United States or Caribbean Netherlands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ακόμη και γαλής τίνος η σκιά, ήτις εκαμάρωνεν ως νύμφη επί τινος στέγης, ρεμβάζουσα υπό το φως της σελήνης, εζωγραφίσθη καί αυτή, ακίνητος και μεγάλη, με τας κομψάς κλίσεις των γραμμών του ευτραφούς σώματός της. Νησίς τις πετρώδης και στρογγύλη, εν μέσω του ορμίσκου, έλαμπεν ως μέγα αυγόν, το οποίον αργότερον ως κλώσσα ήθελε καλύψη με τας πτέρυγάς της η μαύρη νυξ.

Ραψωδία I Τότε ο πολύγνωμοςαυτόν απάντησε Οδυσσέας• «Μεγάλε Αλκίνοε, 'ς τους λαούς λαμπρέ και αγαπημένε, τω όντι τούτο είν' εύμορφο, τέτοιον αοιδόν ν' ακούης, ως είναι αυτός, 'που των θεών εις την φωνήν ομοιάζει. ότι δεν βλέπωτην ζωή τερπνότερ' άλλο τέλος, 5 παρ' όταν όλος ο λαόςτην ευφροσύνη πλέει, και τον αοιδόντα δώματα ακούν οι καλεσμένοι αραδικώς καθήμενοι, με τράπεζαις γεμάταις τον άρτον και τα κρέατα, και απ' τον κρατήρα παίρνει ο κεραστής κρασί γλυκό καιτα ποτήρια χύνει• 10 απ' όλα τ' ωραιότερον ότ' είναι αυτό λογιάζω. αλλά τα πολυστένακτα κακά μου να ερευνήσης σου 'πε η ψυχή σου, όπως εγώ βαρύτερα στενάζω. τώρα τι πρώτο, τ' ύστερον εγώ να σου ιστορίσω; ότ' οι επουράνιοι θεοί κακά πολλά μου δώσαν. 15 και πρώτα θα ειπώ τ' όνομα, όπως και σεις ακόμη το μάθετε, και όπως εγώ, τον χάρο αν ξεφύγω, φίλος σας μένω ξενικός, και πέρ' αν κατοικάω. εγώ 'μαι ο δολομήχανος Λαερτιάδης Οδυσσέας, και από την γητους ουρανούς η δόξα μου έχει φθάσει. 20 και κατοικώ την ηλιακήν Ιθάκη, 'π' όρος έχει μεγάλο κινησίφυλλο, το Νήριτο, και γύρω νησιά πολλά, και σύνεγγυς το 'να με τ' άλλο, υπάρχουν, Δουλίχιο, Σάμη, Ζάκυνθος η πολυδενδρωμένη• κείνητο πέλαο χαμηλή βαθειά την δύσι βλέπει, 25 και όλαις η άλλαις χωριστά προς της αυγής τα μέρη• πετρώδης, αλλ' ανδρών καλή βυζάστρα• κ' εγώ άλλο πράγμα δεν δύναμαι να ιδώ γλυκότερο απ' την γην μου. και ιδές, μ' εκράτ' η Καλυψώ, σεπτή θεά, μεγάλη, 'ς τα κοίλα σπήλαια, και άνδρας της επόθει να της ήμαι• 30 όμοια και η Κίρκη εκράτει με, η δολερή Αιαία, 'ς τα μέγαρά της, και άνδρας της επόθει να της ήμαι• αλλά ποτέ δεν έπεισαντα στήθη την ψυχή μου. αχ! τίποτε γλυκότερο δεν έχει απ' την πατρίδα και απ' τους γονείς ο άνθρωπος, και σπίτι ευτυχισμένο 35 εις ξένην γην αν κατοικεί μακράν απ' τους γονείς του. τώρ' άκουσε το θλιβερό ταξείδι, 'που εις εμένα, ως απ' την Τροίαν έγερνα, διώρισεν ο Δίας.

Αυτή είνε η πρώτη σου εντύπωσις• αλλά μετ' ολίγον βλέπεις δύο δρόμους, εκ των οποίων ο είς είνε μάλλον ατραπός στενή, πετρώδης και πλήρης ακανθών, εις την οποίαν μαντεύεις πολλήν δίψαν και ιδρώτα. Ο Ησίοδος επρόλαβεν ήδη και την περιέγραψε κάλλιστα, ώστε είνε περιττόν να την περιγράψω και εγώ. Η δε άλλη οδός είνε ανθηρά και δροσερά, όπως ολίγον προηγουμένως είπα.

Τώρα ο ήλιος έπιπτε, καθώς έκλινε προς δυσμάς, εις το μέρος του λάκκου, κ' έκαιε πολύ. Η αγγαρεία εγίνετο δυσκολωτέρα. Εν τοσούτω έσκαψαν ακόμη ως δύο ώρας, πότε ο Νικολός πότε ο Γιαννιός. Πτυάριον δεν υπήρχε, και ανεβίβαζον το χώμα με τας δράκας. Η γη εγίνετο σκληρότερα, πετρώδης, ή σχιστολιθοειδής. Ήτο κόπος και πόνος. Τους ώκτειρα, και ήθελα να σκάψω. Αλλ' ήμην αδέξιος.

Ερημίτης μοναχός, ασκητεύων υπό βράχον τινά, όχι μακράν του Πληθωνείου άντρου, εδέχετο ταπεινοφρόνως τα ελέη των ευλαβών χριστιανών. Νύκτα τινά ωνειρεύθη ότι έμελλε να καή απ' άκρου εις άκρον η άλλως άκαρπος και πετρώδης χώρα, αν δεν κατεστρέφετο εκ βάθρων η φωλεά εκείνη της λατρείας των δαιμόνων.