Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 18 Μαΐου 2025


Έτσι ορισμούς του ή προσταγές δεν παίρνω εγώ, κι' ας μένει εκεί ήσυχος στο θέμα του, όσο τρανός κι' αν είναι. 195 Κι' ας μη με σκιάζειέτσι δειλός δεν είμαι — μ' αστραπές του. Πιο γνωστικό 'ναι κόρες του να παραπάει και γιους του με λόγια του έτσι αγέρωχα, τι σαν παιδιά του πούναι, χρέος τους, θεν δε θένε, αφτοί ν' ακούν ότι προστάζει

Άλλους πάλε τους αρέσει νάχουν έναν κύκλο φίλους και τους φτάνει να τους διαβάζουν οι φίλοι τους μόνοι. Οι Αλεξαντρινοί τέτοιο σύστημα είχανε. Δεν τους έμελε για τον όχλο. Συχνά μάλιστα κανείς είναι αναγκασμένος να μιλή για λίγους, γιατί και λίγοι τον ακούν. Τότες το κάμνει έφκολα σύστημα. Τέτοια τυχαίνουν, όταν είναι μια φιλολογία στην παρακμή της.

Η απλή μας γλώσσα, λογιότατε, έχει αστέρευτους θησαυρούς από χάραις και νοστιμάδαις, μόνε η πρόληψη, οπού κυριεύει τον νουν εκείνων, οπού έπρεπε να ξεθάφτουν αυτά τα πλούτη, τους έκαμε να την αμελήσουν, και να την καταφρονήσουν, δίχως κανένα δίκαιο στον κόσμον. Ας την περιποιηθούν, ας της γλυκομιλήσουν σαν εδικήν τους, και τότες ακούν πόσο χαριτωμένα αποκρίνεται στης φωναίς τους.

ΞΟΥΘΟΣ. Γιατί λοιπόν μου φεύγεις, αφού βρίσκεις εκείνο που αγαπάς και συ; ΙΩΝ Εγώ δεν αγαπάω τους ξένους τους μανιακούς και τους ξεμυαλισμένους. ΞΟΥΘΟΣ Και σκότωσε και κάψε με• μα ξέρε: αν με σκοτώσης, θα γίνης του πατέρα σου φονηάς. ΙΩΝ Εσύ πατέρας δικός μου! είνε να γελώ μ' αυτά που ακούν ταυτιά μου. ΞΟΥΘΟΣ Όχι• μ' αυτά που θα σου είπω, καλά θα καταλάβης. ΙΩΝ Τι θα μου ειπής;

Μα του Διός αν σεβαστείς τις κόρες σα ζυγώνουν, τότες σ' ακούν τη δέηση, μεγάλα σ' ωφελούνε· μα χάρη όπιος τους αρνηθεί κι' όχι τους λέει με πείσμα, 510 παν τότες και περικαλούν το γιο του Κρόνου Δία να σμίξει με τη Φρένια αφτός, για να βλαφτεί και πάθει. Μον τίμα, αγόρι μου, κι' εσύ τις κόρες του μεγάλου Διός, που λύγισαν πολλών νου φρόνιμο στον κόσμο.

Όμως σε τέτοιες περίστασες γένονται καλοφωνότερο στόμα τα καϋμένα τα μάτια. Τότες μιλούν αυτά. Στο διάστημα κείνο, πόσα δεν της είπαν της κόρης τούτης τα μάτια μου. Κι ακούν τα μάτια τότες. Κι αυτινής μιλούσαν κι άκουγαν μοναχά τα μάτια. Έννοιωθα 'γω ότι τα μάτια της άκουγαν το τι της λέγαν τα δικά μου, όπως παρόμοια έννοιωθα το τι μου λέγαν τα δικά της.

Όμως σε τέτοιες περίστασες γένονται καλοφωνότερο στόμα τα καϋμένα τα μάτια. Τότες μιλούν αυτά. Στο διάστημα κείνο, πόσα δεν της είπαν της κόρης τούτης τα μάτια μου. Κι' ακούν τα μάτια τότες. Κι' αυτινής μιλούσαν κι άκουγαν μοναχά τα μάτια. Έννοιωθα 'γω ότι τα μάτια της άκουγαν το τι της λέγαν τα δικά μου, όπως παρόμοια έννοιωθα το τι μου λέγαν τα δικά της.

Το είπαν και τόκαμαν; Η μάννα του έφυγε· ο αδερφός του το ίδιο. Και πού πήγαν; ποιος ξέρει. Το βέβαιο είνε πως έφυγαν, τον παράτησαν, δε θέλουν να ζουν μαζί του· δε θέλουν να τον ξέρουν ούτε να τον ακούν! Μα γιατί· γιατί αυτή η συφορά; Τι κακό έκαμε; σε τι τους έβλαψε; Καλά ο αδερφός του· τέτοιος που ήταν, καλά έκαμε κ' έφυγε. Αν έμενε, εμπόδιο θα του έφερνε και τίποτ' άλλο. Ώρα του καλή!

Ο Μ α τ ζ ο ύ κ α ς ή ο Αυτοδίδαχτος Γιατρός Σ' ένα μέρος σ' έναν τόπο Με πολύ θαμάσιον τρόπο, Με ξαπόρεσι κοινή, Και σε διάστημα ημέρας, Εγεννήθηκε ένα τέρας Σπάνιο άλλο να φανή. Δίχως να 'χη υποψία, Αν ευρίσκονταν βιβλία, Επιστήμαις και σπουδή, Ο Ματζούκας οχ τα γίδια, Εξημέροσε στα ίδια Του Ασκληπιού παιδί. Όσοι ακούν αυτό, θιαμάζουν Και έχουν δίκιο να φωνάζουν, Πως διηγούμαι υπερβολή.

Το ακούν εκείνοι, τον αρχίζουν στις κλωτσιές· τον πετούν έξω από την Κόλαση. — Αμ τόρα τι να κάμω; συλλογίζεται. Άξαφνα δεξιά βλέπει την Παράδεισο, ένα περιβόλι ωραιότατο, με δέντρα ευωδέστατα και βρύση κατά πολλά όμορφη, όπως λέγουν τα Συναξάρια. Μα βλέπει την πόρτα κατακλειδωμένη κ' έρημη. Κανένας δεν εζύγωνεν εκεί.

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν