Αυτό έλειπε να μην το μαντεύω. Για το φίλο μας δα!

Και είσαι βέβαιος, αυθέντα, ότι εχάραξεν ένα . . . ιχθύν; Ω! — Ναι! είπεν ο Βινίκιος, καταστάς περίεργος. Μαντεύεις τι σημαίνει τούτο; — Ναι μαντεύω! ανέκραξεν ο Χίλων. Και ποιήσας υπόκλισιν, προσέθηκεν: — Είθε η Τύχη να σας πληροί πάντοτε με τα δώρα της, αυθένται εκλαμπρότατοι. — Ειπέ να σου δώσουν ένα μανδύαν! είπεν ο Πετρώνιος.

Και ως τον είδε κύπτοντα προς αυτήν, με το βλέμμα πλήρες ικεσίας, της εφάνη ωραιότερος όλων των ανδρών και όλων των θεών, των οποίων τα αγάλματα έβλεπεν εις τας μετώπας των ναών. Εκείνος έλαβεν ηρέμα την χείρα της άνωθεν του καρπού και ηρώτησε: — Δεν μαντεύεις, Λίγεια, διατί ομιλώ ούτω προς σε; — Όχι, εψιθύρισεν εκείνη τόσον χαμηλά, ώστε ο Βινίκιος μόλις την ήκουσεν.

Αυτή είνε η πρώτη σου εντύπωσις• αλλά μετ' ολίγον βλέπεις δύο δρόμους, εκ των οποίων ο είς είνε μάλλον ατραπός στενή, πετρώδης και πλήρης ακανθών, εις την οποίαν μαντεύεις πολλήν δίψαν και ιδρώτα. Ο Ησίοδος επρόλαβεν ήδη και την περιέγραψε κάλλιστα, ώστε είνε περιττόν να την περιγράψω και εγώ. Η δε άλλη οδός είνε ανθηρά και δροσερά, όπως ολίγον προηγουμένως είπα.

Αντί παντός προσωπείου, καλύπτει την κεφαλήν αυτού ολόκληρον ωραία και επιτυχεστάτη όνου κεφαλή. Μαντεύεις βεβαίως, τι ήθελε να σατυρίση· πολύ φοβούμαι όμως, μη το μαντεύσωσι και άλλοι εντός ολίγου, και ο τολμηρός σατυριστής επιστρέψη εις την οικίαν του μώλωπας φέρων πολλούς από τινός αρειμανίου χειρός και μετάνοιαν πλείονα της τόλμης του.